1/10/08

Κλεπτοκρατία-Διαφθορά-Διαπλοκή-Παραοικονομία και ...Εξωτερική Πολιτική

Αν και το ιστολόγιό μας έχει σαφή προσανατολισμό σε θέματα διπλωματίας και εξωτερικής πολιτικής, δημοσιεύουμε άρθρο του δημοσιογράφου Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου, που αφορά την πορεία της χώρας τις τελευταίες δεκαετίες στον τομέα της διαχείρισης των εσωτερικών και κυρίως του δημοσίου χρήματος.
Άλλλωστε, η εξωτερική πολιτική είνα ένα θέμα που σχετίζεται με την εσωτερική κατάσταση που επικρατεί σε μια χώρα. Αποδυναμωμένο εσωτερικό μέτωπο, μια κοινωνία που χάνει την εμπιστοσύνη της στους κυβερνώντες και στην πολιτεία, κυβερνήσεις που σπαράσσονται από οικονομικά σκάνδαλα και υπουργοί εξωτερικών που είναι αναμεμειγμένοι σε υποθέσεις διαφθοράς, χρηματισμού και δώρων που φθάνουν μέχρι τηλεφωνικά κέντρα και στεγνωτήρια, δεν μπορούν να υπηρετήσουν αποτελεσματικά τα εθνικά θέματα και να ασκήσουν εξωτερική πολιτική, ακόμα και στην περίπτωση που αυτή είναι πολύ καλά σχεδιασμένη.
Η τελευταία παράγραφος του άρθρου που ακολουθεί, είναι η απόδειξη.
Σάββας Καλεντερίδης

Κλεπτοκρατία-Διαφθορά-Διαπλοκή-Παραοικονομία και ...Εξωτερική Πολιτική
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
konstantakopoulosd@yahoo.gr

Από τις στρατολογίες στις πολεοδομίες, από τις εφορίες στις επιδοτούμενες βιομηχανίες, από τα υπουργικά γραφεία μέχρι τα ΚΤΕΟ, η Ελλάδα αναστενάζει. Η «κλεπτοκρατία» παραμένει ο διαχρονικός «τρόπος ύπαρξης» του ελληνικού καπιταλισμού, θάγραφε ίσως ο Μαρξ, αν ζούσε στην εποχή μας και μας έκανε την τιμή να ασχοληθεί με την αφεντομουτσουνάδα μας.
‘Οχι ότι οι ‘Ελληνες δεν είμαστε έξυπνοι και ικανοί. Είμαστε, προπάντων στο να κοροϊδεύουμε εαυτούς και αλλήλους. Στα λόγια είμαστε όλοι καταπληκτικοί. Διαπλεκόμενοι και διεφθαρμένοι οι ίδιοι, κατακευραυνώνουμε με τη μεγαλύτερη άνεση του κόσμου διαπλοκή και διαφθορά. Στη δεκαετία του 1980 ξευτελίσαμε την ιδέα του σοσιαλισμού και της κρατικής ρύθμισης, στη δεκαετία του 1990 την ιδέα του εκσυγχρονισμού, τώρα ξευτελίζουμε την ελληνική «εκδοχή», αν υποθέσουμε ότι υπάρχει τέτοια, του φιλελευθερισμού και τα καλόηχα συνθήματα της «επανίδρυσης του κράτους» και των «μεταρρυθμίσεων». Μέχρι χθες, η ΝΔ θεωρούσε τον Γιάννο Παπαντωνίου, τον «Υπουργό των 7500 μονάδων» ως αρχιτέκτονα της καταλήστευσης του ελληνικού λαού – τώρα ο κ. Αλογοσκούφης επιχαίρει για τη στήριξή του στο θέμα της Αγροτικής.
Υποθέτουμε ότι τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις-αποεθνικοποιήσεις των φιλέτων της ελληνικής οικονομίας που άρχισαν και συνεχίζονται θα συνεχίσουν προφανώς να χρηματοδοτούν Πανάγους, παραοικονομία, διαφθορά και διαπλοκή. Το κυρίως πρόβλημα όμως με τη διαφθορά-διαπλοκή-παραοικονομία δεν είναι τόσο το άμεσο κόστος της, οι πόροι που έτσι «ανακατανέμονται», όσο η διάλυση κάθε ορθολογικού στρατηγικού σχεδιασμού (μόνη ευρωπαϊκή χώρα που δεν έχει τραίνα, η Ελλάδα π.χ. φτιάχνει μονίμως δύο εθνικούς δρόμους, που ποτέ δεν τελειώνουν), αλλά και η ευρύτερη διαφθορά δημοκρατίας, κοινωνίας και πολιτικής, μια πραγματική ηθική παρακμή και καταστροφή της χώρας. ‘Οταν το κλέψιμο αποδίδει τόσο πολύ, ποιός θα επενδύσει σε επαγγελματισμό, κατάρτιση και παραγωγή – και γιατί θα τον αφήσουν να προκόψει τα κυρίαρχα «λαμόγια».
