22/3/15

Το τεχνικό και το πολιτικό

Ο πρωθυπουργός έχει πει πολλές φορές ότι στις διαπραγματεύσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους πρέπει να συζητούν «οι τεχνοκράτες με τους τεχνοκράτες και οι πολιτικοί με τους πολιτικούς». Εχει δίκιο σε αυτό. Τα στελέχη των θεσμών δεν θα έπρεπε να συνομιλούν συχνά με υπουργούς, ούτε βέβαια να απαιτούν ενέργειες έξω από το συμφωνημένο πολιτικό πλαίσιο. Για να τηρηθεί όμως η διάκριση, θα έπρεπε να λειτουργούν σωστά και τα δύο επίπεδα. Δυστυχώς η ελληνική πλευρά δεν ξέρει πώς να χειριστεί αυτή τη σχέση.
Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες η δημόσια διοίκηση είναι παράλληλα αυτόνομη και εργαλείο πολιτικής. Είναι αυτόνομη, γιατί δεν επεμβαίνουν οι πολιτικοί στην τρέχουσα δουλειά. Ο καταμερισμός εργασίας, οι αξιολογήσεις υπαλλήλων, η τεχνολογική αναβάθμιση, οι βελτιώσεις διαδικασιών συμβαίνουν συνήθως χωρίς πολιτική παρέμβαση. Είναι εργαλείο πολιτικής, γιατί όταν η πολιτική ηγεσία θέσει έναν νέο στόχο, η διοίκηση θα ενεργήσει με τρόπο που να τον πετύχει, αν, βέβαια, ο στόχος είναι εφικτός και αν υπάρχουν οι αναγκαίοι πόροι. Η σχέση πολιτικής ηγεσίας και διοίκησης μοιάζει με τη σχέση διευθύνοντος συμβούλου και διευθυντή παραγωγής σε μια καλή επιχείρηση.
Για να λειτουργεί καλά μια «ευρωπαϊκή» διοίκηση, υπάρχουν τεχνικές προϋποθέσεις. Πρώτον, αρχεία που είναι συστηματικά, μετρήσιμα και προσβάσιμα. Οταν ο πολιτικός προϊστάμενος θέλει να μάθει πόσοι λαμβάνουν ένα επίδομα, τι εισόδημα δηλώνουν, πού κατοικούν και τι ηλικία έχουν, να έχει την απάντηση την επόμενη ημέρα. Δεύτερον, διαδικασίες και κανόνες απλοί και διαφανείς. Ο καινούργιος συνταξιούχος να γνωρίζει εύκολα πόση θα είναι η σύνταξη, πότε θα εγκριθεί και πότε θα αρχίσει να εκταμιεύεται. Ο υπεύθυνος προμηθειών ενός οργανισμού τι όριο δαπανών έχει για το επόμενο έτος. Ο προμηθευτής, πότε θα πληρωθεί. Τρίτον, σοβαρές αναλύσεις για τα μέσα πολιτικής. Πόσο πρόσθετο φόρο θα αποδώσει ένα τεκμήριο εισοδήματος και ποιες κοινωνικές ομάδες θα επιβαρύνει; Για να γίνουν καλές εκτιμήσεις, χρειάζονται στατιστικά στοιχεία, μελέτες για τη διεθνή πρακτική, υπηρεσιακοί παράγοντες καταρτισμένοι και έμπειροι, ειδικευμένοι σύμβουλοι.

Η ελληνική διοίκηση χωλαίνει σε όλα τα παραπάνω. Αν λειτουργούσε όπως πρέπει, η διαπραγμάτευση θα ήταν πολύ ευκολότερη. Οι δύο πλευρές θα είχαν καθαρή εικόνα για τις πιθανότητες επιτυχίας κάθε μέτρου και κάθε διαφωνία θα μπορούσε να αξιολογηθεί χωρίς να καταστρέφεται η εμπιστοσύνη.

