23/9/08

Οι πραγματικές αιτίες της βίας στον Καύκασο: Οι υδρογονάνθρακες του πολέμου


Ο πόλεμος Ρώσων και Γεωργιανών, οι αγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου, ο ρόλος των ξένων δυνάμεων και οι πραγματικές αιτίες που οδήγησαν στη σύρραξη.

Γράφει ο Κώστας Ψωμιάδης
kpsomiadis@pertip.gr

Πριν από περίπου 15 χρόνια, όταν όλος ο κόσμος παρέμενε ακόμη συγκλονισμένος από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, ένας αναλυτής στην Αθήνα τολμούσε να αναφέρει τότε ότι τα αποσχιστικά κινήματα, μεταξύ των οποίων και η Αμπχαζία, έχουν άμεση σχέση με τους μελλοντικούς «δρόμους» του πετρελαίου και του αερίου.
Η άποψη αυτή ήρθε αντιμέτωπη με αρκετά ειρωνικά σχόλια που άγγιζαν τα όρια του χλευασμού. Ο ίδιος αναλυτής δε σταμάτησε να συνδέει όλα τα επόμενα γεγονότα στον πολύπαθο Καύκασο με τις εξελίξεις στις ενεργειακές διακρατικές σχέσεις, αλλά και με την αναμενόμενη ροή υδρογονανθράκων από την Κασπία προς τις δυτικοευρωπαϊκές αγορές.
Τα σχόλια από τους επικριτές αυτών των απόψεων συνεχίστηκαν, αλλά με την πάροδο του χρόνου η κριτική γινόταν όλο και πιο ήπια, μέχρι που οι περισσότεροι από τους «αντιπάλους» του αναλυτή έφτασαν στο σημείο να επαναλαμβάνουν όσα είχε καταγράψει ο τελευταίος πολλά χρόνια νωρίτερα… Η δικαίωση ήρθε με τραγικό τρόπο. Η σύγκρουση στον Καύκασο άφησε πίσω της χιλιάδες νεκρούς (στους 5.000 τις υπολογίζουν μετριοπαθέστατες εκτιμήσεις), τεράστιες καταστροφές, αγωγούς εκτός λειτουργίας και την ανθρωπότητα να αναρωτιέται εάν θα επανέλθει στην εποχή του «Ψυχρού Πολέμου». Όλα αυτά, μέσα σε ένα πενθήμερο και σε μία περιοχή όπου ζουν περισσότερες από 100 εθνότητες.

Εθνικές διαφορές
Μία ρωσική παροιμία λέει ότι όταν ο Θεός ολοκλήρωσε τον κόσμο άρχισε να τοποθετεί τους λαούς στις πατρίδες του. Έτσι, τους Έλληνες του έβαλε στην Ελλάδα, τους Γερμανούς στη Γερμανία, τους Κινέζους στην Κίνα κ.ο.κ. Αφού γέμισε τον πλανήτη και τις χώρες με τους λαούς, στο τέλος του περίσσεψαν μερικές δεκάδες εθνότητες. Σκέφτηκε πολύ τι να κάνει κι αποφάσισε να γυρίσει την πλάτη στον πλανήτη, να τους πετάξει προς τα πίσω κι όπου πέσουν εκεί να μείνουν. Έτσι κι έκανε, και οι περίπου 100 εθνότητες βρέθηκαν στον Καύκασο.
