29/7/09

Η ΔΙΖΩΝΙΚΗ ΔΙΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ

θα διαχωρίζεται το κράτος σε δυο περιοχές Ε/Κ και Τ/Κ που η κοινοτική διακυβέρνησή τους θα καταστήσει την Τ/Κ περιφέρεια ουσιαστικά ανεξέλεγκτη. Και τούτο λόγω
α) της διαχρονικής πολιτικής της Τουρκίας για ανεξαρτησία της Τ/Κ περιοχής,
β) της άρνησης της Τ/Κ πλευράς να υπαχθεί σε μια κεντρική κυβέρνηση με ευρείες εξουσίες σε ολόκληρο το ομοσπονδιακό κράτος και γ) την απαίτηση της Τουρκικής πλευράς για λήψη των αποφάσεων της κεντρικής κυβέρνησης σε σχέση με όλα τα θέματα με τη σύμφωνη γνώμη της Τ/Κ περιφέρειας.

Λουκή Γ. Λουκαΐδη, Δικηγόρου,τ. δικαστή του ΕΔΑΔ
WEB.MAC.COM.

Πριν μπω στο θέμα της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας πιστεύω ότι πρέπει να πω λίγα λόγια για την έννοια του ομοσπονδιακού κράτους. Ομοσπονδιακό κράτος είναι το κράτος που σε αντίθεση με το ενιαίο αποτελείται από περιοχές που έχουν καθορισμένη αυτονομία την οποία εφαρμόζει η κάθε μια με δικά της όργανα (εκτελεστικά, νομοθετικά και δικαστικά) ενώ παράλληλα υπάρχει μια κεντρική κυβέρνηση (ομοσπονδιακή) η οποία έχει αρμοδιότητες που ασκούνται απ’ ευθείας σε ολόκληρο το ομοσπονδιακό κράτος, δηλαδή σε όλες τις περιοχές, με άλλα δικά της (ομοσπονδιακά) όργανα (εκτελεστικά κλπ). Συνεπώς ο λαός των σχετικά αυτόνομων περιοχών υπάγεται απ’ ευθείας σε δυο εξουσίες εκείνη της κεντρικής κυβέρνησης και εκείνη της περιοχής όπου κατοικεί. Οι εξουσίες αυτές κατά κανόνα δεν συγκρούονται. Τα περισσότερα κράτη είναι ενιαία π.χ. Γαλλία, Σουηδία, Ελλάς κ.α. Παραδείγματα ομοσπονδιακών κρατών είναι οι Η.Π.Α., Καναδάς, Αυστραλία, Ελβετία.

Ο κλασσικός τρόπος δημιουργίας του ομοσπονδιακού κράτους είναι δια της συνένωσης δυο ή περισσότερων κρατών υπό μια κοινή εξουσία ανεξάρτητη των εξουσιών κάθε κράτους τα οποία το απαρτίζουν (πχ ΗΠΑ, Ελβετία). Υπάρχει όμως και η περίπτωση δημιουργίας ομοσπονδιακού κράτους δια της αποσύνθεσης ήδη υφισταμένου ενιαίου κράτους (π.χ. Ρωσσία, Βραζιλία). Το ομοσπονδιακό κράτος είναι πολύπλοκο και πολυδάπανο λόγω των πολλών κρατικών οργάνων και διαδικασιών που απαιτούνται για την λειτουργία του. Βασικές προϋποθέσεις σε κάθε ομοσπονδιακό κράτος είναι η ενότητα του μέσoν του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε ολόκληρη την επικράτεια του(δικαίωμα εγκατάστασης ιδιοκτησίας, πολιτικά δικαιώματα κλπ), του κοινού νομίσματος, των κοινών βασικών αρχών δικαίου και της απαγόρευση φυλετικών διακρίσεων. Στα ομοσπονδιακά κράτη δεν νοείται να διαχωρίζονται οι περιοχές που συνθέτουν το κράτος ή τα ανθρώπινα δικαιώματα με βάση φυλετικά κριτήρια ή, στην περίπτωση των ατομικών δικαιωμάτων, ανάλογα με την περιοχή που τυγχάνει να εισέρχεται ένας υπήκοος του κράτους

Ο διαχωρισμός ενός ομοσπονδιακού κράτους σε περιφέρειες βασιζόμενες σε φυλετικά κριτήρια συνεπάγεται

α) την παραβίαση της απαγόρευσης φυλετικών διακρίσεων σύμφωνα με τους κανόνες του αναγκαστικού διεθνούς δικαίου που επιφέρει σύμφωνα με τη συνθήκη της Βιέννης 1980 ακυρότητα οποιασδήποτε διεθνούς συμφωνίας που προβλέπει τέτοια παραβίαση και

β) τη δημιουργία πόλωσης μεταξύ των περιφερειών που απαρτίζουν το κράτος και τη δημιουργία κινδύνου αντιπαλότητας και προώθησης θεμάτων σε κάθε περιφέρεια πάνω σε εθνικιστικά κριτήρια μάλλον παρά κριτήρια που εξυπηρετούν το κράτος σαν σύνολο με αποτέλεσμα να δημιουργούνται διαχωριστικές παρά ενοποιητικές τάσεις, οι οποίες να διασπούν και ακόμη να ανεξαρτητοποιούν τις περιφέρειες. Αυτά τα αρνητικά στοιχεία εντείνονται αν οι περιφέρειες είναι δυο όπως συνέβη με τη Τσεχοσλοβακία, η οποία τελικά χωρίστηκε σε δυο ανεξάρτητα κράτη έστω και αν δεν υπήρχαν τα επιπρόσθετα προβλήματα αναγκαστικού φυλετικού διαχωρισμού και αποκλεισμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε οποιαδήποτε περιοχή.

