28/12/11

Η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για τα Σκόπια: Επισκόπηση και Παρατηρήσεις, δ΄ μέρος


Ιωάννης Σ. Λάμπρου, διεθνολόγος

Σχετικά άρθρα
Ανάλυση της πρώτης παραγράφου του άρθρου 11 παρ. 1
Στο τέταρτο σημείωμα μας, θα αρχίσουμε να παρουσιάζουμε τα συμπεράσματα του Δικαστηρίου αναφορικά με την ουσία της υπόθεσης, για το αν η Ελληνική Κυβέρνηση παραβίασε το άρθρο 11 παρ. 1 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας. Υπενθυμίζεται ότι αυτή η διάταξη απαγόρευε στην Ελλάδα να αρνηθεί την ένταξη των Σκοπίων σε διεθνείς οργανισμούς, στους οποίους η Ελλάς ήταν μέλος, εκτός από την περίπτωση κατά την οποία τα Σκόπια θα αναφέρονταν σε ένα τέτοιο οργανισμό με ονομασία διαφορετική από αυτή του Ψηφίσματος 817 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, δηλαδή ως ‘Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας’.

Τα Σκόπια υποστήριξαν ότι η Ελλάδα πριν και κατά τη διάρκεια της Συνόδου του ΝΑΤΟ παραβίασε το άρθρο 11 παρ. 1 και ότι η άρνηση της ελληνικής πλευράς δεν καλύπτεται από το άρθρο 22, το οποίο διελάμβανε ότι η Ενδιάμεση Συμφωνία δεν στρέφεται έναντι κανενός και δεν παραβιάζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των δύο μερών από διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες με άλλα κράτη ή διεθνείς οργανισμούς. Από την πλευρά της, η ελληνική αντιπροσωπεία για δεύτερη φορά άλλαξε στρατηγική κατά την διάρκεια της διαδικασίας, ύστερα από την στάση την οποία τήρησε αναφορικά με την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου ( βλέπε το πρώτο σημείωμα). Η ελληνική πλευρά υποστήριξε ότι δεν παρεμπόδισε την ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ· εναλλακτικά, υποστηρίχθηκε η άποψη ότι η αντίδραση στην ένταξη των Σκοπίων καλύπτεται από το ίδιο το άρθρο 11 παρ. 1, υπό την έννοια ότι τα Σκόπια θα αναφέρονταν εντός ενός διεθνούς οργανισμού διαφορετικά από την προσωρινή τους ονομασία (Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας), δηλαδή θα γινόταν χρήση του συνταγματικού τους ονόματος. Τέλος, υποστηρίχθηκε ότι η παρεμπόδιση των Αθηνών στην ένταξη των Σκοπίων δεν θα ερχόταν σε αντίθεση με τη Ενδιάμεση Συμφωνίας λόγω του άρθρου 22 (βλέπε παραπάνω).
