15/6/09

Ο διχασμός των Τουρκοκυπρίων…

«Ουδέν κακόν αμιγές καλού» και η πολιτική τουλάχιστον ξέρει να λαμβάνει τη γνωστή ρήση υπόψη της αρκετές φορές. Ειδικά, μάλιστα, όταν διεξάγονται διαπραγματεύσεις για ένα μεγάλο ζήτημα, όπως το Κυπριακό.Στα κατεχόμενα αυτή τη στιγμή υπάρχει γι' άλλη μια φορά μια «διχασμένη εξουσία». Άλλες απόψεις έχει ο Τουρκοκύπριος ηγέτης και κύριος διαπραγματευτής του Κυπριακού Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, άλλες η «κυβέρνηση» Έρογλου.

Δύο Τούρκοι αναλυτές, ο Μεχμέτ Χασγκιουλέρ και ο Μουράτ Οζκαλελί, σε άρθρο τους στην εφημερίδα «Ραντικάλ», εκτιμούν πάντως ότι αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό...
Με μια πρώτη ματιά, αυτός ο... διχασμός μπορεί να ερμηνεύεται ως φόβος ή «βόμβα» στις συνομιλίες, με μια δεύτερη, όμως, μπορεί να αποτελέσει ένα πολύ καλό πλεονέκτημα.
Μετά τη διενέργεια των «εκλογών» στην «ΤΔΒΚ», το Κόμμα Εθνικής Ενότητας (UBP) ήρθε αυτοδύναμο στην «εξουσία», με συνέπεια να συζητείται το ενδεχόμενο μιας δυσαρμονίας μεταξύ «προέδρου» και «κυβέρνησης». Στην πραγματικότητα, αυτό μπορεί να αποτελέσει ένα πλεονέκτημα, το οποίο μπορεί να συνοψιστεί ως εξής:
Η «ΤΔΒΚ» ήρθε αντιμέτωπη για πρώτη φορά με την έννοια του «διχασμού» μετά τις «εκλογές» του Δεκεμβρίου 2003, οι οποίες σηματοδότησαν και τη συγκατοίκηση «προέδρου» και «κυβέρνησης» με διαφορετικές κομματικές προελεύσεις. Μετά τις «εκλογές» αυτές, αν και σχηματίστηκε μια «κυβέρνηση» συνασπισμού Ρεπουμπλικανικού Τουρκικού Κόμματος [CTP] - Δημοκρατικού Κόμματος [DP], εντούτοις ήταν πασιφανές ότι το DP δεν είχε καμία ιδιαίτερη λειτουργικότητα.
Η τότε συγκατοικούσα «κυβέρνηση», με επικεφαλής τον Ταλάτ, είχε καταφέρει να δημιουργήσει αρκετά προβλήματα στον τότε «πρόεδρο» και διαπραγματευτή Ντενκτάς. Ο Ταλάτ, μάλιστα, είχε επιλέξει ακόμη και να θέσει σε αμφισβήτηση τη διαπραγματευτική θέση του Ντενκτάς, με το αιτιολογικό ότι είχε απολέσει τη λαϊκή υποστήριξη. Ο Ντενκτάς, επί δεκαετίες, παρακαθόταν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, στο όνομα της διαφύλαξης του υπάρχοντος καθεστώτος.
Η «κυβέρνηση» Ταλάτ ζητούσε την αλλαγή του υπάρχοντος καθεστώτος και, υπό την πίεσή της, ο Ντενκτάς απώλεσε την πειστικότητά του στα διεθνή φόρα και στο τέλος έχασε και τη δύναμή του. Ο Ντενκτάς, στο δημοψήφισμα του σχεδίου Ανάν, έδειξε την κάθετη αντίθεσή του. Όμως, ο Ταλάτ το υποστήριξε. Αυτό είχε ως συνέπεια η «συγκατοίκηση» να παραχωρήσει τη θέση της στη «σύγκρουση». Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε, μέχρις ότου ο Ταλάτ ανέλαβε το «προεδρικό» αξίωμα.
Οι συνομιλίες, στην πραγματικότητα, διεξάγονται «ως ένα παιχνίδι δύο επιπέδων». Το πρώτο επίπεδο είναι η εθνική πολιτική, το δεύτερο είναι η διεθνής αρένα. Η επιτυχία των συνομιλιών εξαρτάται από τις πολιτικές που θα παραχθούν από κοινού και στα δύο αυτά επίπεδα. Ο Ντενκτάς, με τη δύναμη που είχε σε εθνικό επίπεδο, χρόνια ολόκληρα στα διεθνή πεδία άσκησε άκαμπτη πολιτική. Όταν, όμως, έχασε σε εθνικό επίπεδο, τότε έχασε και τη διεθνή επιρροή του.