Εξάλλου η σύνθεση ενός ομόσπονδου κράτους με δυο μόνο ισότιμες περιοχές αποτελεί από μόνο του πρόβλημα λόγω της δυνατότητας κάθε περιφέρειας, ανεξάρτητα αν ο πληθυσμός της αποτελεί μειοψηφία στο σύνολο του κράτος, να μπλοκάρει από μόνη της τις αποφάσεις της κεντρικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης.

Στην Κύπρο το προτεινόμενο ομοσπονδιακό κράτος θα απαρτίζεται (όπως ο όρος διζωνική εξυπακούει) από δυο μόνο περιφέρειες και θα κυβερνώνται από τις δυο κοινότητες Ε/κ και Τ/κ αντιστοίχως. Τέτοιο πολιτειακό κατασκεύασμα δεν υπήρξε ούτε αναμένεται να υπάρξει άλλο ποτέ σε όλο τον κόσμο. Για να επιτευχθεί δε αυτό απαιτείται

α) δημιουργία περιοχών βάσει κοινοτικών διακρίσεων και

β) αποκλεισμός των πολιτικών δικαιωμάτων κάθε κοινότητας στην περιοχή που θα διοικείται από την άλλη κοινότητα. Βέβαια οι Τούρκοι ζητούν επιπρόσθετα να αποκλεισθούν τα δικαιώματα εγκατάστασης, και περιουσίας σε κάθε περιοχή σε σχέση με την κοινότητα της άλλης περιοχής. Και τούτο διότι για την εξασφάλιση της δικοινοτικής μορφής της λύσης που θα συνεπάγεται διοίκηση της μιας από τις δυο περιοχές από τους Τ/Κ επιδιώκεται η πλειοψηφία των κατοίκων και της ακίνητης ιδιοκτησίας να είναι Τ/Κ πάνω σε μόνιμη βάση. Ουσιαστικά οι Τούρκοι επιδιώκουν ένα εθνικό ξεκαθάρισμα στην περιοχή που θα διοικούν για να διαιωνίσουν την τουρκοποίηση της περιοχής αυτής ως πρόδρομο ανεξαρτητοποίησής τους ως κρατικής οντότητας για να μην πω και τουρκοποίηση της υπόλοιπης Κύπρου. Αυτό επιδιώκουν με μια δικοινοτική διζωνική ομοσπονδία στο στάδιο αυτό.

Με τα δεδομένα λοιπόν της Κύπρου η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία θα πάσχει από τα εξής σοβαρά προβλήματα:

θα διαχωρίζεται το κράτος σε δυο περιοχές Ε/Κ και Τ/Κ που η κοινοτική διακυβέρνησή τους θα καταστήσει την Τ/Κ περιφέρεια ουσιαστικά ανεξέλεγκτη. Και τούτο λόγω

α) της διαχρονικής πολιτικής της Τουρκίας για ανεξαρτησία της Τ/Κ περιοχής,

β) της άρνησης της Τ/Κ πλευράς να υπαχθεί σε μια κεντρική κυβέρνηση με ευρείες εξουσίες σε ολόκληρο το ομοσπονδιακό κράτος και γ) την απαίτηση της Τουρκικής πλευράς για λήψη των αποφάσεων της κεντρικής κυβέρνησης σε σχέση με όλα τα θέματα με τη σύμφωνη γνώμη της Τ/Κ περιφέρειας.

Συνέπεια αυτή της κατάστασης είναι ότι

α) οι έποικοι θα πολλαπλασιάζονται και νόμιμα και απεριόριστα λόγω του ελέγχου των βορείων συνόρων της Κύπρου από μία ανεξέλεγκτη Τ/Κ διοίκηση υποταγμένη στην Τουρκία,

β) οι Ε/Κ θα στερούνται βασικών δικαιωμάτων στην Τ/Κ περιφέρεια και γ) θα καταλήξουμε σε νομιμοποίηση ουσιαστικής διχοτόμησης που θα οδηγήσει τελικά σε ένα ανεξάρτητο Τ/Κ κράτος που πολύ ευκολότερα παρά τώρα θα τύχει διεθνούς αναγνώρισης.

Το σχέδιο Ανάν που διευκόλυνε τα Τουρκικά σχέδια και διέλυε την Κυπριακή Δημοκρατία συντάχθηκε από την ομάδα των συνεργατών του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Στην ομάδα αυτή πρωταρχικό ρόλο διαδραμάτισε ως νομικός σύμβουλος για το σχέδιο ο Ελβετός Didier Pfirter. Σε ένα άρθρο που δημοσίευσε το 2007 προ τιμή του φίλου του επίσης Ελβετού Προέδρου, τότε, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Κου Wildhaber παραδόξως, καταδικάζει το γεωγραφικό διαχωρισμό ξεχωριστών εθνικών ομάδων λέγοντας τα εξής:

«Από πλευράς ανθρωπίνων δικαιωμάτων ο γεωγραφικός διαχωρισμός δυο ξεχωριστών εθνικών ομάδων είναι εξαιρετικά προβληματικό εγχείρημα που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς επέμβαση με πολύ οδυνηρούς και δραστικούς τρόπους με τις ζωές και τα ανθρώπινα δικαιώματα του επηρεαζόμενου λαού. Οποτεδήποτε αυτό συνέβηκε οι ζωές των θυμάτων κατεστράφησαν σε ουσιαστικό βαθμό και μόνο τα παιδιά τους ή άλλοι απόγονοι τους μπόρεσαν λίγο πολύ να αναπτύξουν ρίζες κάπου αλλού. Κάτω από ομαλές συνθήκες φαίνεται κυριολεκτικά αδύνατο να βρεθεί ένα νόμιμο δημόσιο συμφέρον που θα ήταν αρκετά ισχυρό για να δικαιολογήσει μια τέτοια δραστική επέμβαση στα ανθρώπινα δικαιώματα.»

