18/10/09

Σαν να μην πέρασε μια μέρα

ΤΟΥ AΓΓΕΛΟΥ M.ΣΥΡΙΓΟΥ
Η εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Παπανδρέου στα αμιγώς ελληνοτουρκικά φαίνεται ότι θα κινηθεί σε δύο άξονες:
* Στήριξη της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας, πιθανόν με υιοθέτηση ενός νέου «οδικού χάρτη».
* Επιστροφή στη λογική της απόφασης του Ελσίνκι (1999).

Η πολιτική αυτή εμφανίζεται να συνεχίζει τα πράγματα από εκεί που τα άφησε η κυβέρνηση Σημίτη. Τα πράγματα όμως έχουν αλλάξει (σε κάποιες περιπτώσεις ριζικά) σε σχέση με την κατάσταση που επικρατούσε το 2004.
Ως προς τον πρώτο άξονα η Γαλλία και η Γερμανία είναι πλέον αρνητικές ως προς την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ. Ούτε και η Τουρκία είναι ιδιαίτερα θερμή ως προς τη συνέχιση της ευρωπαϊκής πορείας της. Ολα δείχνουν ότι η μοναδική αξιόπιστη ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας είναι μια ειδική σχέση με την ΕΕ. Η Ελλάδα δεν πρέπει να αναγάγει σε δόγμα της πολιτικής της την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ. Απαιτείται διαπραγμάτευση με τους εταίρους μας εντός της ΕΕ. Η διαπραγμάτευση θα διασφαλίζει ότι τυχόν ανάδειξη του Κυπριακού ως εμποδίου για την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας τον Δεκέμβριο δεν θα είναι μια ευκαιριακή προσέγγιση που θα προσφέρει διέξοδο στη Γαλλία και στη Γερμανία. Θα πρέπει να υπάρχουν εγγυήσεις και κατανόηση των εκατέρωθεν συμφερόντων με τα δύο μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη που διαφωνούν με την ατλαντική ευφορία της Βρετανίας και της Σουηδίας ως προς την Τουρκία.
Ο δεύτερος άξονας αφορά την απόφαση του Ελσίνκι, η οποία τείνει να αγιοποιηθεί. Υπενθυμίζεται ότι η απόφαση του συμβουλίου κορυφής του Δεκεμβρίου 1999 είχε δύο σκέλη. Το ένα σκέλος αναφερόταν στην Κύπρο και ήταν αναφανδόν υπέρ των ελληνικών συμφερόντων. Το δεύτερο σκέλος αφορούσε τα ελληνοτουρκικά και ήταν προβληματικό. Σύμφωνα με αυτό, οι υποψήφιες χώρες έπρεπε να επιλύσουν «εκκρεμείς συνοριακές ή άλλες συναφείς διαφορές» ως το 2004, έτος κατά το οποίο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα εξέταζε την κατάσταση και θα κατέληγε αν πρέπει να παραπεμφθούν κάποιες διαφορές στο Διεθνές Δικαστήριο.
Η συγκεκριμένη διατύπωση ενείχε τον κίνδυνο να δούμε να τίθεται ενώπιον του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου το σύνολο των θεμάτων που η Τουρκία θεωρεί διμερείς διαφορές ζητώντας από την ΕΕ να συστήσει την παραπομπή τους στη Χάγη. Σε αυτές θα περιλαμβάνονταν οι «γκρίζες ζώνες» ως κατ΄ εξοχήν «συνοριακές διαφορές» αλλά και η αποστρατοποίηση των ανατολικών νησιών του Αιγαίου. Για τα νησιά υπάρχει μια ελληνική δήλωση εξαιρέσεως της αρμοδιότητας του Διεθνούς Δικαστηρίου από το 1994, που δεν εμποδίζει όμως την Τουρκία να θέσει το θέμα έστω και για να καταδείξει την ελληνική κακοπιστία.
Τυχόν επιστροφή της Ελλάδας στη λογική του Ελσίνκι θα πρέπει να συνοδευθεί από έναρξη διμερών διαπραγματεύσεων με συγκεκριμένη θεματολογία που θα θέσει η ελληνική πλευρά (αλλιώς είμαστε εκτεθειμένοι στη θεματολογία που θα θέσουν οι Τούρκοι). Παράλληλα η Ελλάδα θα πρέπει να προετοιμασθεί για την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο. Αυτό θέτει το ερώτημα αν θα πάμε στο Διεθνές Δικαστήριο με το παρόν καθεστώς στο Αιγαίο (εύρος χωρικών υδάτων, γραμμές βάσεως και εναέριος χώρος). Με βάση την πρόσφατη διεθνή νομολογία, το καθεστώς με το οποίο θα εμφανισθούμε στο Δικαστήριο παραμένει πρακτικώς αμετάβλητο και μετά τη δικαστική απόφαση. Αν πάμε με έξι μίλια χωρικών υδάτων, με αυτά θα μείνουμε. Υπενθυμίζεται πάντως ότι ο Ελευθέριος Βενιζέλος προχώρησε το 1930 στην προσέγγιση με την Τουρκία όταν είχε κλείσει τα βασικά εκκρεμή μέτωπα της χώρας με την Ιταλία και τη Σερβία.
Κεφαλαιώδες για την κυβέρνηση Παπανδρέου είναι να μην υποπέσει στο ίδιο λάθος των κυβερνήσεων Σημίτη και Καραμανλή. Η ελληνική πολιτική έναντι της Τουρκίας δεν πρέπει να εξαντλείται στην (όποια) ευρωπαϊκή πορεία της γείτονος χώρας. Χρειάζεται η διαμόρφωση συμμαχιών· η αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων/διεκδικήσεων με τη χάραξη σαφών κόκκινων ορίων· η ενεργητική στρατηγική στην ευρύτερη περιοχή που θα συγκρατεί την Τουρκία. Επί παραδείγματι, η κυβέρνηση Παπανδρέου είναι απαλλαγμένη (σε μεγάλο βαθμό) από το άγος Οτσαλάν. Ας προσεγγίσει εκ νέου το κουρδικό στοιχείο ανοίγοντας ελληνικό προξενείο στο ιρακινό Κουρδιστάν (όπως έχουν ήδη κάνει πολλές ευρωπαϊκές χώρες) και δείχνοντας το ενεργό ενδιαφέρον της για τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή.
Τέλος, η Τουρκία του Ερντογάν έχει πλάσει κάποιους μύθους για τον εαυτό της. Χωρίς να υποτιμάται η ενδυνάμωση της Τουρκίας κατά τα τελευταία χρόνια, δεν θα πρέπει να υιοθετούνται και από την Ελλάδα οι τουρκικοί ευσεβείς πόθοι.
Ο κ. Αγγελος Μ. Συρίγος είναι επίκουρος καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου.
ΒΗΜΑ

