7/7/14

Περί Τουρκίας και γλωσσικών δανείων - Μέρος ΙΙ

Ιωάννης Κων. Νεονάκης MD, MSc, PhD.
Στο πρώτο μέρος του άρθρου μας αναφορικά με τα της Τουρκίας και των γλωσσικών δανείων της τουρκικής στην ελληνική γλώσσα, μετά από μιαν εισαγωγική τοποθέτηση, καταγράψαμε τις λέξεις που αρχίζουν από το γράμμα άλφα έως το γάμμα. Στο σημερινό δεύτερο μέρος γίνεται αναφορά στις λέξεις, οι οποίες αρχίζουν από το δέλτα έως το γράμμα χι.
Δερβένι, δερβέναγας, δερβίσης, διαγουμίζω, δοβλέτι, δραγουμάνος, δράμι*.
Εκμέκ, ελεμές, εμ …εμ (συμπλεκτικοί σύνδεσμοι), ελμπέτ, εργένης, ερίφης, εφές.
Ζάβαλος, ζαγάρι, ζαΐμης, ζαϊρές, ζαμάνια, ζαμπούνης, ζαπτιές, ζαπώνω (υποτάσσω, κάνω κατοχή) ζαργάνα, ζαρζαβατικά, ζαρίφης, ζάφτι, ζεβζέκης, ζέβλα#, ζεγκίνης, ζεϊμπέκης, ζεμπίλι, ζεντέφι, ζέφκι (διασκέδαση), ζίλια, ζιπούνι (ζιπουνάκι), ζορμπάς, ζόρι, ζόρικος, ζουλούφι (τσουλούφι), ζουμπάς, ζουμπούλι, ζουρλαντίζω, ζουρνάς.
Θεριακλής*.
Ικράμι, ιμάμης, ιμάμ-μπαϊλντί, ιναντινά, ινάτι, ινσαλλά, ιραδές, ιστέ.
Καβάφης, καβγάς, καβούκι, καβούνι (καούνι), καβουρμάς, καβουρντίζω, καγιανάς, καδής (καντής), καζάκα, καζάνι, καζάντι, καζαντίζω, καζάς, καζίκι, καζμάς, καΐκι, καΐλης,  καϊμάκι, καϊμακάμης, καϊναντίζω, καϊνάρι, καϊσί, καλάι, καλαμπαλίκι, καλαφατίζω, καλατζής, καλέμι*, καλές (κούλες, κουλές), καλκάνι, καλντερίμι*, καλντίζω (καλντώ), καλούπι*, καλπάκι, κάλπικος, καλτάκα, κάλφας, κάμα (η), καμπαέτι, καμπάνταης, κάμπλο, καμπούρα*, καμπούρης*, καμτσίκι, κάμφορα, κανονάκι*, κανταΐφι, καντάρι, καντεμί (από παλιά), κάντζα, καντίζω, καντιρντίζω, καντιφές, καπάκι, καπαμάς, καπίκης (φρουρός), καπλαμάς, καπλάνι, καρά, καραβάνα, καραβάνι, καραβάν-σεράι, καρακόλι, καραγάτσι, καραγκιόζης, καράμπαμπας, καραμπογιά, καραμπουζουκλής, καράρι,  καραούλι, καράφα (καραφάκι), κάργια (κάργα), καρντάσης, καρπαζιά, καρπούζι, καρσί, καρσιλαμάς, καρτάλι, κατσαμπάς, κασάπης, κασέρι, κασκαρίκα#, καταντίπ, κατίκι, κατιμάς, κατιμέρι, κατράμι#, κατσά-κατσά, κατσίκι, κατσιρντίζω, καφαντάρης, καφάς, καφάσι, καφενές, καφές#, καφτάνι, κάχρι, κεκές, κελεπούρι, κέλης, κεμεντζές, κεμπάμπ, κεντέρι, κεσάτι, κεσές, κετσές, κεφτές, κεχαγιάς, κέφι, κεχριμπάρι, κηλίφι, κηρμπάτσι, κιλίμι, κιμάς, κιμπάρης, κιμ μπιλίρ, κιντής (γκιντής), κιρκινέζι, κιόσκι, κιοτής, κιούνγκι, κιούπι*, κιρατζής, κισμέτ, κιτάπι, κόζι, κολάι, κολαούζος, κολομπαράς, κονάκι, κόπιτσα*, κορακιάζω#, κοτζάμ, κοτζαμάν, κοτζάμπασης, κοτσάνι, κότσι, κουβάς, κούβος, κουγιουμτζής, κουζούμ, κουζουλός, κουλαντρίζω, κουμάρι (τυχερό παιγνίδι), κουμάσι, κουμπαράς, κουμπές, κουμπούρι, κουντούρα, κουραμπιές, κουρκούτι, κουρμπάνι, κουρμπέτι, κουσκουσές, κουσούρι, κουτούκι, κουτουρού, κούτσικος, κρεμεζής.
Λαγούμι*, λακέρδα*, λακριντί, λάλας, λαπάς, λατέρνα*, λαφαζάνης, λαχούρι, λεβέντης#, λεκές, λέλεκας, λελέκι, λέσι, λιμάνι*, λούκι, λουκουμάς, λουκούμι, λουλάς, λουφές,
