20/8/18

Η κρίση ΗΠΑ - Τουρκίας επηρεάζει και το Κυπριακό

Αυτή τη φορά φαίνεται πως δεν είναι μια ακόμα αντιπαράθεση ανάμεσα σε Ουάσινγκτον και Άγκυρα, από τις πολλές που έχουν καταγραφεί στην πολλών δεκαετιών σχέση των δύο χωρών. Η πορεία των πραγμάτων είχε διαφανεί από καιρό. Τοποθετώντας τα διάφορα γεγονότα (μόνο του τελευταίου έτους) στη σειρά θα δούμε πως η σημερινή κατάσταση ήταν μια φυσιολογική εξέλιξη πραγμάτων.
Σε αντίθεση με το παρελθόν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τους συνεργάτες του δεν υπολόγισαν σωστά την αντίδραση του Ντόναλντ Τραμπ. Πίστευαν πως οι όποιες αντιδράσεις των Αμερικανών γίνονταν για την «τιμή των όπλων», ότι θα φώναζαν μια-δυο μέρες και μετά θα ήταν όλα μέλι-γάλα.
Πλην, όμως, δεν είναι έτσι τα πράγματα και δεν αποκλείεται να έχουμε μπροστά μας πολλά ακόμα επεισόδια να δούμε.
Και σ’ αυτήν όλη την κατάσταση οι παρενέργειες στο Κυπριακό θα πρέπει να είναι αναμενόμενες. Το ερώτημα είναι πόσο αυτές οι εξελίξεις θα επηρεάσουν την παρούσα κατάσταση πραγμάτων στο θέμα της Κύπρου.
Σήμερα, και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού μιλούν ανοικτά και καθαρά για αναζήτηση μιας νέας πολιτικής με την Τουρκία. Η περίπτωση του Αμερικανού πάστορα Μπράνσον δεν προκάλεσε την κρίση στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας.
Αυτό που προέκυψε είναι η έκθεση της καταρρέουσας σχέσης των δύο χωρών που οικοδομήθηκε και διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Μπορεί ακόμα και σήμερα στις Βρυξέλλες κάποιοι να ελπίζουν σε επιστροφή της Τουρκίας στους κόλπους της Δύσης, στην Ουάσινγκτον όμως τα δεδομένα είναι πολύ διαφορετικά.
Μια πρόσφατη ανάλυση του Ρίτσαρτ Χαας για τις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις είναι ιδιαίτερα κατατοπιστική της κατάστασης πραγμάτων που επικρατεί σήμερα αλλά και το ποια θα είναι η κατεύθυνση προς την οποία θα δούμε να κινείται στο μέλλον η Ουάσινγκτον. Έχοντας ισχυρές προσβάσεις στα κέντρα λήψεως αποφάσεων την Ουάσινγκτον, ο Ρ.Χάας στα κείμενά του καταγράφει κατά κάποιον τρόπο τη γραμμή πλεύσης του «βαθέος κράτους» στην αμερικανική πρωτεύουσα.
Σύμφωνα λοιπόν με τον Ρ.Χάας οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Δύσης στηρίζονταν πάνω σε δύο βασικές αρχές, καμιά εκ των οποίων δεν υφίσταται σήμερα:
1. «Το πρώτο είναι πως η Τουρκία είναι μέρος της Δύσης, που σημαίνει ότι είναι μια ελεύθερη δημοκρατία. Ωστόσο η Τουρκία δεν είναι ούτε ελεύθερη ούτε και δημοκρατική. Σήμερα υπόκειται στην εξουσία ενός κόμματος και όλες οι δυνάμεις έχουν συγκεντρωθεί στα χέρια του Ερντογάν που είναι ο ηγέτης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Υπό την ηγεσία Ερντογάν ο έλεγχος της εξουσίας (checks and balances) έπαψε να υπάρχει και ο Πρόεδρος ελέγχει τα μέσα ενημέρωσης, τη γραφειοκρατία και τα Δικαστήρια. Και υπό αυτά τα δεδομένα σήμερα είναι αδύνατο να δούμε πώς η Τουρκία του Ερντογάν μπορεί να περάσει τα κριτήρια της ένταξης στην ΕΕ.