Πριν από μερικές εβδομάδες, όταν η κρίση στην περιοχή της Νότιας Οσετίας… μύριζε μπαρούτι, αναζήτησα το χάρτη με την εθνολογική σύσταση του Καυκάσου. Η εικόνα με εξέπληξε: Η πολυχρωμία θύμιζε καλλιτεχνικό ψηφιδωτό, με τους διαφορετικούς λαούς να έχουν αναπτυχθεί σχεδόν σε όλο το μήκος και το πλάτος της περιοχής, δίνοντας την αίσθηση ότι ο διαχωρισμός τους είναι από πολύ δύσκολος έως αδύνατος. Εάν συνυπολογίσουμε και τις διαφορετικές εθνικές, θρησκευτικές, πολιτιστικές και κοινωνικές παραδόσεις της κάθε μίας εθνότητας, τότε αυτομάτως καταλαβαίνουμε ότι έχουμε να κάνουμε με ένα «καζάνι» έτοιμο να πετάξει το καπάκι του…
Η αλήθεια, πάντως, είναι ότι η συγκεκριμένη περιοχή του πλανήτη ποτέ δεν είχε ησυχάσει, με εξαίρεση πολύ μικρές –για τα ιστορικά δεδομένα- περιόδους και για συγκεκριμένους λόγους…
Έπειτα από τις ανατροπές της δεκαετίας του ’90, ωστόσο, τα δεδομένα άλλαξαν. Οι αντιθέσεις ήλθαν στην επιφάνεια και οι διαφορές άρχισαν να λύνονται με τη χρήση της βίας.
Η ρίζα του κακού, πάντως, θα πρέπει να αναζητηθεί πολύ νωρίτερα. Η περιοχή της Κασπίας παραδοσιακά θεωρούνταν πλούσια σε κοιτάσματα πετρελαίου. Η σοβιετική εξουσία είναι αλήθεια ότι δεν έδωσε μεγάλη σημασία στους υδρογονάνθρακες της συγκεκριμένης περιοχής, προτιμώντας να αναπτύξει αρχικώς τα πεδία της Δυτικής Σιβηρίας και στη συνέχεια των υπολοίπων περιοχών που βρίσκονται ανατολικότερα.
Μόλις τη δεκαετία του ’80 οι έρευνες άρχισαν να δίνουν ισχυρά αποτελέσματα ως προς τις πραγματικές ποσότητες «μαύρου χρυσού» και φυσικού αερίου, που κρύβονται στα σπλάχνα της Κασπίας.
Τότε ξεκίνησαν και τα πρώτα σοβαρά προβλήματα μεταξύ εθνοτήτων της περιοχής, με κορύφωση την ένοπλη σύγκρουση Αζέρων και Αρμενίων για το Ναγκόρνο Καραμπάχ, μία περιοχή με αμιγώς αρμενικό πληθυσμό, που ανήκε στο Αζερμπαϊτζάν από την εποχή του Ιωσήφ Στάλιν.
Ο ασκός του Αιόλου είχε ήδη ανοίξει στον Καύκασο. Αλλά, οι πιο διορατικοί –που κάποιοι τους ονόμαζαν «συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας» – είχαν ήδη προβλέψει ότι οι διεθνικές αντιθέσεις θα αξιοποιηθούν από ξένες δυνάμεις, που από τότε εποφθαλμιούσαν τον πλούτο που έκρυβε στα έγκατά της η Κασπία.
Μετά το Ναγκόρνο Καραμπάχ, ακολούθησαν κι άλλες τοπικές συρράξεις, μεταξύ των οποίων στην Υπερδνειστερία, στην Αμπχαζία, αργότερα στη Νότια Οσετία, αλλά με πιο γνωστή την πολυετή ένοπλη σύγκρουση για τον έλεγχο της Τσετσενίας.
Ελάχιστες είναι οι εξαιρέσεις που μπορεί να επικαλεστεί κάποιος για να δείξει ότι οι τοπικές συγκρούσεις δε σχετίζονται με τους μελλοντικούς «δρόμους» του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.