Μαβί, μαγαράς, μαγγάλι, μαγιά, μαγκούφης, μαϊμού, μαϊμούνι, μαϊμουνουλούκι, μαϊντανός*, μακάμι, μακαράς, μακαντάσης, μαλικιανές, μαλιχουλές*, μανάβης, μανές, μανγκίρα, μανγκούρα, μαντάς, μαντέμι, μαντζούνι, μαξούλι, μαξούς, μαούνα, μαράζι*, μαραφέτι, μαρκούτσι, μασιά, μασκαράς (γελωτοποιός), μασκαραλίκι, μασούρι, μαστούρης, μαστραπάς, ματικάπι, ματρακάς, μαχαλάς, μαχιαλλά (μασαλλά), μαχμουρλής, μαχμουτιές, μέγγενη*, μεζές, μεϊντάνι, μελτέμι, μεμέ, μενεξές, μεντεσές, μεντρεσές, μεράκι, μερακλής, μερεμέτι, μέρχαμπα, μετερίζι, μεσοβέζικα, μετζίτι, μιλέτι, μιναρές, μιντέρι, μιραλάης, μιράσι*, μισκίνης, μισμιτζής, μόρτης*, μουεζίνης, μουλάς, μουρντάρης, μουσακάς, μουσαμάς, μουσαφίρης, μουσίτσα, μουστερής, μουσουλμάνος, μουτάφης, μουτζούρα, μουτής, μουφλούζης, μουφτής, μουχαλεμπί, μουχαμπέτι, μπαγιάτικος, μπαγλαμάς, μπαγλαρώνω, μπαγδαντί, μπαϊλντίζω, μπαϊράκι, μπαϊράμι, μπαΐρι, μπακάλης, μπακαλούμ, μπακίρι, μπακλαβάς, μπακούρι, μπαλαμούτι, μπαλάσκα, μπαλτάς, μπάμια, μπαμπάς, μπαμπαλής, μπαξεβάνης, μπαξές, μπαξίσι, μπάρεμ, μπαρμπούτι, μπαρούτι*, μπασκίνας, μπασμάς, μπάστακας, μπαταξής, μπατάλης, μπαταλιάζω, μπατανάς (μπαντανόβουρτσα), μπατανία, μπαταριά, μπατάρω, μπατζάκι, μπατζανάκης, μπάτης, μπατίρη, μπατιρίζω, μπάτσος, μπαχάρι, μπεγεντίζω, μπεγλέρι, μπεζαχτάς, μπεζερίζω, μπεντεστένι, μπέης, μπεκιάρης, μπεκρής, μπελάς, μπεμπέκα, μπεντένι, μπέντι, μπεράτι, μπερεκέτι, μπερμπάντης, μπερντάχι, μπερντές, μπεχλιβάνης, μπινές, μπιρμπίλι, μπιρσίμι, μπιτ, μπιτίζω, μπληγούρι (μπουλγούρι), μπογιά, μπόγος, μπόι, μπόλικος, μποξάς, μπόσικος, μποστάνι, μπουγάζι, μπουγάς, μπουγιουρντί, μπούγιουρουν, μπούζι, μπουζούκι, μπουζουριάζω, μπουλγκαρί, μπουλούκι, μπουλούκος, μπουμπάρι, μπουνταλάς, μπουντρούμι*, μπουρέκι, μπουρί, μπουρνούζι, μπουρού, μπούρτζι*, μπούτι, μπουχτίζω, μπόχα, μπρέ, μπριάμ, μπρίκι.
Νάζι, ναλέτι, ναλμπάντης, νάμι, ναργιλές, νενέ, νέφτι, νισάφι, νταβαντούρι, νταβάς, νταβατζής, νταβραντίζω, νταγιαντίζω, νταγλαράς, νταής, νταϊφάς, ντάλα#, νταλγκάς, νταλιάνι*, νταλίκα,  νταμάρι,  νταντά, νταούλι, ντέ, ντελάλης, ντελβές, ντελικανής, ντεμέκ, ντερέκι, ντερλικώνω, ντερμπεντέρης, ντερμπιές, ντέρτι, ντέφι, ντιβάνι, ντίζι, ντίπ, ντοβλέτι, ντολμάς, ντονέρ, ντορβάς, ντορής, ντόρτια, ντουβάρι, ντουγρού, ντουζένι, ντουκιάνι, ντουλάπι, ντουμάνι, ντουνιάς, ντουντούκα.
Ξίκικος.
Οκά*, οντάς, οπ, όπαλα (όπλα, όπλες, οπαλάκια: επιφωνήματα), ορδή, ορμάνι, ούγια*, ούζο, ουλεμάς, ούστ, ούτι, οχού.
Παζάρι, παϊτόνι*, παντζάρι, παντζούρι, παπάζι, παπούτσι, παρακατσεύω, παρακεντές, παραλής, παράς, παρτάλι, παρτσακλός, πασάς, πασουμάκι, παστουρμάς, πατ κιουτ, πατιρντί, πατσάβρα*, πατσάς, πάφιλας#, παχαλής, πεζεβένγκης, πεϊνιρλί, πελτές*, περβάζι, πεσκέσι, πετιμέζι, πιλάφι, πίτσικο, πούλι*, πούσι, πούτσος, πούστης, πριτσίνι (περτσίνι).
Ραβανί, ραγιάς, ρακί, ραμαζάνι, ράφι, ραχάτι, ρεβαΐσι, ρεζίλι, ρεμάλι, ρεμπέτης, ρετσέλι, ρεφενέ, ροζακί, ρούκουνας, ρουμάνι, Ρούμελη, ρούπι, ρουσφέτι,