Η αδυναμία της διοίκησης δεν είναι αθώα. Επί δεκαετίες, οι υπουργοί απέφευγαν τους απλούς και γενικούς κανόνες, γιατί μοίραζαν χρήματα με αντάλλαγμα ψήφους. Γι’ αυτό είχαμε εκατοντάδες διαφορετικά επιδόματα, αντί για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, και δεκάδες ταμεία υγείας, αντί για ένα ΕΣΥ καθολικής πρόσβασης. Η νέα κυβέρνηση συνεχίζει τον κατακερματισμό της πρόνοιας με τις επιμέρους παροχές του προγράμματος της Θεσσαλονίκης. Η διοικητική ιεραρχία και η αξιοκρατία παραβιάζονταν από τους πολιτικούς προϊστάμενους που παρενέβαιναν με κομματικά κριτήρια. Τώρα ο κ. Τσίπρας θέλει να διώξει τους «μνημονιακούς». Η αδιαφάνεια και το πολύπλοκο βολεύουν και πολλούς υπαλλήλους. Στην πιο αθώα εκδοχή, επειδή κανένας δεν τους πιέζει να αποδώσουν έργο. Στη χειρότερη, γιατί έτσι διατηρούν προσωπική εξουσία, που μεταφράζεται σε μίζες.

Σε αυτό το δυσλειτουργικό πλαίσιο, η κυβέρνηση κάνει δύο μεγάλα λάθη. Πρώτον, μερικοί υπουργοί νομίζουν ότι η δημόσια πολιτική εξαντλείται στην ιδέα και στην απόφαση. Ο κ. Βαρουφάκης νόμισε ότι βρήκε τρόπο να περιορίσει τη φοροδιαφυγή με τις καλωδιωμένες νοικοκυρές, ενώ αν ρωτούσε έναν εφοριακό, θα καταλάβαινε (ελπίζω) τις δυσκολίες του σχεδίου του. Ο κ. Λαφαζάνης θέλει να ορίζει πολιτικά την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος, μη έχοντας ιδέα ούτε για τους οικονομικούς περιορισμούς ούτε για το θεσμικό πλαίσιο της αγοράς ενέργειας στην Ευρώπη. Ισως επειδή δεν είχαν ποτέ επαφή με διοίκηση, δεν φαντάζονται πόσες προσπάθειες έχουν γίνει, εδώ και αλλού, για τη φοροδιαφυγή και πόσες μελέτες και διαπραγματεύσεις για την τιμή της ενέργειας.

Δεύτερον, ο πρωθυπουργός νομίζει ότι το κλειδί της σχέσης με τους εταίρους είναι η πολιτική διαπραγμάτευση, και όταν αυτή καταλήξει, τα τεχνικά κλιμάκια θα συνεργαστούν απρόσκοπτα. Αλλά η κ. Μέρκελ δεν θα ασχοληθεί με το Ταμείο Νομικών. Το πολύ πολύ να συζητήσει τον στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα. Για τα άλλα, θα πει «εφαρμόστε κάτι παρόμοιο με άλλες σοβαρές χώρες». Η επιλογή θα γίνει από τους τεχνοκράτες, που σημαίνει διαπραγμάτευση με τους θεσμούς. Και τα λίγα μεγάλα ζητήματα που θα φθάσουν στο Eurogroup θα πρέπει να συνοδεύονται από τεχνικές αναφορές. Οι σοβαροί πολιτικοί θέλουν να δουν πρώτα τις ποσοτικές εκτιμήσεις και μετά να κρίνουν την κοινωνική δικαιοσύνη.

Ο κ. Τσίπρας δεν βλέπει τη σχέση ανάμεσα στο τεχνικό και στο πολιτικό όπως οι ομόλογοί του. Οι άλλοι ξέρουν ότι ανάμεσα στην πολιτική βούληση και στο αποτέλεσμα μιας δημόσιας πολιτικής υπάρχουν οι λεπτομέρειες, οι υπάλληλοι με τα δικά τους συμφέροντα, οι εμπεδωμένες διαδικασίες, οι χιλιάδες εγκύκλιοι και πάντοτε μερικές λάθος εκτιμήσεις. Ο κ. Τσίπρας το αγνοεί και μεταφράζει την επιμονή των τεχνοκρατών στα συγκεκριμένα ως πολιτική παρέμβαση. Οι ομόλογοί του πιστεύουν ότι αποφεύγει τα συγκεκριμένα γιατί θέλει να τους κοροϊδέψει. Πρέπει να εκπαιδευτεί γρήγορα και στη συνέχεια να απαιτήσει από τα υπουργεία τη σοβαρή, τεχνοκρατική συνεργασία.

* Ο κ. Αρίστος Δοξιάδης είναι συγγραφέας του βιβλίου «Το αόρατο ρήγμα: θεσμοί και συμπεριφορές στην ελληνική οικονομία».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.