Επίσης, κανείς πλέον δεν μπορεί να αποδώσει απλά και μόνο στην «τρέλα» ενός ηγέτη την προσφυγή στη βία, για να λύσει τις διαφορές του λαού του με κάποιον γειτονικό λαό. Η εξέλιξη των πραγμάτων οδήγησε ακόμη κι εκείνους που ισχυρίζονταν το αντίθετο στο να ξεχάσουν (ή να αποσιωπήσουν) τις προηγούμενες απόψεις τους και πλέον συχνότερα να αναφέρονται στην «οσμή πετρελαίου» πίσω από τις γεωπολιτικές εντάσεις, σε μία ευρύτερη περιοχή, από τη Νοτιοανατολική Ευρώπη έως τον Περσικό Κόλπο κι από εκεί έως την Κασπία.
Όλες αυτές οι συνθήκες λειτούργησαν σωρευτικά στην υπόθεση της Νότιας Οσετίας και στην πολεμική αναμέτρηση της Γεωργίας, αρχικώς, με τον τοπικό πληθυσμό και, στη συνέχεια, με την πανίσχυρη ρωσική πολεμική μηχανή.
Η αντιπαράθεση είχε τραγικά αποτελέσματα για τον τοπικό πληθυσμό, αλλά έστειλε κι ένα ηχηρό μήνυμα σε όλο τον κόσμο: Οι «ενεργειακοί δρόμοι» δε θα είναι ποτέ ασφαλείς, όσο οι μεγάλες δυνάμεις θα βρίσκονται στα άτυπα χαρακώματα, επιδιώκοντας να αποκτήσουν τον έλεγχο των περιοχών από τις οποίες θα περάσουν οι υδρογονάνθρακες.
Στο παρελθόν, τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα της καταρρακωμένης από τις αλλαγές Ρωσίας δεν επέτρεπαν στη Μόσχα να προβάλει ισχυρή αντίσταση στις επιδιώξεις της Ουάσιγκτον, των Βρυξελλών και των άλλων δυτικοευρωπαϊκών οργανισμών (ΝΑΤΟ) για τον έλεγχο της μίας ή της άλλης περιοχής. Οι καιροί, ωστόσο, άλλαξαν. Η Ρωσία ανακτά τις δυνάμεις της και πλέον, με τακτική από το σοβιετικό της παρελθόν, αλλά με πρακτική από τα μαθήματα που πήρε τα τελευταία 15 χρόνια λειτουργώντας σε συνθήκες ελεύθερων αγορών, επιδιώκει τουλάχιστον να μη χάσει τα κεκτημένα προνόμια σε περιοχές όπως ο Καύκασος. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως η συγκεκριμένη περιοχή έχει χαρακτηριστεί ως το «μαλακό υπογάστριο» της Μόσχας…
Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι αυτού του είδους οι αντιπαραθέσεις λύνονται συνήθως δια της βίας. Ωστόσο, η πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή σε όλο τον πλανήτη έχει αλλάξει και δεν θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι στην παρούσα φάση θα ακολουθούνται πρακτικές που εφαρμόστηκαν πριν από έναν αιώνα (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος) ή κατά τη δεκαετία του 1940 (Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος).
Στη σύγχρονη εποχή η βία μπορεί να εξελιχθεί σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις και να δημιουργήσει νέα στρατόπεδα αντιπαράθεσης, με απρόβλεπτες συνέπειες για όλο τον πλανήτη.

Οι αγωγοί του Καυκάσου
Η Γεωργία, ως χώρα, δε διαθέτει ιδιαίτερα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η εγχώρια παραγωγή, για παράδειγμα, είναι μικρότερη από εκείνη που είχε καταγραφεί τις καλές ημέρες λειτουργίας του Πρίνου, σύμφωνα με τα στοιχεία της Υπηρεσίας Ενεργειακής Πληροφόρησης (EIA) της κυβέρνησης των ΗΠΑ.
Ωστόσο, η συγκεκριμένη πρώην σοβιετική δημοκρατία αποτελεί κομβικό σημείο για τη μεταφορά ενεργειακών πρώτων υλών από την Κασπία. Άλλωστε, οι δύο πετρελαιαγωγοί και ο ένας αγωγός φυσικού αερίου αποτελούν σήμερα τις μόνες λύσεις για την προώθηση των παραγόμενων ποσοτήτων στις αζέρικες ακτές της Κασπίας, παρακάμπτοντας το υπό πλήρη κρατικό έλεγχο ρωσικό σύστημα αγωγών.