Η άνοδος του Ταλάτ
Ο Ταλάτ, σε εθνικό επίπεδο, για πολλά χρόνια ήταν ανεπιτυχής. Μπορεί μάλιστα να λεχθει ότι ήταν και αρχηγός ενός κόμματος, το οποίο άνετα θα χαρακτηριζόταν ως περιθωριακό. Όμως, κατορθώνοντας να μετατρέψει τη διεθνή συγκυρία προς όφελός του, από τη μια στιγμή στην άλλη κατάφερε να ανέλθει. Ως γνωστόν, κατά την «εκλογική» αναμέτρηση του 1998, το CTP ήρθε τέταρτο κόμμα, με ποσοστό ψήφων της τάξης του 13,35%, εκλέγοντας μόνο έξι «βουλευτές».
Το ποσοστό αυτό υπολειπόταν ακόμη και από το ποσοστό του ΤΚΡ [Κόμμα Κοινοτικής Απελευθέρωσης], το οποίο είχε λάβει 15,36%, εκλέγοντας εφτά «βουλευτές». Μετά από 1,5 χρόνο, στις «προεδρικές» εκλογές του 2000, οι προσωπικές ψήφοι του Ταλάτ είχαν φθάσει σχεδόν στο 10%. Στις γενικές «εκλογές» του 2003, το CTP, υπό την ηγεσία του Ταλάτ, λαμβάνοντας άνω του 35% των ψήφων, ήρθε πρώτο κόμμα. Φθάνοντας το 2005, οι ψήφοι του CTP ανήλθαν στο 44% και, αμέσως μετά, ο Ταλάτ λαμβάνοντας το 55% των ψήφων εξελέγη «πρόεδρος». Η αύξηση αυτή δεν μπορεί να εξηγηθεί με την εθνική πολιτική. Από το 2002 και εντεύθεν, οι διεθνείς συγκυρίες είχαν αλλάξει υπέρ του CTP, με συνέπεια να εξασφαλιστεί ένα πολιτικό μέλλον για τον Ταλάτ και τους συντρόφους του.