Βεβαια στη συνέχεια ο κ. Pfirter προσπαθεί να δικαιολογήσει το ρόλο του στο σχέδιο Ανάν που κατέληξε στην υιοθέτηση ενός τέτοιου γεωγραφικού φυλετικού διαχωρισμού και παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων λέγοντας ότι βρήκε την κατάσταση στην Κύπρο με προϋπάρχοντα γεωγραφικό διαχωρισμό των δυο κοινοτήτων που ήταν αποτέλεσμα βίας και παραβίαζε ήδη τα ανθρώπινα δικαιώματα και το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και γι’ αυτό προσπάθησε όσο ήταν δυνατό να συμβιβάσει μέσα στο σχέδιο τα ασυμβίβαστα.

Υπενθυμίζω πάλιν εδώ την κατάρρευση της διζωνικής ομοσπονδίας της Τσεχοσλοβακίας που ήταν διαμελισμένη σε δυο περιφέρειες που κατοικούντο από Τσέχους και Σλοβάκους αντιστοίχως. Η κατάρρευση επήλθε μόλις έφυγε το κομμουνιστικό σύστημα που επιβαλλόταν από τη Σοβιετική Ένωση δια της βίας και επενεργούσε σαν ενοποιητικό στοιχείο. Σημειώνω εδώ ότι μετά την απελευθέρωση της από το κομμουνιστικό καθεστώς και παρόλο που τα ανθρώπινα δικαιώματα όπως της ελεύθερης εγκατάστασης, ιδιοκτησίας και πολιτικών δικαιωμάτων ήταν κατοχυρωμένα βάσει τη Ευρωπαϊκής σύμβασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων την οποία η Τσεχοσλοβακία επικύρωσε, η κατάρρευση του ομόσπονδου κράτους δεν αποφεύχθηκε. Και τούτο οφειλόταν απλώς στη διπεριφερειακή φύση του κράτους και στο γεωγραφικό de facto διαχωρισμό των δυο εθνικών ομάδων. De facto γεωγραφικός διαχωρισμός εθνικών ομάδων υπάρχει και στο Βέλγιο που γιαυτό και μόνο τον λόγο κινδυνεύει να διαλυθεί. Η χώρα αυτή είναι μεν ομόσπονδο κράτος άλλα παρά την εκ των πραγμάτων διαίρεση σε περιφέρειες που κατοικούνται από διαφορετικές εθνικές κοινότητες το Σύνταγμα διασφαλίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα χωρίς φυλετικές διακρίσεις όπως ορισμένοι στην Κύπρο εκ του πονηρού διατείνονται. Στο Βέλγιο υπάρχει ελευθερία εγκατάστασης και ιδιοκτησίας όλων των Βέλγων σε ολόκληρη την επικράτεια της χώρας.

Χρήσιμη είναι και η αναφορά στη Βοσνία και Ερζεγοβίνη. Το πρόβλημα είναι γνωστό. Υποτίθεται ότι δόθηκε λύση σ’ αυτό με τη συμφωνία Dayton στις Η.Π.Α. Η λύση στηριζόταν και προέβλεπε διαχωρισμό και ξεχωριστά δικαιώματα των τριών εθνικών ομάδων του πληθυσμού δηλ. των Σέρβων, των Βοσνίων και των Κροατών. Κατοχύρωνε συνεταιρική και εκ περιτροπής διακυβέρνηση της χώρας με βάση εθνικιστικά και φυλετικά κριτήρια. Μέχρι σήμερα η λύση αυτή δεν λειτουργεί. Διατηρείται επιφανειακά και τυπικά λόγω της παραμονής των ευρωπαϊκών στρατευμάτων που βρίσκονται εκεί για την υλοποίηση της λύσης. Η ένταση υπάρχει, η δυσλειτουργία συνεχίζεται και μόλις φύγουν τα στρατεύματα αναμένεται ότι το όλο πολιτειακό κατασκεύασμα θα καταρρεύσει. Εδώ αξίζει να αναφέρουμε τι έγραψε η νομικός σύμβουλος Gro Nystuen που έλαβε μέρος στις σχετικές διαπραγματεύσεις στο Dayton για την εν λόγω λύση. Επαναλαμβάνω επί λέξει το σχετικό κείμενο της με δική μου μετάφραση από τα αγγλικά.