Ο πόλεμος των πέντε ημερών στη Νότια Οσετία και η προέλαση των ρωσικών στρατευμάτων έως την πόλη Γκόρι, πάντως, δημιούργησε μία νέα πραγματικότητα: Η περιοχή δε διαθέτει τα εχέγγυα που έδινε στο παρελθόν για την ομαλή και ασφαλή μεταφορά ενέργειας προς τη Δύση.
Η διαπίστωση αυτή, μάλιστα, δεν προέρχεται μόνο από τα όσα συνέβησαν από τις αρχές του Αυγούστου, στο στενό εύρος μεταξύ Εύξεινου Πόντου και Κασπίας. Από την έναρξη λειτουργίας του αγωγού Μπακού – Τιφλίδα - Τσεϊχάν (BTC) τα προβλήματα περισσεύουν και κατά καιρούς αλλάζουν… πατρίδες. Τη μία εμφανίζονται στο έδαφος του Αζερμπαϊτζάν, με τη μειωμένη, σε σύγκριση με τις εκτιμήσεις, δυναμικότητα παροχής πετρελαίου. Την άλλη τα προβλήματα εντοπίζονται στο τουρκικό έδαφος, είτε με εντάσεις στην νοτιοανατολική χώρα, είτε με τεχνικά προβλήματα κοντά και εντός του λιμανιού του Τσεϊχάν. Τώρα προέκυψε και πρόβλημα ασφαλείας στο έδαφος της Γεωργίας.
Ο αγωγός BTC έχει τη δυνατότητα να μεταφέρει περίπου ένα εκατ. βαρέλια την ημέρα από την Κασπία στη Μεσόγειο. Ωστόσο, η λειτουργία του από το 2006 δεν έχει φτάσει ποτέ στο μέγιστο της μεταφορικής ικανότητας. Για το λόγο αυτόν, ακόμη και από το βασικό διαχειριστή του αγωγού, τον όμιλο της BP, ακούστηκαν στο παρελθόν αρκετές επικριτικές φωνές για το τελικό κόστος λειτουργίας του BTC, αλλά και για την έλλειψη διάθεσης συνεργασίας από τις υπόλοιπες πλευρές που εμπλέκονται στη διαχείριση.
Ο άλλος αγωγός που διασχίζει τη Γεωργία είναι εκείνος που μεταφέρει πετρέλαιο από το Μπακού στο λιμάνι της Σούπσα, στα γεωργιανά παράλια του Εύξεινου Πόντου.
Πρόκειται για τον πρώτο μετασοβιετικό αγωγό, καθώς άρχισε να κατασκευάζεται το 1994 και ξεκίνησε να λειτουργεί το 1998. Είναι σαφώς μικρότερος από τον BTC, καθώς μεταφέρει μόλις 165 χιλ. βαρέλια την ημέρα, καλύπτοντας τις τοπικές ανάγκες και κάποιες εξαγωγές που δεν μπορούν να γίνουν από διαφορετική «οδό».
Τέλος, στα μεγάλα ενεργειακά έργα που έχουν κατασκευαστεί σε γεωργιανό έδαφος περιλαμβάνεται και ο λεγόμενος «Αγωγός του Νοτίου Καυκάσου». Πρόκειται για την υποδομή μεταφοράς φυσικού αερίου που ξεκινά από το Μπακού, περνά από την Τιφλίδα και καταλήγει στο Ερζερούμ της Τουρκίας. Γι’ αυτόν τον αγωγό, πάντως, υπήρξαν οι λιγότερες πληροφορίες, τις οποίες περιελάμβαναν οι αναλύσεις και τα σχόλια των ειδικών κατά τη διάρκεια και λίγο μετά τις εχθροπραξίες στον Καύκασο.