            Το Δικαστήριο, εξέτασε πρώτα την πρώτη πρόταση του άρθρου 11 παρ. 1, διάταξη η οποία επέβαλλε μια απαγόρευση στην Ελλάδα, να μην εναντιωθεί στην ένταξη των Σκοπίων σε διεθνείς οργανισμούς. Τα δύο μέρη συμφώνησαν ότι η φράση “not to object = να μην φέρει αντιρρήσεις” δεν υποχρεώνει την Ελλάδα να υποστηρίξει ενεργά την ένταξη των Σκοπίων. Επιπροσθέτως, σημειώνεται στην απόφαση του Δικαστηρίου, τα δύο μέρη συμφώνησαν πως η υποχρέωση “ να μη φέρει αντίρρηση ” δεν είναι μια υποχρέωση η οποία κρίνεται από το αποτέλεσμα αλλά από την συμπεριφορά. Τα Σκόπια, όμως, έδωσαν στη φράση “ να μη φέρει αντιρρήσεις” μια διασταλτική ερμηνεία εντάσσοντας σε αυτή όχι μόνο την αρνητική ψήφο αλλά και κάθε πράξη η παράλειψη η οποία παρεμποδίζει την λήψη ομόφωνης απόφασης σε ένα διεθνή οργανισμό, καθώς επίσης και την απλή ενημέρωση προς τα μέλη ενός διεθνούς οργανισμού ότι η Ελλάς θα παρεμπόδιζε την ομοφωνία. Η ελληνική αντιπροσωπεία υιοθέτησε μια πιο περιοριστική ερμηνεία της φράσης “ να μη φέρει αντίρρηση ”, τονίζοντας ότι μια αντίρρηση προϋποθέτει μια συγκεκριμένη αρνητική πράξη όπως την άσκηση του δικαιώματος αρνησικυρίας (βέτο) και όχι μια γενική στάση η οποία μπορεί να  περιλαμβάνει την αποχή ή την έλλειψη υποστήριξης σε μια διαδικασία ομοφωνίας. Η φράση “ να μη φέρει αντίρρηση ”, σύμφωνα με την ελληνική επιχειρηματολογία, πρέπει να ερμηνευθεί στενά διότι επιβάλλει ένα περιορισμό στο δικαίωμα της Ελλάδος να φέρει αντιρρήσεις, ένα δικαίωμα το οποίο υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε να ασκήσει.
Το Δικαστήριο δεν ακολούθησε την ελληνική επιχειρηματολογία σε αυτό το σημείο. Το Δικαστήριο υποστήριξε πως η συγκεκριμένη διάταξη (πρώτη παράγραφος του άρθρου  11 παρ. 1) δεν περιορίζει την υποχρέωση της Ελλάδος να μη φέρει αντίρρηση στην ένταξη των Σκοπίων μόνο σε διεθνείς οργανισμούς στους οποίους ακολουθείται η διαδικασία ψηφοφορίας αναφορικά με την είσοδο νέων μελών. Η Ελλάδα, σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, δεν εξαιρείται της υποχρέωσης της βάσει της πρώτης παραγράφου του άρθρου 11 παρ. 1, σε διεθνείς οργανισμούς στους οποίους εφαρμόζεται η αρχή της ομοφωνίας, όπως το ΝΑΤΟ. Άρα το επιχείρημα της Ελλάδος ότι η αντίρρηση πρέπει να στοιχειοθετηθεί βάσει συγκεκριμένης ενέργειας, ώστε να μην έχει εφαρμογή η συγκεκριμένη διάταξη σε οργανισμούς όπου δεν υφίσταται ψηφοφορία αλλά ομοφωνία (ΝΑΤΟ), καταρρέει. Το Δικαστήριο συνέχισε, τονίζοντας πως δεν έχει σημασία κατά πόσο η ελληνική στάση επηρέασε λίγο ή πολύ την τελική απόφαση της Συνόδου Κορυφής, αλλά το γεγονός ότι η συμπεριφορά της Ελλάδος δεν συμμορφωνόταν με τη πρώτη παράγραφο του άρθρου 11 παρ. 1. Τέλος, στην απόφαση γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι αφού η Ελλάς δε συσχέτισε την αντίρρηση της στη Σύνοδο Κορυφής  με λόγους άλλους από την διαφορά του ονόματος, τότε το Δικαστήριο δεν χρειάζεται να αποφασίσει αν η Ελληνική Δημοκρατία έχει το δικαίωμα να εκφράσει αντιρρήσεις στην είσοδο των Σκοπίων σε ένα διεθνή οργανισμό εξαιτίας αυτών των άλλων λόγων. Με λίγα λόγια, από την στιγμή κατά την οποία η Ελλάδα δήλωσε ότι ο πιο σημαντικός λόγος για την αντίρρηση της στη Σύνοδο Κορυφής ήταν η διαφορά του ονόματος και όχι η μη εκπλήρωση βασικών κριτηρίων εισδοχής στο ΝΑΤΟ από τα Σκόπια καθώς και την εύθραυστη εσωτερική κατάσταση του γειτονικού κρατιδίου, τότε το Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με αυτό το ζήτημα. Αποτελεί ενδιαφέρον θέμα προς συζήτηση, αν η ελληνική πλευρά όφειλε να θίξει την ακαταλληλότητα των Σκοπίων προς ένταξη στο ΝΑΤΟ και να μη βασίσει την άρνηση της, στη Σύνοδο Κορυφής, εξ’ ολοκλήρου στη διαφορά του ονόματος.