«Στις διαπραγματεύσεις αναφορικά με τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη, οι υπεύθυνοι-μεσολαβητές είχαν την τάση να θεωρούν τις προοπτικές κατάληξης σε μια πολιτική διευθέτηση, τόσο σημαντικές που μια ενδελεχής νομική ανάλυση των πτυχών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στα Συντάγματα της χώρας αυτής δεν διεξάχθηκε. Κατά το χρόνο των διαπραγματεύσεων, ειδικότερα λόγω της αποτυχίας της διευθέτησης 18 μήνες προηγουμένως, θεωρήθηκε ως πολύ επικίνδυνο να εγερθούν ανησυχίες σχετικά με την εθνικιστική διάκριση που θα συμπεριλαμβανόταν στο συνταγματικό σύστημα. Υπήρχε ο φόβος ότι αυτό από μόνο του θα μπορούσε να καταστρέψει τις προοπτικές για μια συμφωνία. Βλέποντας όμως πίσω και σαν ένα μάθημα που πήραμε φαίνεται ξεκάθαρα ότι θα ήταν καλύτερη λύση να ακολουθήσουμε τις παραμέτρους του διεθνούς δικαίου κάνοντας την εθνικιστική ισορροπία του συστήματος προσωρινή. Αυτό θα επέτρεπε μια πολιτική εξέλιξη στη Βοσνία που τελικά θα μπορούσε να κατευθυνθεί προς μια πολιτική ενοποίηση παρά όπως αποδείχθηκε ένα τσιμέντωμα της αρχικής πολιτικής της διάσπασης και αποσύνθεσης.»

Και συνεχίζει η εν λόγω νομικός:

«Η απροθυμία να εξεταστούν αυτά τα θέματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε σχέση με την συμφωνία ειρήνης του Dayton είχε σαν αποτέλεσμα ένα νομικό πλαίσιο που είναι ασυμβίβαστο με το διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και που πράγματι κατακρίθηκε γι’ αυτό το λόγο. Αλλά ακόμη πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι είχε σαν αποτέλεσμα ένα πλαίσιο που εμποδίζει μια πολιτική εξέλιξη προς τη κατεύθυνση ενός γνήσιου πολυεθνικού συστήματος, το συνταγματικό σύστημα διασφαλίζει ότι η προσήλωση στην εθνικότητα θα παραμείνει ουσιαστικό στοιχείο για κάθε πρόσωπο και για κάθε πολιτικό κόμμα στη Βοσνία στο προβλεπτό μέλλον. Η προσήλωση στην εθνικότητα θα είναι η κινητήριος δύναμη πίσω από τα πολιτικά επιχειρήματα για σχεδόν κάθε πολιτικό θέμα. Η συνεχής διάσπαση θα επικρατεί»

»Το συμπέρασμα αυτού του βιβλίου» καταλήγει η εν λόγω συγγραφεύς «είναι συνεπώς ότι είναι καλύτερα να τυγχάνουν χειρισμού τα ενδεχόμενα προβλήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε διαπραγματεύσεις για την ειρήνη μάλλον παρά να αγνοούνται. Έστω και αν ακόμη είναι δελεαστικό βραχυπρόθεσμα να παραγνωρίζονται ενδεχόμενα επίμαχα ζητήματα σχετιζόμενα με ανθρώπινα δικαιώματα, υπάρχει μεγαλύτερη ελπίδα επίτευξης πλήρους εφαρμογής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μακροπρόθεσμα αν τα θέματα αυτά τυγχάνουν χειρισμού με ανοικτό και συστηματικό τρόπο. Επίσης είναι προτιμότερο να καταλήγεις σε συμφωνίες που περιέχουν προσωρινές επεμβάσεις σε ανθρώπινα δικαιώματα μάλλον παρά να συμφωνείς σε διευθετήσεις στις οποίες αυτά τα θέματα δεν έτυχαν προσοχής και συνεπώς συνιστούν μόνιμες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως έγινε με τη συμφωνία Dayton».

Είναι για αυτό που πρέπει να προτάξουμε επιτέλους τις αρχές της Ε.Ε. όπου ανήκει και η Κύπρος δηλαδή την ελευθερία, τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου προς όφελος όλων των κατοίκων της Κύπρου. Μόνο με βάση τις αρχές αυτές μπορεί να υπάρξει ένα ενωμένο κυπριακό κράτος όπου όλοι οι κάτοικοι θα απολαμβάνουν τα ίδια ανθρώπινα δικαιώματα ανεξάρτητα με την περιοχή που εισέρχονται και ανεξάρτητα από την εθνική τους καταγωγή. Αν οι αρχές αυτές θα υιοθετηθούν θα έχουν σαν αποτέλεσμα να φέρουν μαζί όλες τις εθνικές κοινότητες για να συνεργαστούν για το κοινό συμφέρον της Κύπρου αντί να ανταγωνίζεται η μια την άλλη και να κατευθύνονται από εθνικά ελατήρια ή φιλοδοξίες. Αυτό είναι που ισχύει σε όλα τα δημοκρατικά κράτη. Επίσης μόνο με βάση τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ανάφερα θα αποφευχθεί ο πολλαπλασιασμός των εποίκων και η διχοτόμηση πάνω σε νόμιμη μόνιμη βάση.

Βέβαια υπάρχει και το επιχείρημα: είναι τώρα πια δυνατόν να αλλάξει η πολιτική μας ηγεσία κατεύθυνση και να ζητά την εφαρμογή των εν λόγω αρχών; Eίναι γεγονός ότι το δικοινοτικό ομόσπονδο κράτος με γεωγραφικό διαχωρισμό έγινε αποδεκτό για πρώτη φορά στις 12 Φεβρουαρίου 1977 από τον τότε Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπο Μακάριο σε μια συμφωνία του με τον Τ/Κ Ραούφ Ντενκτάς και έκτοτε μέχρι σήμερα επαναλαμβάνεται η αποδοχή της συμφωνίας αυτής από τον εκάστοτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας παρά το γεγονός ότι μεσολάβησαν τέτοια γεγονότα που άλλαζαν τις προϋποθέσεις της συμφωνίας και επέβαλλαν ριζική αλλαγή της πολιτικής μας.