Ο συγκεκριμένος αγωγός, ωστόσο, είναι εκείνος που εμπεριέχει τα μεγαλύτερα ποσοστά ελληνικού ενδιαφέροντος. Και αυτό, διότι αποτελεί το πρώτο τμήμα της μεγάλης αλυσίδας συστημάτων που θα διασχίσουν την Τουρκία, θα περάσουν σε ελληνικό έδαφος και θα καταλήξουν στην Ιταλία.
Αυτός, άλλωστε, είναι ο αγωγός που ενδιαφέρει περισσότερο τις ΗΠΑ και προκάλεσε τις περισσότερες παρεμβάσεις της Ουάσιγκτον στο παρελθόν. Αυτός είναι ο αγωγός που προκαλεί, στην πραγματικότητα, την παρέμβαση της αμερικανικής διπλωματίας στις εξελίξεις στην περιοχή.
Σε περίπτωση καταστροφής ή ακύρωσης της λειτουργίας του Μπακού – Τιφλίδα - Ερζερούμ, στην ουσία ναρκοθετείται όλο το εγχείρημα των ΗΠΑ για τη δημιουργία αγωγών μεταφοράς αερίου που θα παρακάμπτουν τη Ρωσία και θα λειτουργούν υπό τον απόλυτο έλεγχο αμερικανικών και ευρωπαϊκών επιχειρηματικών δυνάμεων.
Η Ουάσιγκτον και οι σύμμαχοί της έχουν ήδη σπαταλήσει τεράστια αποθέματα διπλωματικών κινήσεων, πιέσεων, εκβιασμών και όλων των άλλων θεμιτών και αθέμιτων μέσων, για να πείσουν τις χώρες που βρίσκονται στην πορεία των σχεδιαζόμενων αγωγών να προσχωρήσουν στο δικό τους στρατόπεδο και να αγνοήσουν τις ρωσικές «Σειρήνες».
Μπορεί να φανταστεί κανείς τι επιπτώσεις θα έχει για την αμερικανική πολιτική επιρροή σε παγκόσμιο επίπεδο η καταστροφή ενός σχεδίου από τη ρίζα του; Προ αυτής ακριβώς της απειλής βρίσκονται σήμερα οι ΗΠΑ, και αυτός είναι ο ουσιαστικός λόγος για τον οποίο αντέδρασαν έντονα στις ρωσικές θέσεις για τον Καύκασο και υποστήριξαν ένα δικό τους άνθρωπο, τον πρόεδρο της Γεωργίας (αναλυτικά, για την πολιτική σταδιοδρομία του Μιχαήλ Σαακασβίλι, μπορείτε να διαβάσετε στο τεύχος 7, Δεκέμβριος 2007, του E.P.).
Η γεωργιανή πλευρά χρησιμοποίησε τη βία, για να επιλύσει ένα πρόβλημα που δεν είναι καινούργιο. Επί μιάμιση δεκαετία οι κάτοικοι της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας ζητούν την απόσχισή τους από την Τιφλίδα και τη στενότερη συνεργασία (έως και προσάρτηση) με τη Μόσχα.
Για τη Γεωργία, εκτός από το σοβαρό πλήγμα στον υπέρμετρο εθνικισμό της, η απώλεια των δύο αυτών περιοχών θα σημάνει και σαφή περιορισμό του ελέγχου των δρόμων που ακολουθούν οι ενεργειακές πρώτες ύλες προς την Τουρκία και τα παράλια του Εύξεινου Πόντου.
Η ρωσική επιρροή θα φτάσει πολύ κοντά (κι όχι ακριβώς επί των αγωγών, όπως γράφτηκε τις ημέρες του πολέμου) σε περιοχές με στρατηγική σημασία για τους μελλοντικούς ενεργειακούς «διαδρόμους». Και τότε, θα μπορεί να επιβάλλει, με οποιοδήποτε μέσο, τα δικά της μέτρα και σταθμά ως προς τη ροή των ενεργειακών πρώτων υλών.