2. » Η δεύτερη αρχή η οποία υπογραμμίζει το «δυτικό» στάτους της Τουρκίας είναι η ευθυγράμμιση στην εξωτερική πολιτική. Στα πλαίσια αυτά η Τουρκία αγόρασε πάνω από 100 προηγμένης τεχνολογίας μαχητικά F-35 από τις ΗΠΑ. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια η Τουρκία υποστήριζε τη δράση τζιχαντιστών στη Συρία, κινήθηκε εγγύτερα προς το Ιράν και προχώρησε σε συμφωνία για αγορά των εδάφους-αέρος πυραύλων S-400 από τη Ρωσία».
Όπως ο Ρ. Χάας σημειώνει, κάποιοι θα πουν ότι οι αμερικανοτουρκικές αντιπαραθέσεις δεν είναι κάτι το νέο. Και καταγράφει μια σειρά γεγονότων από την κρίση του πυραύλων του 1962, το θέμα της εισβολής στην Κύπρο, μέχρι την άρνηση να επιτραπεί η χρήση της βάσης του Ιντσιρλίκ από τους δυτικούς συμμάχους.
Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι τους τελευταίους μήνες γίνεται όλο και πιο συχνή αναφορά στο θέμα της Κύπρου στις διάφορες αναλύσεις που αφορούν στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Κάτι που δεν συνέβαινε στο παρελθόν και εντέχνως οι όποιες αναλύσεις ή συζητήσεις γίνονταν σε σχέση με ΗΠΑ-Τουρκία, το κεφάλαιο «εισβολή στην Κύπρο» ήταν ανύπαρκτο.
Αυτό, λοιπόν, που βλέπουμε σήμερα είναι κάτι το διαφορετικό. Όπως το θέτει ο Ρ.Χάας, «η αντισοβιετική γόμα που κρατούσε μαζί τις δύο χώρες στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου έχει από πολλού χαθεί. Οι σχέσεις των δύο χωρών θυμίζουν ένα γάμο από την οποία έπαψε να υπάρχει η αγάπη και τα δύο μέρη συζούν κάτω από την ίδια στέγη, παρά το γεγονός ότι δεν υφίσταται πλέον οποιαδήποτε πραγματική σύνδεση ανάμεσά τους».
Ο καβγάς μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκία δεν περιορίζεται ωστόσο ενδοοικογενειακά αλλά επηρεάζει όλη τη γύρω περιοχή, όλη τη γειτονιά. Όσοι παρακολουθούν τις εξελίξεις από κοντά δηλώνουν μετά βεβαιότητας ότι ακόμα δεν έχει ξεκαθαρίσει το τοπίο και δεν αναμένεται να υπάρξει σύντομα μια καθαρή εικόνα. Εκτιμούν ότι η αντιπαράθεση δεν έφτασε στο τέλος της και θα πρέπει να αναμένονται κι άλλα επεισόδια. Θα πρέπει λοιπόν να δούμε την πορεία παράλληλων ζητημάτων όπως είναι οι σχέσεις Τουρκίας-Ισραήλ.
Από την άλλη, όλα αυτά έχουν το αντίκτυπό τους και στο Κυπριακό το οποίο σε μια στιγμή που όλοι περίμεναν κάποιες στέρεες κινήσεις, λόγω της αμερικανοτουρκικής κρίσης το θέμα βρίσκεται και πάλι πάνω σε κινούμενη άμμο. Αυτή τη στιγμή είναι ουτοπία να πιστεύει κάποιος ότι άμεσα ή έμμεσα μπορεί από αμερικανικής πλευράς να επηρεαστεί η Τουρκία για να κάνει κίνηση στο Κυπριακό.