3 σχόλια:

  1. Αποτελεί λάθος η θεωρία ότι ο Ελευθέριος Βενιζέλος υπήρξε ο εμπνευστής της ... "Ελληνοτουρκικής φιλίας".

    Ο Μουσολίνι, ο οποίος ήθελε να απόμακρύνει τη Αγγλική επιρροή από την Ανατολική Μεσόγειο, αυτός έφερε Ελλάδα και Τουρκία κοντά.

    Άλλως τε, ο Μουσταφά Κεμάλ, προσπαθούσε τότε να ανασυγκροτήσει το νέο τουρκικό κράτος και δεν μπορούσε ,... ακόμα..., να είναι επιθετικός και επεκτατικός.

    Ευμένης ο Καρδιανός

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Να τον περασει κορδελα η ιστορια τον Εφιαλτη σημιτη τωρα που ειναι ζωντανος.Να γινει το ονομα του συνωνυμο της δουλικοτητας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ευμένη,

    Δεν είναι λάθος και δεν είναι "θεωρία", αλλά Ιστορία. Απλώς δεν αναφέρεσαι στην σωστή περίοδο. Η πολιτική "ελληνοτουρκικής φιλίας" άρχισε από το 1928, δηλαδή στην δεύτερη και τελευταία περίοδο Βενιζέλου, με αποκορύφωμα την πρόταση να απονεμηθεί στον Ατατούρκ βραβείο Νόμπελ Ειρήνης!!

    Ο Μουσολίνι που κολλά εδώ;

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.