Τα πραγματικά προβλήματα
Ένα από τα ερωτήματα που κυριαρχούσαν κατά τις ημέρες των εχθροπραξιών και κυρίως, όταν τα ρωσικά στρατεύματα (ειρηνευτικά κατά τη Μόσχα, κατοχικά κατά την Τιφλίδα) εισήλθαν στο έδαφος της Γεωργίας ήταν το εάν και κατά πόσο επλήγησαν οι αγωγοί.
Ο πόλεμος αυτός, περισσότερο από κάθε άλλον στο παρελθόν, χαρακτηρίστηκε από την ευρεία χρήση των επικοινωνιακών προπαγανδιστικών κανόνων, και από τις δύο πλευρές.
Για παράδειγμα, όταν διακόπηκε η ροή του πετρελαίου στον αγωγό Μπακού – Τιφλίδα - Τσεϊχάν, Γεωργιανοί αξιωματούχοι έσπευσαν να ανακοινώσουν ότι η ρωσική αεροπορία προσπάθησε να πλήξει τον αγωγό. Αλλά, για να μην διασπείρουν και πανικό στις αγορές, έσπευσαν οι ίδιοι αξιωματούχοι να διαβεβαιώσουν ότι οι ρωσικές ρουκέτες δε βρήκαν στόχο. Ωστόσο, η προώθηση πετρελαίου δεν αποκαταστάθηκε και η πραγματικότητα ήλθε στο φως: Η ίδια η BP, η επικεφαλής των διαχειριστών του αγωγού, διέκοψε προσωρινά την παροχή «μαύρου χρυσού», έως ότου αποκατασταθεί η σταθερότητα στην περιοχή και δεν υπάρχει κίνδυνος τόσο για τις υποδομές, όσο και για τις μεταφερόμενες ποσότητες.
Περίπου το ίδιο συνέβη και με τον αγωγό Μπακού – Τιφλίδα - Ερζερούμ, όπου εκεί, ήδη από τις αρχές του έτους και χωρίς να βρίσκονται σε εξέλιξη πολεμικές επιχειρήσεις, η ροή του αερίου ήταν προβληματική. Τόσο το Αζερμπαϊτζάν, όσο και χώρες της Κεντρικής Ασίας δήλωναν αδυναμία να προσφέρουν αέριο προς μεταφορά, για διάφορους λόγους (καιρικές συνθήκες, μειωμένη παραγωγή κ.λπ.).
Με δεδομένο ότι ο συγκεκριμένος αγωγός μπορεί να τροφοδοτήσει έως και την Ελλάδα, η συγκεκριμένη αδυναμία δε θεωρείται κάτι το εξαιρετικό. Όταν, ωστόσο, ολοκληρωθούν οι υποδομές και γίνει δυνατή η διασύνδεση με τα ευρωπαϊκά συστήματα, τότε το πρόβλημα βιωσιμότητας του αγωγού θα είναι μεγάλο, εάν συνεχιστεί η ίδια κατάσταση.
Αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά, τόσο στο Μπακού και στην Τιφλίδα (η οποία προσδοκά υψηλά έσοδα από την transit μεταφορά υδρογονανθράκων), όσο και στην Ουάσιγκτον, αλλά και στις τρεις πρωτεύουσες επικρατεί η άποψη: «Ας τελειώνουμε με την παράκαμψη της Ρωσίας και αργότερα βλέπουμε για τις αναγκαίες ποσότητες πετρελαίου και αερίου».