Τα γεγονότα αυτά ήσαν βασικά τα εξής:

(α) η ανακήρυξη του ψευδο-κράτους το 1983 από τους Τ/Κ,

(β) η έναρξη ισχύος της συνθήκης της Βιέννης του 1980 που προβλέπει για την ακυρότητα διεθνών συμφωνιών που είναι αντίθετες με κανόνες του αναγκαστικού δικαίου όπως εκείνους που είναι ασυμβίβαστοι με τη λύση για την οποία μιλούμε,

(γ) η καταδίκη της Τουρκίας από το ΕΔΑΔ για συνεχείς και μαζικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων,

(δ) οι προτάσεις των Τ/Κ στις δικοινοτικές συνομιλίες που απομακρύνονταν από την παραδοσιακή έννοια του ομόσπονδου κράτους και στήριζαν μάλλον περισσότερο την έννοια της συνομοσπονδίας, τη συνεργασία δηλαδή δυο ανεξαρτήτων κρατών,

(ε) η απόρριψη του σχεδίου Ανάν, ο πυρήνας του οποίου ήταν η έννοια της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας και

(στ) φυσικά η ένταξη μας στην Ε.Ε., η οποία προϋποθέτει και απαιτεί το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που περιλαμβάνουν και την απαγόρευση φυλετικών διακρίσεων. Παράλληλα όμως η λύση της δικοινοτικής ομόσπονδης κυπριακής πολιτείας υιοθετήθηκε, λόγω και της δικής μας πολιτικής στο θέμα αυτό, σε ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών και άλλων διεθνών οργανισμών. Δυστυχώς αντί οι πολιτικές μας ηγεσίες να αναπροσαρμόζουν τις επιδιώξεις τους σύμφωνα με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις άλλες αρχές του διεθνούς δικαίου επέμεναν στη λύση της διζωνικής δικοινοτικής ομόσπονδίας. Παρά την παραχώρηση μάλιστα αυτή οι Τούρκοι για 34 ολόκληρα χρόνια επεδίωκαν ακόμα χειρότερη λύση για την Κύπρο, μια λύση που θα εξυπηρετούσε αποκλειστικά τα συμφέροντα της Τουρκίας.

Έστω και τώρα όμως πιστεύω ότι μεταξύ νομιμοποίησης της διχοτόμησης που όπως εξήγησα προηγουμένως θα επέλθει οπωσδήποτε με την παρούσα πολιτική και της επίκλησης των αρχών της Ε.Ε. δεν βλέπω γιατί οι ξένοι και τα μέλη της Ε.Ε. να μπορούν λογικά να αντιτάξουν την πρώτη πορεία αντί της δεύτερης. Έχω τη γνώμη ότι θα προτιμούσαν να μη δεχτούν ένα κράτος διαμελισμένο βάσει φυλετικών διακρίσεων στους κόλπους τους και μου είναι δύσκολο να φανταστώ ότι η απάντηση τους θα είναι «ξεχάστε τις αρχές που θεμελιώνουν το οικοδόμημα της οικογένειας των κρατών που ανήκετε και προτιμήστε τη διάσπαση της χώρας σας με βάση το φυλετικό διαχωρισμό» Αυτό βέβαια προϋποθέτει και μια από μέρους μας αλλαγή πολιτικής, μια αγωνιστική στρατηγική και πολλές θυσίες.

Οι Τούρκοι θα το δεχτούν; Οι Τούρκοι δέχονται μόνο διαμελιστικά σχέδια. Δεν δέχονται ούτε κράτος ενοποιημένο με βάση αρχές ούτε καν τις αρχές της Ε.Ε. Συνεπώς επειδή οι θέσεις τους είναι αδιάλλακτες και καταστρεπτικές για την πατρίδα μας έχουμε τουλάχιστον υποχρέωση να υπερασπίσουμε τον κυπριακό λαό με ασπίδα τις αρχές της Ε.Ε. Και να προσπαθήσουμε να πείσουμε τους ξένους για την ορθότητα των επιδιώξεων μας αφού τους ενημερώσουμε για τις απαράδεκτες θέσεις των Τούρκων.

Η συνεχής δε αρνητική Τουρκική στάση σε σχέση μάλιστα με από μέρους μας παραχωρήσεις πέρα ακόμη και από τις αρχές που ανάφερα, που συνεχίζει μέχρι σήμερα δίνει την ευκαιρία στην πολιτική μας ηγεσία να εκθέσει την Τουρκία ως κατέχουσα μια ευρωπαϊκή χώρα για 34 χρόνια ως παραβιάζουσα τα ανθρώπινα δικαιώματα και το διεθνές δίκαιο και ως επιδιώκουσα μια λύση που να διχοτομεί την Κύπρο δίνοντας έτσι σε μας το δικαίωμα να επανέλθουμε στη διεκδίκηση αρχών και αξιών πάνω στις οποίες να στηρίζεται η λύση του προβλήματος μας.


Πρακτικά
12 Φεβρουαρίου 1977

1. Επιζητούμε μια ανεξάρτητη, αδέσμευτη, δικοινοτική ομόσπονδη Δημοκρατία.

2. Το έδαφος υπό τη διοίκηση της κάθε κοινότητας θα πρέπει να συζητηθεί υπό το φως της οικονομικής βιωσιμότητας, της παραγωγικότητας και ιδιοκτησίας της γης.