Κατά πόσο η Ελλάδα έφερε αντίρρηση στην ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ;
Η αντιπροσωπεία των Σκοπίων στην προσπάθεια της να αποδείξει την παραβατική συμπεριφορά των Αθηνών προσκόμισε γραπτά κείμενα από την ελληνική  διπλωματική αλληλογραφία καθώς και δηλώσεις Ελλήνων αξιωματούχων πριν και μετά από την Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ. Στην απόφαση αναφέρονται συγκεκριμένες περιπτώσεις εγγράφων και δηλώσεων: έγγραφο της ελληνικής κυβέρνησης το οποίο επιδόθηκε στα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ το 2007, δηλώσεις του Έλληνα Πρωθυπουργού και Ελληνίδας Υπουργού των Εξωτερικών, τον Φεβρουάριο, Μάρτιο και Απρίλιο του 2008, έγγραφο του Μόνιμου Αντιπροσώπου της Ελλάδος στον ΟΗΕ προς τον συνάδελφο του της Κόστα Ρίκα, έγγραφο προς τον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών. Το περιεχόμενο αυτών των δηλώσεων και κειμένων περιέχει την βούληση των Αθηνών να συσχετίσει αποκλειστικά την επιτυχή κατάληξη των συνομιλιών για το όνομα με την εκ μέρους της Ελλάδος μη παρεμπόδιση της ένταξης των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ.
Η ελληνική αντιπροσωπεία, από τη μεριά της, ισχυρίστηκε ότι η υποχρέωση της να μην εναντιωθεί στην ένταξη των Σκοπίων, δεν της στερούσε τη δυνατότητα να εκφέρει άποψη αναφορικά με την καταλληλότητα των Σκοπίων σχετικά με την εκπλήρωση κριτηρίων για την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Για την ελληνική αντιπροσωπεία, οι δηλώσεις των Ελλήνων αξιωματούχων αποτελούσαν προσπάθεια να καταδειχθεί ότι τα Σκόπια δεν πληρούσαν τους όρους ένταξης στη Βορειοατλαντική Συμμαχία.
Το Δικαστήριο, τόνισε το προφανές ότι πριν, κατά την διάρκεια και μετά από την σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ, η ελληνική κυβέρνηση κατέστησε σαφές ότι το αποφασιστικό κριτήριο για την Ελλάδα είναι η επίλυση της διαφοράς του ονόματος. Το Δικαστήριο δεν δέχτηκε ότι οι επίσημες δηλώσεις των Ελλήνων αξιωματούχων αποτελούσαν απλά παρατηρήσεις, αναφορικά με την καταλληλότητα των Σκοπίων να καταστούν μέλη του ΝΑΤΟ. Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η Ελλάδα είχε εκφράσει αντιρρήσεις αναφορικά με την ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, σύμφωνα με το νόημα της πρώτης πρότασης του άρθρου 11 παρ. 1.