Εδώ δεν μπορούσε να την επηρεάσει όταν οι σχέσεις τους ήταν στα καλύτερά τους και θα μπορεί τώρα που βρίσκονται στα όρια ενός «ψυχρού πολέμου»; Ως εκ τούτου ο αμερικανικός μοχλός πίεσης για το Κυπριακό στα πλαίσια ενός διπλωματικού διαλόγου φεύγει.
Βεβαίως πιέσεις μπορούν να ασκηθούν, από αμερικανικής πλευράς, μέσα από έναν άλλον τρόπο. Να υπάρξει μια συνεχής και πιεστική αναφορά στο θέμα της Κύπρου. Κάποια σημάδια έχουν από καιρό διαφανεί, κυρίως σε κείμενα που είχαν να κάνουν με τις σχέσεις Κύπρου και Ισραήλ και τον ρόλο της Τουρκίας. Δεν αποκλείεται να υπάρξει μια πιο έντονη αναφορά στο μέλλον.
Σημαντικό για την περίπτωση της Κύπρου είναι αυτή η προσέγγιση να περάσει και εντός της σκληρής αμερικανικής γραφειοκρατίας. Μιας γραφειοκρατίας η οποία διαχρονικά είχε κινηθεί υπέρ της Τουρκίας λόγω της γεωστρατηγικής σημασίας που της έδινε το «βαθύ κράτος» της Ουάσινγκτον.
Ένας άλλος παράγοντας που θα παίξει ρόλο στο άμεσο μέλλον είναι αυτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προς αυτή την κατεύθυνση είναι σίγουρο ότι θα κινηθεί η Τουρκία προκειμένου να διατηρήσει τα δυτικά της ερείσματα.
Οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών σε αντίθεση με τους συναδέλφους τους στην Ουάσινγκτον κατά έναν παράδοξο τρόπο δεν είναι το ίδιο σκληροί έναντι της Τουρκίας. Την ώρα που, βάσει των ευρωπαϊκών ενταξιακών κανόνων, θα μπορούσαν είναι να πολύ πιο σκληροί έναντι της Τουρκίας, οι γραφειοκράτες της ΕΕ εμφανίζονται ήπιοι και ανεκτικοί έναντι των τουρκικών ενεργειών.
Και σ’ ό,τι αφορά στο Κυπριακό, ενώ θα μπορούσε κάλλιστα να υπάρξει ένας ισχυρός μοχλός πίεσης προς την Τουρκία, εντούτοις δεν υπάρχει μια ανάλογη βούληση.
Εξάλλου η ΕΕ επιμένει να μη θεωρεί το Κυπριακό ως ζήτημα ευρωπαϊκό θέλοντας κατ’ αυτό τον τρόπο να κρατήσει τη δική της ανάμιξη στην περιφέρεια. Θα είναι λοιπόν και σ’ αυτή την περίπτωση ουτοπικό να αναμένουμε ότι η θα υπάρξει στρατηγική πίεσης προς την Τουρκία είτε για να λύσει το Κυπριακό είτε, κατά το ελάχιστο, να επιστρέψει στο τραπέζι των συνομιλιών.
Ωστόσο η τελική ευρωπαϊκή προσέγγιση θα διαφανεί προσεχώς όταν θα ξεκαθαρίσει οριστικά το όλο σκηνικό. Θα έχει σημασία να δούμε εάν η νέα κατάσταση πραγμάτων που προκύπτει από πλευράς ΗΠΑ έναντι της Τουρκίας θα επηρεάσει και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ή στην προκειμένη περίπτωση θα έρθουν ΕΕ και Τουρκία πιο κοντά μεγαλώνοντας την ίδια ώρα την απόφαση των δύο από τις ΗΠΑ. Μια εξέλιξη η οποία θα έχει αντίκτυπο και τις εξελίξεις στο Κυπριακό τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα.