...και η πτώση
Από το 2005 και εντεύθεν, το CTP ήλεγχε τόσο την «προεδρία», όσο και την «κυβέρνηση». Τοιουτοτρόπως, έλαβε τέλος και η περίοδος της «διχασμένης συγκατοίκησης». Όμως, μετά την ενδιάμεση «εκλογική» αναμέτρηση του 2006, το CTP έφθασε στους 25 «βουλευτές» και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, με τη βοήθεια ενός εικονικού κόμματος, αύξησε τη δύναμή του, πράγμα το οποίο ήταν επιζήμιο για την «τουρκική» πλευρά στις συνομιλίες. Διότι η εξουσία του CTP τη δύναμή της δεν την έλαβε σε εθνικό επίπεδο, αλλά λόγω των ερεισμάτων της διεθνώς, με συνέπεια να αποτελεί αναπόφευκτα το μέρος εκείνο, το οποίο αναμένεται να πραγματοποιήσει τις υποχωρήσεις.
Για παράδειγμα, ενώ αυτή η οποία αποδέχθηκε το σχέδιο Ανάν ήταν η «τουρκική» πλευρά, εντούτοις ο Παπαδόπουλος, με δάκρυα στα μάτια, κατάφερε όχι μόνο να εξασφαλίσει την απόρριψη του σχεδίου, αλλά και να καθίσει τον Ταλάτ στο σκαμνί. Επιπλέον, και το ΑΚΕΛ, αν και την εποχή κατά την οποία ήταν στην αντιπολίτευση είχε συνάψει «φιλίες!» τόσο με τον Ταλάτ όσο και με το CTP, όταν ο Γενικός Γραμματέας του Χριστόφιας έλαβε το αξίωμα του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, επέλεξε το δρόμο μιας στρατηγικής συνομιλίών που έφερε σε δύσκολη θέση τον Ταλάτ. Η «διοίκηση» Ταλάτ δεν κατέστη δυνατό να εξασφαλίσει από την Ε.Ε. τις υποσχέσεις που της είχε δώσει για ανοίγματα, αλλά παράλληλα δεν μπόρεσε να έχει ούτε και απτές επιτυχίες στο διπλωματικό πεδίο.


Νέος «διχασμός»
Μετά τις «εκλογές» του 2009, στην «ΤΔΒΚ» άρχισε και πάλι η περίοδος της «διχασμένης συγκατοίκησης». Όμως, αυτή τη φορά τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Στην πραγματικότητα, μπορούμε να πούμε ότι οι διεθνείς συγκυρίες του 2002 συνεχίζουν ακόμη να υπάρχουν στη διεθνή αρένα. Όμως, η μεγάλη αποτυχία της «κυβέρνησης» του CTP σε εθνικό επίπεδο, άνοιξε το δρόμο και για μια μεγάλη απώλεια ψήφων, με συνέπεια όχι μόνο το ίδιο να απολέσει την «εξουσία», αλλά και το κόμμα της «αντιπολίτευσης» UBP να σχηματίσει αυτοδύναμη «κυβέρνηση».
Κατά την «προεκλογική» περίοδο, η υπόθεση του Κυπριακού δεν ήρθε καθόλου στο προσκήνιο. Η «προεκλογική» εκστρατεία περιστράφηκε γύρω από θέματα εσωτερικής πολιτικής. Άρα, μπορούμε να πούμε ότι, και αν ακόμη συνεχίζεται η διεθνής συγκυρία, η εθνική συγκυρία στην «ΤΔΒΚ» έχει αλλάξει δραματικά. Στο ισοζύγιο πολιτικής ισχύος το UBP και το CTP άλλαξαν θέσεις.
Τώρα, τι είδους αποτελέσματα θα φέρει, σε ό,τι αφορά τις συνομιλίες για το Κυπριακό, η έλευση στην «εξουσία» του UBP; Είναι πασιφανές ότι το κόμμα αυτό είναι εθνικιστικό, αλλά στην πραγματικότητα και ο «λαός» της «ΤΔΒΚ», σε γενικές γραμμές, εκδηλώνει μια εθνικιστική τάση. Ως αποτέλεσμα αυτού, το UBP έλαβε πίσω τις δανεικές ψήφους που είχε παραχωρήσει στο CTP και με τον τρόπο αυτό επανήλθε στην «εξουσία».
Πάντως, δεν πρέπει να αγνοείται και το εξής: Το UBP βρίσκεται σε τελείως διαφορετική γραμμή από τη γραμμή Ντενκτάς - DP. Η θεμελιώδης διαφορά, από την άποψη της εξωτερικής πολιτικής, έγκειται στο γεγονός ότι ο Ντενκτάς τηρεί μια σκληρή φρασεολογία και στάση απέναντι στην Ε.Ε. και τη Δύση. Αντίθετα, το UBP εδώ και χρόνια προτιμά μια δυτικο-φιλελεύθερη πολιτική, η οποία μπορεί να εξασφαλίσει μια αρμονία με την Ε.Ε.. Στην πραγματικότητα, η εθνικιστική στάση του UBP, στο παρόν στάδιο, μπορεί να ενδυναμώσει το χέρι της «τουρκικής» πλευράς και να μετατραπεί σε ένα μεγάλο πλεονέκτημα.