Η Μόσχα, από την πλευρά της, προσπαθεί να δείξει ότι δεν ανησυχεί για τα όσα σχεδιάζουν οι ξένοι, αλλά πλέον παρήλθαν οι καιροί που αντιδρούσε έντονα σε διπλωματικό επίπεδο, αλλά δεν είχε τη δυνατότητα διαφορετικού είδους παρεμβάσεων. Πολύ περισσότερο όταν γίνεται λόγος για το «μαλακό υπογάστριό» της και όταν διακυβεύεται, επί της ουσίας, το μέλλον των ενεργειακών σχέσεων και των ισορροπιών σε μία ευρύτερη περιοχή με έντονο ρωσικό συμφέρον.
Τελικά, από όσες πληροφορίες έγινε δυνατόν να διασταυρωθούν, οι ενεργειακοί διάδρομοι που διασχίζουν τη Γεωργία δεν υπέστησαν ζημιές, με εξαίρεση τον αγωγό Μπακού - Σούπσα, στον οποίο η έκταση των «τραυμάτων» μπορεί να περιγραφεί με μία αμερικανικής εμπνεύσεως έκφραση, εκείνη την περίφημη: «Παράπλευρες Απώλειες».
Ίσως το μεγαλύτερο πλήγμα στις ενεργειακές αγορές προήλθε από την έλλειψη περίπου ενός εκατ. βαρελιών την ημέρα στις διαθέσιμες ποσότητες. Ωστόσο, ούτε κι αυτός ήταν ισχυρός λόγος, ώστε να σημειωθούν ακραίες διακυμάνσεις στις τιμές του πετρελαίου, οι οποίες, στην έναρξη των εχθροπραξιών, είχαν ήδη ξεκινήσει την πορεία προς την αποκλιμάκωση, η οποία διακόπηκε μόνο προσωρινά και για ελάχιστο χρονικό διάστημα.
Από μόνη της αυτή η εξέλιξη δίνει μία ακόμη ισχυρή ένδειξη σε όσους υποστηρίζουν ότι η «έκρηξη» των τιμών έως τα 147 δολ. ανά βαρέλι προήλθε σχεδόν αποκλειστικά από την κερδοσκοπία, όπως επίσης και ότι η πτώση των τιμών αποδίδεται σε απολύτως κερδοσκοπικές κινήσεις κι όχι σε πραγματικούς λόγους λειτουργίας της διεθνούς αγοράς.

Ο πόλεμος φέρνει οικονομική κρίση
Ισχυρό πλήγμα στην οικονομία της Γεωργίας αναμένεται να επιφέρει η πολεμική σύγκρουση με τη Ρωσία, καθώς και απώλειες, όπως είναι αναμενόμενο, σε έμψυχο και άψυχο υλικό.
Για τη Ρωσία τα πράγματα είναι λίγο καλύτερα, καθώς δεν έχει καταγραφεί σοβαρή ζημιά σε υποδομές εντός της σημερινής επικράτειας. Βεβαίως, θα αποδοθούν μεγάλα ποσά ως βοήθεια στους Οσέτιους, για την ανασυγκρότηση της κατεστραμμένης περιοχής, αλλά προς το παρόν ας είναι καλά τα πετροδόλαρα…
Πάντως, και στη Μόσχα πληθαίνουν οι εκτιμήσεις ειδικών για επερχόμενη οικονομική κρίση. Μάλιστα, ο διευθυντής του Ινστιτούτου Προβλημάτων Παγκοσμιοποίησης της Μόσχας, Μιχαήλ Ντελιάγκιν, σε άρθρο του σε ρωσική οικονομική ιστοσελίδα προβλέπει ότι, μέσα στην επόμενη τριετία, η Ρωσία θα περάσει από «συστημική κρίση», η οποία, στην παρούσα φάση, συνεχώς μετατίθεται για το μέλλον, λόγω των απίστευτα υψηλών εσόδων από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Με άλλα λόγια, η Μόσχα διαθέτει «μαξιλάρι ασφαλείας», όπως το χαρακτηρίζει ο κ. Ντελιάγκιν, για να αντιμετωπίσει στην παρούσα συγκυρία οποιοδήποτε οικονομικό βάρος προέρχεται από τον πόλεμο στον Καύκασο.