3. Θέματα αρχών, όπως η ελευθερία διακίνησης, η ελευθερία εγκατάστασης, το δικαίωμα περιουσίας και άλλων εξειδικευμένων ζητημάτων είναι ανοιχτά για συζήτηση, λαμβάνοντας υπόψη τη θεμελιώδη βάση ενός δικοινοτικού ομοσπονδιακού συστήματος και ορισμένες πρακτικές δυσκολίες, οι οποίες μπορεί να προκύψουν για την τουρκοκυπριακή κοινότητα.

4.Οι εξουσίες και αρμοδιότητες της κεντρικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης θα είναι τέτοιες, ώστε να διασφαλίζουν την ενότητα της χώρας, λαμβανομένου υπόψη και του δικοινοτικού χαρακτήρα του κράτους.


Τα 10 Σημεία
των πρακτικών 19 Μαίου 1979

Συμφωνήθηκε όπως αρχίσουν διακοινοτικές συνομιλίες στις 15 Ιουνίου 1979.

Η βάση των συνομιλιών θα είναι οι κατευθυντήριες γραμμές της 12ης Φεβρουαρίου 1977 και τα σχετικά για την Κύπρο ψηφίσματα των Η.Εθνών.

Θα πρέπει να υπάρχει σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα και βασικές ελευθερίες όλων των πολιτών της Δημοκρατίας.

Οι συνομιλίες θα αναφέρονται σε όλες στις εδαφικές και συνταγματικές πτυχές.

Πρωτεραιότητα θα δωθεί στην επίτευξη συμφωνίας για την επανεγκατάσταση των Βαρωσίων κάτω από την αιγίδα των Η.Εθνών ταυτόχρονα με το ξεκίνημα από τους συνομιλητές των συζητήσεων για τα συνταγματικά και εδαφικά θέματα για μια συνολική λύση. Αφού επιτευχθεί συμφωνία για τα Βαρώσια αυτή θα εφαρμοστεί δίχως να αναμένεται αποτέλεσμα για τα υπόλοιπα θέματα.

Συμφωνήθηκε όπως απέχουν από οποιαδήποτε δράση που μπορεί να επηρεάσει το αποτέλεσμα των συνομιλιών, και ειδική σημασία θα δωθεί για αρχικά πρακτικά μέτρα από αμφότερες τις πλευρές για προώθηση καλής θέλησης, αμοιβαίας εμπιστοσύνης και επιστροφή σε κατάσταση ομαλότητας.

Προβλέπεται η αποστρατικοποίηση της Δημοκρατίας της Κύπρου, και θέματα που σχετίζονται με αυτή θα συζητηθούν.

Η ανεξαρτησία, κυριαρχία, εδαφική ακεραιότητα και το αδέσμευτο της Δημοκρατίας πρέπει να τύχουν πρέπουσας εγγύησης εναντίον ένωσης με άλλη χώρα μέρους η ολόκληρης οποιασδήποτε μορφής διχοτόμησης ή ένωσης.

Οι συνομιλίες θα διεξαχθούν διαδοχικά δίχωs καθυστέρηση.

Οι συνομιλίες θα διεξαχθούν στην Λευκωσία.


Aκόμα και μέσα στο ΑΚΕΛ δυσκολεύονται να αντιληφθούν τι ακριβώς συζητά
ο Πρόεδρος

Του Δημ. Κωνσταντακόπουλου

Το 1951, ο Στάλιν αποφάσισε ξαφνικά να ασχοληθεί με τη γλωσσολογία (για την οποία δεν γνώριζε απολύτως τίποτα). Το άρθρο του κάλυψε ολόκληρη την πρώτη σελίδα της «Πράβντα», και την επόμενη την πρώτη σελίδα όλων των εφημερίδων των ΚΚ, από Ινδονησία μέχρι Χιλή! Στα καλά του καθουμένου, το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα άρχισε μια σουρεαλιστική διεθνή καμπάνια για τα γλωσολλογικά «θέματα»!

Μια κλασική καμπάνια, γεμάτη απεριόριστη (και ανεξάρτητη από τα γεγονότα!) αισιοδοξία, άρχισε τώρα η «Χαραυγή» όργανο του κυβερνώντος κυπριακού ΑΚΕΛ. Τις προάλλες είχε μια μεγάλη φωτογραφία των χαμογελαστών Ταλάτ και Χριστόφια πλαισιώνοντας το πρωτοσέλιδο θέμα που, με αφορμή μια εκδήλωση «επαναπροσέγγισης», μιλούσε για τη νέα σελίδα που ανοίγει στο νησί. Για όσους δεν πείστηκαν από το πρωτοσέλιδο, η εφημερίδα φιλοξενούσε και ένα μεγάλο «σαλόνι» στο εσωτερικό της. Ο προσεκτικός αναγνώστης θα δυσκολευόταν ίσως να συνδυάσει τους πανηγυρικούς τόνους με τις σκληρές επικρίσεις κατά Ταλάτ, που διατύπωνε ο «Σουσλώφ» του ΑΚΕΛ, σύντροφος ‘Αντρος Κυπριανού, στην τρίτη σελίδα του ίδιου φύλλου! ‘Η να καταλάβει γιατί, ένα άλλο πρωτοσέλιδο της «Χαραυγής», έβρισκε θετικό το ψήφισμα του Συμβουλίου της Ευρώπης που ζητούσε απευθείας εμπόριο των κατεχομένων, εμμέσως πλην σαφώς αναγνωρίζοντας την ΤΔΒΚ. (Ψήφισμα που, σε μια επίδειξη ελαφράς σχιζοφρένειας, υπερψήφιζαν οι εκπρόσωποι ΑΚΕΛ και ΔΗΣΥ στο Στρασβούργο!).