Το 1979-81, όταν ξεκίναγε ο «φιλελεύθερος» κύκλος στην παγκόσμια οικονομία, η Αθήνα αγωνιζόταν να χωθεί στο τελευταίο βαγόνι του τραίνου πούφευγε, όχι στο πρώτο αυτού που ερχόταν. Αν, και για να πούμε του στραβού το ΄δικηο, είχε πολύ σοβαρούς λόγους να το κάνει. Εικοσιπέντε χρόνια αργότερα, μονίμως Επιμηθείς αρμόδιοι δείχνουν (υστερόβουλα) τυφλοί στις νέες τάσεις που αναδεικνύονται με τους κλυδωνισμούς του φιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης και την όλο και συχνότερη διεθνώς προσφυγή στον «οικονομικό πατριωτισμό». Δεν μπορεί φυσικά μια μικρή χώρα να κλειστεί στον εαυτό της. Ακριβώς όμως γιατί είναι πολύ ανταγωνιστικό το διεθνές περιβάλλον πρέπει να αγωνιστεί, όχι να πουληθεί. Αν είναι τόσο μεγάλη ελληνική επιτυχία η εξαγορά του ρουμανικού ή του σερβικού ΟΤΕ, πως γίνεται νάναι επιτυχία η εξαγορά του ελληνικού ΟΤΕ από τους Γερμανούς? Δεν υπάρχει αμφιβολία για την ανάγκη διεθνούς επέκτασης, τη διαφορά την κάνει όμως το είδος της. ‘Αλλο να σε «καταπιούν» διεθνή μεγαθήρια, ακολουθώντας τις υστερόβουλες «συμβουλές» ΔΝΤ, Αλμούνια, Γκόλντμαν Σαχς και Σάλομον Μπράδερς, άλλο να βγεις στη διεθνή αγορά με επενδύσεις, εξαγορές και στρατηγικές συνεργασίες, συμμετέχοντας και όχι υφιστάμενος την παγκοσμιοποίηση. Και για να το πούμε ακόμα πιο ωμά, άλλο να λαδώνεις τους πολιτικούς των Βαλκανίων κι άλλο να σε λαδώνουν οι πολιτικοί της Γερμανίας.
Η Ρωσία επικαλέστηκε (πραγματικούς) λόγους προστασίας περιβάλλοντος για να αμφισβητήσει την άδεια της Σελλ για τη Σαχαλίνη, επένδυση 20 δις δολλαρίων. Αρχίζοντας από τον Χοντορκόφσκι, η Μόσχα επαναφέρει υπό ρωσικό έλεγχο την οικονομία της και επεκτείνεται διεθνώς αγοράζοντας, με το πλεόνασμα από τις πωλήσεις ενέργειας επιχειρήσεις σε όλο τον κόσμο. Προσπάθησε να μπει και στο ευρωπαϊκό ατσάλι εξαγοράζοντας την Arcelor, συμφωνία που απετράπη με την αντεπίθεση της Μίτταλ που και την εξαγόρασε τελικά με τη μεσολάβηση της στενά συνδεόμενης με την αμερικανική ηγεσία Γκόλτντμαν Σαχς.
Δεν είναι μόνο η Ρωσία. Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία όλο και συχνότερα υποκύπτουν στις σειρήνες του «οικονομικού πατριωτισμού», παρά τις διαμαρτυρίες και συστάσεις της Κομισιόν, αμφισβητώντας εμπράκτως τα «θέσφατα» του φιλελευθερισμού και της «παγκοσμιοποίησης». Στην Ολλανδία, μια χώρα πολύ κερδισμένη από την παγκοσμιοποίηση, το 85% του πληθυσμού δηλώνει πολύ ανήσυχο για το «ξεπούλημα» των ολλανδικών επιχειρήσεων στους ξένους και ο ίδιος ο Υπουργός Οικονομίας δηλώνει ότι πρέπει να προσέχεται η μακροχρόνια στόχευση όσων εξαγοράζουν επιχειρήσεις και επισημαίνει τον κίνδυνο απώλειας εθνικών δεξιοτήτων Η πολύ φιλελεύθερη Βρετανία εμποδίζει τη διείσδυση της ΓΚΑΖΠΡΟΜ, η Ουάσιγκτον εμπόδισε αραβικά κεφάλαια να αγοράσουν λιμάνια και τους Κινέζους την UNOCAL. Η Ουάσιγκτον άλλωστε, ακόμη και στο απόγειο της «νεοφιλελεύθερης επανάστασης» κυρίως στους άλλους συνέστησε «άνοιγμα των αγορών». Η ίδια όχι μόνο προστάτευσε τη δική της, αλλά και προσέφυγε μαζικά σε κρατική παρέμβαση (τεράστιες στρατιωτικές δαπάνες, πόλεμοι, ανταγνωσιτικές ισοτιμίες) για να επικρατήσει στον ανταγωνισμό. «Κάντε αυτό που κάνουμε, όχι αυτό που σας λέμε να κάνετε», ήταν το συμπέρασμα-συμβουλή του Κρούγκμαν, από τους λαμπρότερους αμερικανούς οικονομολόγους.