Σαβουρντίζω, σαγάνι, σαγρέ, σάζι, σαΐνι, σακάτης, σακουλεύομαι, σαλβάρι, σαλέπι, σάλι#, σαλτάρω, σάμαλι, σαματάς, σαμαντούρα, σαμάρι, σαντζάκι, σαντούρι*, σαραϊγλί, σαράι, σαράφης, σαρίκι, σαρμάς, σαρνίτσι, σαστίζω, σάψαλο, σαφί*, σαφράν, σέα, σεβντάς, σεϊτάνης, σεΐρι, σεΐχης, σεκέρι, σεκλέτι, σελάχι, σέλι, σεντούκι*, σεντέφι, σεπέτι, σεργιάνι, σερέτης,  σερμαγιά (σιρμαγιά), σερμπέτι, σερσέμης, σέρτικος, σεφέρι, σεφταλιά, σεφτές, σιμιτζής, σιμίτι*, σινάφι, σινί*, σιντριβάνι, σιρίτι, σισανές, σιφίρ, σιχτίρ, σκαμπίλι, σκεμπές, σκιτζής, σοβάς, σοβαντεπί, σόι, σοκάκι, σομακί, σόμπα*, σορλολόπ (σορολόπ), σουγιάς, σουλούπι, σουλτανίνα, σουλτάνος, σουνέτι, σουρμές, σουρουκλεμές, σουρτούκα, σουσάμι*, σουτζούκι,  σοφάς, σοφράς, σπαχής, στουμπέτσι, στράφι.
Ταβάνι, ταγάρι#, τακίμι, ταμάμ, ταμάχι, ταμπάκης, ταμπαχανάς, ταμπλάς, ταμπουράς, ταμπούρι, ταξίμι, τάπα#, τάμπγια (ντάμπια), ταραμάς, ταρσανάς, τάσι, ταφτάς, ταχίνι, ταχταρίζω, ταψί, τεζιάκι (τεζάχι), τεκές, τελατίνι, τέλι, τελεμές, τεμενάς, τεμπέλης, τεμπεσίρι, τενεκές, τέντζερης, τερζής, τερτίπι, τεφαρίκι, τεφτέρι*, τζάκι, τζάμι, τζάμπα, τζαναμπέτης, τζάνεμ, τζατζίκι, τζερεμές, τζερτζελές, τζίβα, τζιβαέρι, τζιέρι, τζιζβές, τζίνι, τζιρίτι, τζιτζί, τζίφος*, τζουράς, τζουτζές, τζουτζούκος, τόπι, τορβάς, τουλίπα (tülbent/τουρμπάνι), τουλούμι, τουλούμπα, τουμπεκί, τουρλού, τουρμπάνι, τουρσί, τουφέκι, τράμπα, τραχανάς, τρελοκαμπέρω# (τρελή + Καμπέρ), τροφαντός, τσάγαλο, τσαγανός, τσάι, τσακ#, τσακάλι, τσακίζω, τσακίρ κέφι, τσακίρικος, τσακμάκι, τσαλί, τσαλίμι, τσαλίκης, τσαμπουκάς, τσανάκι, τσάντα, τσαντίρι, τσαουλί, τσαούσης, τσάπα, τσαπατσούλης, τσαπράζι, τσαρδί, τσάρκα, τσαρούχι, τσατάλι, τσατίζω, τσάτρα πάτρα, τσαχπίνης, τσεβρές, τσελίκι (τσιλίκι), τσεμπέρι, τσέπη, τσιβί, τσιγαρλίκι, τσιγγούνης*, τσιγκέλι, τσικουδιά#, τσικρίκι, τσίλικος, τσιμούχα, τσιμπούκι, τσιμπούσι, τσινάρι, τσίπουρο, τσιράκι, τσιρίσι, τσίσα, τσίτα, τσίτι, τσιτώνω, τσιφλίκι, τσιφούτης, τσιφτετέλι, τσιφτές, τσογλάνι, τσόλι, τσομπάνης, τσορβάς, τσότρα*, τσουβάλι, τσουλούφι, τσουμπλέκι, τσουπ, τσουράπι, τσουρέκι, τσουρούτικος, τσουτσέκι, τσόχα.
Φάκα, φακίρης, φάλαγγα* (βασανιστήριο), φαράσι, φαρί, φαρσί, φαρφάρας, φαρφουρί*, φελάχος, φερετζές, φέσι, φεσώνω, φετφάς, φίλντισι, φιρί φιρί, φιρίκι, φιρμάνι, φισέκι, φιστίκι*, φιτίλι, φλιτζάνι, φουκαράς, φούλι, φουντούκι*,  φουφού,  φραντζόλα, φυντάνι*.
Χαβαλέ, χαβάνι, χαβάς, χαβιάρι*, χαβούζα, χάβρα, χαγιάτι, χάζι, χαζίρι, χαϊβάνι, χαϊμαλί (χαμαΐλι), χαΐνης, χαΐρι, χαλάλι, χαλβάς, χαλές, χάλι, χαλί, χαλίφης, χαλκάς, χαμάλης, χαμάμ, χαμούρα, χαμπάρι, χαν, χάνι, χανούμισσα, χαντζάρι, χάπι, χαράμι, χαραμής, χαραμίζω, χαράτσι, χαρνταχούς, χαρμάνι, χαρμάνης, χαρούπι, χαρτζιλίκι, χασάπης, χασές, χασίς, χατζής, χατίρι, χαφιές, χλετζά, χλεντζής (χλεντζές), χιράμι, χοπ, χότζας, χουβαρντάς, χούι, χουνέρι, χουζούρι, χουρμάς, χουρντάς.