Ο Πρόεδρος της «ΤΔΒΚ» Μεχμέτ Αλί Ταλάτ έχει γίνει τώρα ο «μεγάλος ήρωας» της Κύπρου και η ελπίδα των ηγετών της να βρεθεί επιτέλους η πολυπόθητη, αν και ουδέποτε περιγραφόμενη με σαφήνεια λύση του κυπριακού. (Το 80% των τηλεθεατών απάντησαν σε ερώτημα του ΡΙΚ δηλώνοντας ότι αγνούν τι είναι η «διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία», πολίτευμα του κράτους που υποτίθεται ότι θέλουν να δημιουργήσουν οι Κύπριοι. Κανείς άλλωστε δεν έχει περιγράψει ποιός θα κυβερνάει, ποιός θα ασκεί εξουσία, θα κάνει κουμάντο σε αυτό το κράτος, αλλά και πως θα το κάνει, αφού θα είναι το μόνο στον κόσμο χωρίς στρατό και με ομοσπονδιακή αστυνομία πιο αδύνατη από τις ομόσπονδες). Ο ίδιος ο κ. Χριστόφιας θεώρησε σκόπιμο να επαινέσει προ ημερών τις προοδευτικές «περγαμηνές» του Ταλάτ, που, όχι μόνο συμμετείχε μαζί με τη γυναίκα του στην ακροδεξιά, τρομοκρατική και σύμμαχο των Βρετανών οργάνωση ΤΜΤ, αλλά και εξήρε, στο πρόσφατο παρελθόν, τη συμμετοχή του αυτή. Για ότι κακό κάνει ο Ταλάτ φταίει, κατά τους Ελληνοκύπριους ιθύνοντες, η επιρροή του Τουρκίας που τον «αναγκάζει», ενώ κάθε ελληνοκυπριακή υποχώρηση δικαιολογείται από την ανάγκη να «βοηθηθεί» ο Ταλάτ.

Πάντως, το αντικείμενο αυτού του ξαφνικού «έρωτα» των Ελληνοκυπρίων ιθυνόντων, δεν δείχνει μεγάλη ευγνωμοσύνη για τα «αισθήματα» που φαίνεται να προκαλεί και αντιδρά σε κάθε παραχώρηση σκληραίνοντας τη στάση του. Επιμένει σε κάθε δήλωσή του, με αφοπλιστική σαφήνεια και γαϊδουρινή επιμονή, ότι θέλει δύο κράτη στην Κύπρο που θα έλθουν σε ένα «συνεταιρισμό» με «παρθενογέννεση», συνεταιρισμό όπου το 20% του πληθυσμού θα έχει ακριβώς τα ίδια δικαιώματα με το 80%, και που θα τελεί υπό την εγγύηση και το δικαίωμα παρέμβασης του τουρκικού στρατού, ενώ αρνείται να συζητήσει θέμα εποίκων! Επειδή ακόμα και μέσα στο ΑΚΕΛ δυσκολεύονται να αντιληφθούν τι ακριβώς συζητά ο Πρόεδρος με την άλλη πλευρά, υπό παρόμοιες συνθήκες, ο κ. Χριστόφιας υποστηρίζει ότι «άλλα λέει έξω και άλλα λέει μέσα στις διαπραγματεύσεις ο Ταλάτ», ο οποίος με τη σειρά του του απαντάει αποκαλώντας τον ψεύτη και απατεώνα, χωρίς πάντως, μέχρι στιγμής, να κλονίζονται οι σχέσεις του ιδιόμορφου αυτού «ζευγαριού». Ο κύριος λόγος που συμβαίνει αυτό είναι η, κατά τα φαινόμενα, εδραία πεποίθηση του Κύπριου Προέδρου ότι μόνο με την ακολουθούμενη μέθοδο μπορεί να «λυθεί το κυπριακό» ή, τουλάχιστον, Λονδίνο και Ουάσιγκτον να «αποδώσουν την ευθύνη ενός ναυαγίου» στην Τουρκία και να την «πιέσουν». Παραδόξως, επί των ημερών της «κομμουνιστικής» διακυβέρνησης, η Κύπρος έχει πολύ καλύτερες σχέσεις με το Λονδίνο και την Ουάσιγκτον από ότι επί των ημερών του κ. Παπαδόπουλου, που και ο ίδιος προτιμούσε μάλλον Ρώσους, Γάλλους και Κινέζους, αλλά και είχε γίνει το «κόκκινο πανί» του «αγγλοαμερικανικού ιμπεριαλισμού», κατά την ΑΚΕΛική ορολογία.