Παιχνίδια... διαπραγματεύσεων
Κατά την τουρκική άποψη, όποτε ο Χριστόφιας στριμωχθεί στη γωνία και πρέπει να κάνει υποχωρήσεις, τρέχει προς βοήθειά του ο συνεταίρος του, το ΔΗΚΟ. Η ηγεσία του κόμματος αυτού προβαίνει σε μια σκληρή δήλωση προς την ε/κ κοινή γνώμη και, με τον τρόπο αυτό, κλείνει το δρόμο των υποχωρήσεων. Δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής ότι αυτό το διμερές παιχνίδι είναι μια άκρως επιτυχής τακτική. Όπως και να έχει η κατάσταση, μεταξύ ΑΚΕΛ και ΔΗΚΟ υπάρχει μια συνεργασία. Τελικά, η αρμονία, η οποία υπάρχει μεταξύ ΑΚΕΛ και ΔΗΚΟ, μπορεί να παρατηρηθεί και στην εσωτερική πολιτική. Γιατί, άραγε, το ΔΗΚΟ πραγματοποιεί σκληρές επικρίσεις εναντίον του ΑΚΕΛ, όσον αφορά την πολιτική του στο Κυπριακό; Το ΔΗΚΟ με το ΑΚΕΛ διαμοιράζονται την εξουσία και παίζουν άριστα το ρόλο «του καλού και του κακού αστυνομικού». Έτσι, εξασφαλίζουν και πλεονεκτήματα στις συνομιλίες.


Ποιες είναι οι πολιτικές επιλογές του Τ/κύπριου ηγέτη
Η «κυβέρνηση» του UBP στην πραγματικότητα αποτελεί ατού, το οποίο μπορεί να ενδυναμώσει το χέρι της «τουρκικής» πλευράς. Αρκεί η «τουρκική» πλευρά να αντιληφθεί ότι βρίσκεται μέσα σε ένα διμερές παιχνίδι και να αφήσει να φανούν τα πλεονεκτήματα της «διχασμένης συγκατοίκησης» πάνω στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Για το λόγο αυτό, το μπαλάκι βρίσκεται στην πλευρά του Ταλάτ. Διαφορετικά, ο Ταλάτ ή θα προσπαθήσει να κλείσει τη χαμένη εσωτερική πολιτική υποστήριξή του, κάνοντας υποχωρήσεις στις συνομιλίες, προκειμένου να κερδίσει για μιαν ακόμη φορά την υποστήριξη σε διεθνές επίπεδο, την οποία θα ζητήσει να εξαργυρώσει στην επόμενη «προεδρική» αναμέτρηση, ή θα τείνει ευήκοον ους στο UBP και στην εθνικιστική πλευρά, που το έχει οδηγήσει στην «εξουσία», και θα το χρησιμοποιήσει ως ένα πλεονέκτημα.
Με άλλα λόγια, ο Ταλάτ ή θα πραγματοποιήσει υποχωρήσεις στο εξωτερικό και θα προσπαθήσει να κερδίσει δύναμη στο εσωτερικό, ή με τη δύναμη την οποία θα έχει λάβει από το εσωτερικό, θα προσπαθήσει να κερδίσει υποχωρήσεις από το εξωτερικό. Η απόφαση και η αρμοδιότητα ανήκουν στον «πρόεδρο» Μ. Α. Ταλάτ…
ΖΑΧΑΡΑΚΗ ΜΑΡΙΑ ΣΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.