Βιβλιογραφία.
1)      Δημάση Μ, Νιζάμ Α. Το κοινό λεξιλόγιο της Ελληνικής και της Τουρκικής Γλώσσας. Εκδ. Αφοι Κυριακίδη. Θεσσαλονίκη, 2004.
2)      Καλεντερίδη Σ. Η Τουρκία εκδημοκρατίζεται ή δουλεύει τον κόσμο; [http://infognomonpolitics.blogspot.com/2012/01/blog-post_3899.html]
3)      Κουκίδη Κ. Λεξιλόγιο ελληνικών λέξεων παραγομένων εκ της Τουρκικής. Εκδ. Εταιρείας Θρακικών Μελετών. Αθήνα, 1960.
4)      Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής: [http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/triantafyllides/search.html?lq=]
5)      Μπαμπινιώτη Γ. Ετυμολογικό λεξικό της νέας Ελληνικής γλώσσας. Εκδ. Κέντρο Λεξικολογίας. Αθήνα, 2009.
6)      Νταβούτογλου Α. Το στρατηγικό βάθος. Η διεθνής θέση της Τουρκίας. Εκδ. Ποιότητα. Αθήνα, β΄ έκδοση 2010.
7)      Παμπούκη Ι. Τουρκικό λεξιλόγιο της Νέας Ελληνικής. Τόμος Α΄. Εκδ Παπαζήση. Αθήνα, 1988.
8)      Tuncay F, Καρατζά Λ. Τουρκοελληνικό λεξικό. Εκδ. Κέντρου Ανατολικών Γλωσσών και Πολιτισμού. Αθήνα, 2000.
9)      Φιλιππίδη Α. Ρωμηοσύνη ή βαρβαρότητα; Εκδ. Ιεράς Μονής Γενεθλίου της Θεοτόκου. Λιβαδειά, γ΄ έκδοση 2007.
10)  Χειλαδάκη Ν. Ποιοί Τούρκοι; Εκδ. Πελασγός. Αθήνα, 2007.