Μπορεί να μην ήρθε ακόμα το «τέλος της παγκοσμιοποίσης», που περιγράφει το περιοδικό της γαλλικής εργοδοσίας «Expansion», διαγράφεται όμως ήδη μια σοβαρή «διόρθωση», οικονομική και γεωπολιτική, του φιλελεύθερου παγκοσμιοποιητικού κύκλου που εγκαινιάστηκε με την άνοδο Ρήγκαν-Θάτσερ (1979-80) και επιταχύνθηκε δραματικά με την κατάρρευση του σοβιετικού «κομμουνισμού». Η ασιατική κρίση, η ρωσική και λατινοαμερικανική χρεωκοπία προκαλούν αναπόφευκτα οικονομικοπολιτικά αποτελέσματα, όπως προκαλούν οι μεσανατολικές ήττες ΗΠΑ και Ισραήλ. Οι συνομιλίες για το παγκόσμιο εμπόριο και η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση καρκινοβατούν.
Το 1981, όταν ξεκινούσε ο ρηγκανοθατσερισμός, η Ελλάδα πήγαινε στην αντίθετη κατεύθυνση – στην αύξηση της κρατικής παρέμβασης στην οικονομία. Ανεξάρτητα από το αν είναι κανείς οπαδός φιλελεύθερων ή κρατικιστικών λύσεων (οι σημερινοί θεολογικά φιλελεύθεροι ‘Ελληνες οικονομολόγοι ήταν οπαδοί του κρατισμού προ 20 ετών!), έχει νόημα για μια χώρα, αν θέλει να ανταγωνιστεί, να μπαίνει στο πρώτο βαγόνι του επόμενου τρένου, όχι να ασθμαίνει για να χωθεί στο τελευταίο του τρένου πούφυγε. ‘Ενα τολμηρό πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και διευκολύνσεων στο κεφάλαιο θα ήταν εις βάρος των εργαζομένων – θα μπορούσε όμως, θεωρητικά τουλάχιστο να προσφέρει ίσως, το 1980, οικονομικά πλεονεκτήματα, προσελκύοντας επενδύσεις σε ένα διεθνές περιβάλλον πολύ πιο προστατευμένο από σήμερα. Βεβαίως ήταν πολιτικά ανέφικτο δεδομένου ότι η ελληνική κοινωνία αντιμετώπιζε το φάσμα τεράστιων κοινωνικών ανισοτήτων, ενώ είχε ήδη από τότε εξαντλήσει τα περιθώρια ανταγωνισμού με τη συρρίκνωση κοινωνικών παροχών και εργατικών αμοιβών. Θεωρητικά όμως, θα μπορούσε μια τέτοια λύση να έχει ορισμένα πλεονεκτήματα.
Με τις ιδιωτικοποιήσεις και ταυτόχρονες αποεθνικοποιήσεις του ΟΤΕ και άλλων μεγάλων δημόσιων επιχειρήσεων, των μόνων μεγάλων και ανταγωνιστικών επιχειρήσεων, μόνων δυνάμει «εθνικών πρωταθλητών» που διαθέτει, η Ελλάδα επιχειρεί να μπει στο «φιλελεύθερο» τρένο όταν αγκομαχάει. Δεν προσελκύει επενδύσεις ούτε θέτει βάσεις παραγωγικής διεύρυνσης, πουλάει στρατηγικής σημασίας εθνικό πλούτο για να ικανοποιήσει καταναλωτικές ανάγκες μεσοστρωμάτων και να διαιωνίσει την ανοχή διαφθοράς και παραοικονομίας.