Ενώ ο κ. Ταλάτ και ο κ. Γκιουλ διασχίζουν τον κόσμο ολόκληρο, υπογραμμίζοντας τις ευθύνες των Ελληνοκυπρίων για τη μη λύση του κυπριακού, επικρίνοντας τον Χριστόφια και υπερασπιζόμενοι τον «ειρηνευτικό» χαρακτήρα της τουρκικής εισβολής, η Λευκωσία προτιμά να κρατά «χαμηλούς τόνους» έναντι Τουρκίας και Τουρκοκυπρίων για να διατηρήσει, όπως λένε κυβερνητικοί παράγοντες, το «καλό κλίμα». Ο κ. Χριστόφιας μάλιστα μοίρασε, μιλώντας στον ΟΗΕ, εξίσου τις ευθύνες για το 1974 στο πραξικόπημα της χούντας και στην τουρκική εισβολή, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι την εποχή εκείνη η CIA είχε επιβάλλει δικτατορία στην Ελλάδα, ακριβώς για να «λυθεί το κυπριακό», κάτι για το οποίο έφτασε να ζητήσει συγγνώμη ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπιλ Κλίντον και επομένως συνιστά μείζονα ιστορική αδικία να αποδίδεται «στην Ελλάδα», η οποιαδήποτε ευθύνη για το 1974, πλην ίσως της απροθυμίας των ηγετών της, μετά την κατάρρευση της δικτατορίας, να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους. Προχωρώντας ένα βήμα περισσότερο, ο Κύπριος Υπουργός ‘Αμυνας απαξίωσε, με δηλώσεις του, ως πυροτέχνημα χωρίς σημασία το «ενιαίο αμυντικό δόγμα» Ελλάδας-Κύπρου, δηλαδή τον βασικό άξονα της κυπριακής άμυνας! ‘Ετρεχε μετά ο Κύπριος Πρόεδρος να διασκεδάσει τις εντυπώσεις που προκάλεσε ο Υπουργός του και να πείσει ότι «τίποτα δεν άλλαξε».

Για να βοηθήσουν άλλωστε την «συμφιλίωση» και «επαναπροσέγγιση» Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, κατέφθασαν χθες στην μεγαλόνησο, οι κυρίες Ρεπούση και Κουλούρη, οι (αποδοκιμασθείσες εν Ελλάδι και συνδεθείσες με τον περίφημο «συνωστισμό» της Σμύρνης) επικεφαλής του ελληνικού ιστορικού «αναθεωρητισμού», προσκεκλημένες σε συνέδριο φιλολόγων υπό την υψηλή εποπτεία του Υπουργού Παιδείας Ανδρέα Δημητρίου. ‘Αξονας των αντιλήψεων της Κυρίας Ρεπούση και του ρεύματος που εκπροσωπεί, είναι η εξίσωση θύματος και θύτη, εθνισμού του καταπιεζόμενου και εθνικισμού του καταπιεστή και η καταδίκη αμφοτέρων στο «πυρ το εξώτερον». ‘Οσο για τον κ. Δημητρίου έχει χαρακτηρίσει ημέρα πένθους την ημέρα απόρριψης του σχεδίου Ανάν και ανήκει στους οπαδούς της «υπέρβασης των εθνοτήτων» προς ώφελος της κοινής «κυπριακής ταυτότητας», μια ιδέα παληά όσο και οι ‘Αγγλοι στην Κύπρο, που, στο παρελθόν, επέκρινε με δριμύτητα το ΑΚΕΛ. Ο κ. Δημητρίου επεχείρησε (ανεπιτυχώς) να καθιερώσει το βρετανικό δίπλωμα GCE ως προαπαιτούμενο για την εισαγωγή στα κυπριακά πανεπιστήμια μέρους των φοιτητών. ‘Ολα αυτά θα ήταν ίσως λιγότερο σοβαρά, αν δεν συνέβαιναν σε μια χώρα που έχασε σε ένα μήνα εισβολής το ίδιο ποσοστό του πληθυσμού της με το Ιράκ σε τρία χρόνια, όπου ο τουρκικός στρατός έδιωξε με φωτιά και με τσεκούρι από τα σπίτια και τις περιουσίες τους 200.000 ‘Ελληνες και της οποίας το βόρειο, κατεχόμενο τμήμα αποτελεί, σύμφωνα με τις εκθέσεις του ΟΗΕ το πιο στρατιωτικοποιημένο έδαφος της υφηλίου! Σε παρόμοιες συνθήκες, η εξίσωση εθνικισμού θύματος και του θύτη και η γενική αποδοκιμασία (sic) του εθνικού φαινομένου (!) συνιστούν όχι απλή γραφικότητα ή ιδιορρυθμία, αλλά την ιδεολογία που επιτρέπει και δικαιολογεί την «αποδοχή των πραγματικοτήτων», έστω και αν είναι προϊόν βίας και εθνοκάθαρσης.

Το θετικό των εξελίξεων είναι ότι εξαντλούν τις δυνατότητες υποχωρητικότητας της ελληνικής πλευράς και δι’ αυτής της μεθόδου αναζήτησης λύσεως. Αυξάνουν ταυτόχρονα τον κίνδυνο εγκλωβισμού της Λευκωσίας σε επικίνδυνες υποχωρήσεις, που, αν υλοποιηθούν, μπορούν να οδηγήσουν σε εθνοτικές διαμάχες, όπως οι κακές συμφωνίες του 1960 οδήγησαν σε διακοινοτικές ταραχές, εισβολή και παρολίγον ελληνοτουρκικό πόλεμο, υποχρεώνοντας την Αθήνα σε τρισήμισυ δεκαετίες εξοντωτικού ανταγωνισμού εξοπλισμών.

Ο πραγματικός λόγος πίσω από την «κινητικότητα» είναι η τεράστια σημασία που αποδίδουν Ουάσιγκτον και Λονδίνο στο άνοιγμα του τουρκικού δρόμου προς την ΕΕ. Θεωρητικά, αυτή θα ήταν και η μεγαλύτερη ευκαιρία για μια πραγματικά δίκαιη, αξιοπρεπή λύση και του κυπριακού και των ελληνοτουρκικών. Κάτι τέτοιο όμως θα απαιτούσε ηγέτες διαμετρήματος τουλάχιστον Βενιζέλου και Μακαρίου, αλλά και χώρες, κράτη, κοινωνίες, σε Κύπρο και Ελλάδα, που να μην εμφανίζουν το απίστευτο σημερινό τους «χάλι».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.