Αντιθέτως, η οικονομία της Γεωργίας φαίνεται αδύναμη και, μετά τα πλήγματα σε υποδομές και στρατιωτικούς στόχους, οι εξελίξεις αναμένονται ακόμη πιο δυσμενείς.
Όπως υποστηρίζουν τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης, λίγο πριν αρχίσουν να ακούγονται τα κανόνια στη Νότια Οσετία, εκατοντάδες ξένες εταιρείες εγκατέλειψαν τη Γεωργία. Ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία σύντομα θα επιτευχθεί μείωση ή και εξάλειψη της έντασης στον Καύκασο, ο ίδιος ο Μ. Σαακασβίλι και οι υπουργοί του θα πρέπει να οργώσουν τα χρηματοοικονομικά κέντρα του πλανήτη όπου συχνάζουν οι εκπρόσωποι των μεγάλων επενδυτικών εταιρειών, για να τους πείσουν να επιστρέψουν στη χώρα του.
Διότι κανείς (ούτε ο ίδιος ο Σαακασβίλι, ενδεχομένως) δεν μπορεί να πιστέψει ότι τα δολάρια που θα στείλουν οι Αμερικάνοι (άγνωστο ακόμη το ποσό και οι όροι για τη χρήση τους) θα είναι αρκετά, για να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις, ώστε η Γεωργία να ορθοποδήσει οικονομικά.
Άλλωστε, από την πρώτη ημέρα του πολέμου, οι μεγάλοι οίκοι αξιολόγησης του εξωτερικού προχώρησαν σε υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Γεωργίας, κάτι που θα δημιουργήσει πρόσθετα προβλήματα, κυρίως για το δανεισμό της χώρας.
Κι ένα ακόμη σοβαρό στοιχείο, που αποτελεί ένα ακόμη ισχυρό επιχείρημα για όσους επικρίνουν σφόδρα τον πρόεδρο της Γεωργίας: Σημαντικό μέρος των επενδύσεων στη συγκεκριμένη πρώην Σοβιετική Δημοκρατία προερχόταν από Ρώσους επιχειρηματίες, οι οποίοι, είτε από πατριωτισμό είτε λόγω ρίσκου, έχουν ήδη στρέψει τις πλάτες τους στην Τιφλίδα.
Εν τω μεταξύ, ένα ιδιαίτερα σημαντικό ποσό που εισέρρεε στη χώρα από πολίτες, που ζουν και εργάζονται στη Ρωσία, έχει ήδη σταματήσει να κινείται προς Νότο…
Σύμφωνα με στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, στο πρώτο τρίμηνο του 2008, μόνο από απλούς πολίτες, μεταβιβάστηκαν προς τις τράπεζες της Γεωργίας κεφάλαια ύψους 172 εκατ. δολαρίων, δηλαδή δέκα φορές περισσότερα απ’ όσα εισπράττει η χώρα από εξαγωγές προς τη Ρωσία σε έξι μήνες!!!
Η διακοπή της ροής των χρημάτων αυτών θα βλάψει περισσότερο τους πολίτες της Γεωργίας και, κατ’ επέκταση, τον ίδιο το Μιχαήλ Σαακασβίλι, λένε οι ειδικοί στη Μόσχα, η οποία μάλιστα δηλώνει με κάθε ευκαιρία ότι ούτε το σκέφτονται οι δικοί της αρμόδιοι να… κλείσουν την κάνουλα. Βεβαίως, η εξέλιξη αυτή αποτελεί ένα ακόμη επιχείρημα στα όσα υποστηρίζει η Ρωσία για τη στάση της και τις αντιδράσεις της έναντι των Γεωργιανών.

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ENERGY point, τεύχος Σεπτεμβρίου 2008

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.