Τα προβλήματα του δημόσιου στην Ελλάδα είναι θλιβερά γνωστά και στον τελευταίο κάτοικο. Αλλά η διάλυση και αποσύνθεση του δημοσίου δεν είναι παρά η αναγκαία και ικανή προϋπόθεση για τη καταλήστευσή του από τα ιδιωτικά συμφέροντα – ένα διαλυμένο δημόσιο είναι η μία πλευρά του νομίσματος, ένας μη παραγωγικός, κρατικοδίαιτος καπιταλισμός της αρπαχτής είναι η άλλη, και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Η αποσύνθεση του δημοσίου και μια συστηματική εικοσαετής εκστρατεία εναντίον του, έχουν καταστήσει τον δημόσιο τομέα ελάχιστα δημοφιλή. Το πραγματικό και δύσκολο πρόβλημα είναι όμως η μεταρρύθμιση, όχι η κατάργηση του κράτους, ίσως μάλιστα χρειάζεται μάλλον επανακρατικοποίησή του. Σήμερα, το ελληνικό δημόσιο είναι ήδη εν πολλοίς αφανώς ιδιωτικοποιημένο από τους «Πανάγους». Το λιγότερο είναι η απομύζηση σημαντικών πόρων από τη διαφθορά-διαπλοκή-παραοικονομία. Το χειρότερο, η πραγματική καταστροφή, ότι αποτρέπεται οποιοσδήποτε εθνικός στρατηγικός σχεδιασμός. Το 1980 είμαστε πρώτοι στην ηλιακή-αιολική ενέργεια, σήμερα είμαστε τελευταίοι, έχοντας φάει τα μισά ΚΠΣ σε ανύπαρκτα σεμινάρια.
Το ΠΑΣΟΚ διέθεσε κάποτε τον μισό προϋπολογισμό για να κάνει τις προβληματικές αποθήκες εργαζομένων και μέσο πλουτισμού αξιωματούχων. Αλλά τις βρήκε, δεν τις δημιούργησε. Η Ελλάδα μάτωσε πολλά χρόνια να απαλλαγεί από την Πάουελ και την Ούλεν, ενώ δεν υπάρχει σήμερα σχεδόν καμμιά από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις που επιδοτήθηκαν δεκαετίες. Που είναι η Ιζόλα ή ο Μποδοσάκης? Το μόνο που υπάρχει είναι, παρά την κακοδιοίκησή τους, οι λιγότερο ή περισσότερο κρατικές επιχειρήσεις, Εθνική, ΟΤΕ, ΔΕΗ, Ολυμπιακή, ΕΥΔΑΠ, οι μόνες που μπορούν να ανταγωνιστούν διεθνώς ή να επενδύσουν σε τεχνολογική ανάπτυξη. Είναι δυνατόν, εν έτει 2007, κυβερνητικοί κύκλοι να προβάλλουν την «Ελλάδα του 1950» ως «πρότυπο» στο οποίο θέλουν να γυρίσουν τη χώρα.
‘Ενα διαρκώς διευρυνόμενο τμήμα κρατικών λειτουργιών, οικονομικής, εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, περνάει στα χέρια υπερεθνικών κέντρων εξουσίας, που λειτουργούν χωρίς δημοκρατικό έλεγχο. Χρησιμοποιούν, τα κέντρα αυτά, τις επωφελείς για τα ίδια λειτουργίες του ελληνικού κράτους, δεν αναλαμβάνουν όμως ταυτόχρονα και τις υποχρεώσεις του απέναντι στους πολίτες και το μέλλον της χώρας. Σε μερικές περιπτώσεις οι εξαρτήσεις είναι και εθνικά επικίνδυνες (Εθνική/Φινανσμπάνκ). Αν τώρα, ξένοι όμιλοι αποκτήσουν και τον έλεγχο, την ιδιοκτησία όλων των σημαντικών τομέων της ελληνικής οικονομίας, τι θα απομείνει από την Ελλάδα ως διεθνές υποκείμενο και όχι αντικείμενο, ως χώρα και όχι ως χώρο?
Με την εμμονή της σε μια τέτοια πολιτική, η κυβέρνηση Καραμανλή υπονομεύει και το κυριότερο επίτευγμά της – τη διακοπή μιας πορείας μειζόνων παραχωρήσεων χωρίς λόγο και αντάλλαγμα προς την Τουρκία (με αποκορύφωμα το σχέδιο Ανάν) που ακολουθούσε η προηγούμενη κυβέρνηση και το άνοιγμα προς τη Ρωσία του Πούτιν. Γιατί υπονομεύει με την οικονομική και κοινωνική της πολιτική και την κυβερνητική της διαχείριση, τους οικονομικούς, κοινωνικούς και ηθικο-ιδεολογικούς όρους και προϋποθέσεις άσκησης εθνικής εξωτερικής πολιτικής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.