11)  Χειλαδάκη Ν. Σημάδια Ορθοδοξίας στη σημερινή Τουρκία [http://www.youtube.com/watch?v=iSmzH_1COcY]

4 σχόλια:

  1. Δεν κατάλαβα, πώς μπορώ να προσθέσω το σχολιό μου , παρακαλώ προσθέσε το εσείς.

    Το " άϊντε " είναι το λατινικό "ande" = "πήγαινε , εμπρός! " και υπάρχει επίσης στα ισπανικά, ιταλικά και πορτογαλλικά με το ίδιο νόημα
    Το "αμάν" είναι το ιωνικό "α, μήν", στα δωρικά "α, μαν" = α, όχι , α, μή
    Το "γιαούρτι" είναι παραφθορά του ελληνικού "υγείαρτος"
    Το ότι λέμε "μαρούλι" δεν σημαίνει, ότι δεν είχαμε ή δεν ξέραμε το μαρούλι, απλά η πολιτική κυριαρχία επιβάλλει την χρήση εννοιών της γλώσσας του κυριαρχούντος. Πολλές τουρκικές λέξεις ελληνικής καταγωγής δεν αναγνωρίζονται λόγω παραφθοράς Π.χ. Εγκεμέν=ηγεμών, αφέντης = αυθεντία , αυθεντικός κ.α.
    Ευχαριστώ
    Διαπολιτισμικός

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Τὸ μαρὰζ ἐκ τοῦ πελασγικοῦ μαράζι ἔχει βρεθεῖ στὴν πελασγικὴ στήλη τῆς Λήμνου ποὺ συνδέει τὰ πελασγικὰ μὲ τὰ ἰωνικά. Καμμία σχέση μὲ τουρανικῆς προέλευσης δάνειο. Πρόκειται γιὰ λέξη ποὺ στὴν οὐσία εἶναι ἀντιδάνειο

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Άρτσι μπούρτσι και λουλάς. Κεφτές από το κεκοπτόν κρέας. Καλντερίμι από το καλλιδρόμιον. Αχταρμάς με ελληνικές, λατινικές,περσικές και αραβικές λέξεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Το άϊντε θα μπορούσε να προέρχεται από το άγε πληθ. άγετε;
    Έχει μέσα του την προτροπή, κουνηθείτε, πάμε, πάτε, ορμήξτε κλπ κλπ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.