Ο ρεαλισμός επιβάλλει μια νέα στρατηγική
Η κοινή στέγη στην οποία αναφέρεται ο Ρ.Χάας είναι αυτή του ΝΑΤΟ, η οποία σε αντίθεση με τις κοινωνίες δεν παρέχει μηχανισμούς διαζυγίου. Η Τουρκία μπορεί να αποχωρήσει από τη Συμμαχία, αλλά δεν μπορεί να εκδιωχθεί. Και πάνω σ’ αυτή την πραγματικότητα είναι που θα πρέπει να κινηθούν τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Θα πρέπει, αναφέρει, από ΗΠΑ και ΕΕ να υπάρξει μια διττή προσέγγιση έναντι της Τουρκίας. Η οποία έχει ως εξής:
● Πρώτον: Αυτοί που παράγουν πολιτική θα πρέπει να ασκούν κριτική προς την τουρκική πολιτική όταν δικαιολογείται. Αλλά θα πρέπει να μειώσουν την πρόσβαση στις τουρκικές βάσεις, όπως το Ιντσιρλίκ, να αρνηθούν πρόσβαση της Τουρκίας σε στρατιωτικά συστήματα όπως τα F-35 και να επανεξεταστεί η πολιτική της διατήρησης πυρηνικών όπλων στην Τουρκία. Επιπρόσθετα οι ΗΠΑ δεν θα πρέπει να εκδώσουν τον Γκιουλέν εκτός εάν η Τουρκία αποδείξει την εμπλοκή του στο πραξικόπημα με μαρτυρίες που θα μπορούν να σταθούν ενώπιον αμερικανικού δικαστηρίου και αυτή να ικανοποιεί τις πρόνοιες της κοινής συμφωνίας του 1981 για έκδοση προσώπων. Ούτε και θα πρέπει οι ΗΠΑ να εγκαταλείψουν τους Κούρδους, λαμβάνοντας υπόψη των ανεκτίμητο ρόλο που έπαιξαν στον πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους.
● Δεύτερον: ΗΠΑ και Ευρώπη θα πρέπει να περιμένουν μέχρι να τελειώσει η εποχή Ερντογάν και μετά να προσεγγίσουν τη νέα τουρκική ηγεσία με ένα μεγάλο αντάλλαγμα. Η προσφορά θα είναι στήριξη από τη Δύση με αντάλλαγμα τη δέσμευση της Τουρκίας στην ελεύθερη δημοκρατία και μια εξωτερική πολιτική που να έχει στο επίκεντρό της την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και να στρέφεται κατά της Ρωσίας.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν χρησιμοποίησε τον χώρο των Τάιμς της Νέας Υόρκης για να προειδοποιήσει πως οι σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας βρίσκονται σε κίνδυνο και ότι η χώρα θα αρχίσει να αναζητά νέους φίλους και συμμάχους εάν δεν διαφοροποιηθεί η στάση των Ηνωμένων Πολιτειών.
Αυτό όμως που ξέρουν στην Ουάσινγκτον και το οποίο δύσκολα θα μπορέσει η σημερινή τουρκική ηγεσία να ανατρέψει είναι πως η κρίση οφείλεται κυρίως στις ενέργειες της Τουρκίας και από καιρό ο Ερντογάν είχε ξεκινήσει τη διαδικασία της αναζήτησης νέων φίλων και συμμάχων.
Και γνωρίζοντας αυτή τη στάση και συμπεριφορά του Ερντογάν στο «βαθύ κράτος» της Ουάσινγκτον, η γραφειοκρατία, που παραδοσιακά εργαζόταν προς όφελος της Τουρκίας, έχει περάσει τη θέση πως είναι καιρός ΗΠΑ και Ευρώπη να προσαρμοστούν σ’ αυτή τη νέα πραγματικότητα. 
  Ανδρέας Πιμπίσιης
Φιλελεύθερος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.