Ανάλυση της δεύτερης  παραγράφου του άρθρου 11 παρ. 1
Το Δικαστήριο, ύστερα, στράφηκε στο δεύτερο μέρος του άρθρου 11 παρ. 1, ώστε να αποδείξει αν η αντίρρηση της Ελλάδος εμπίπτει στην εξαίρεση αυτού του άρθρου. Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με το άρθρο11 παρ. 1 η Ελλάς συμφωνεί να μην φέρει αντιρρήσεις στην προσπάθεια των Σκοπίων να καταστούν μέλος σε ‘διεθνείς, πολυμερείς και περιφερειακούς οργανισμούς και θεσμούς’ στους οποίους ( η Ελλάς) είναι ήδη μέλος. Ως εξαίρεση στην παραπάνω διάταξη ορίζεται η περίπτωση, κατά την οποία τα Σκόπια θα αναφέρονται σε έναν οργανισμό ή θεσμό με ονομασία διαφορετική από αυτή στην οποία γινόταν αναφορά στην δεύτερη παράγραφο του Ψηφίσματος 817, δηλ. όταν θα γινόταν χρήση ονομασίας διαφορετική από ‘Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας’.  Σε μια τέτοια περίπτωση, η Ελληνική Κυβέρνηση θα είχε το δικαίωμα να προβάλλει αντιρρήσεις.
Η αντιπροσωπεία των Σκοπίων υποστήριξε πως η εξαίρεση του άρθρου 11 παρ. 2, έχει εφαρμογή μόνο στην περίπτωση, κατά την οποία τα Σκόπια θα αναφέρονται από τον εκάστοτε διεθνή οργανισμό με ονομασία διαφορετική από το ‘Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας’. Κατά την άποψη των Σκοπίων το γεγονός ότι οι διεθνείς οργανισμοί δεσμεύονται να αναφέρουν τα Σκόπια με το προσωρινό όνομα ‘Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας’, δεν αφαιρεί από τα ίδια τα Σκόπια να χρησιμοποιούν το συνταγματικό τους όνομα, ‘Δημοκρατία της Μακεδονίας’, ενέργεια η οποία αποτελεί συνεχή πρακτική από την υιοθέτηση του Ψηφίσματος 817 το 1993. Η ίδια πρακτική, σύμφφωνα με τη σκοπινή εποιχειρηματολογία, η οποία χρησιμοποιείται εντός του ΟΗΕ, θα χρησιμοποιηθεί και εντός του ΝΑΤΟ.
Επίσης, σύμφωνα με την σκοπιανή πλευρά, ήταν κατανοητό από τα κράτη τα οποία συμμετείχαν στην σύνταξη του Ψηφίσματος 817, ότι το εν λόγω Ψήφισμα δεν απαιτούσε από τα ίδια τα Σκόπια να χρησιμοποιούν το προσωρινό όνομα (ΠΓΔΜ), ούτε και έδινε οδηγίες προς τρίτα κράτη για το πώς θα αποκαλούν τα Σκόπια. Τέλος, η σκοπιανή πλευρά, σε σχέση με την αίτηση ένταξης των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, ερμηνεύει τη φράση του άρθρου 11 παρ. 1 “… is to be referred to in such organization or institution…” υπό την έννοια ότι περιέχει, μεταξύ άλλων, τον τρόπο με τον οποίο τα Σκόπια θα καταχωρούνται ως μέλος της Συμμαχίας, τον τρόπο με τον οποίο τα μέλη της σκοπιανής αντιπροσωπείας θα  διαπιστεύονται στο ΝΑΤΟ και τον τρόπο με τον οποίο τα Σκόπια θα αναφέρονται στα επίσημα έγγραφα της Συμμαχίας.
Η ελληνική πλευρά υιοθέτησε την άποψη πως το Ψήφισμα 817 υποχρεώνει τα Σκόπια να χρησιμοποιούν την προσωρινή ονομασία για να αυτοπροσδιοριστούν εντός των Ηνωμένων Εθνών. Επίσης, η πρόθεση των Σκοπίων να χρησιμοποιούν το συνταγματικό τους όνομα και η πιθανότητα τρίτα κράτη να κάνουν το ίδιο ενεργοποιεί την εξαίρεση του δεύτερου μέρους του άρθρου 11 παρ. 2. Η ελληνική πλευρά δεν διέψευσε τη συνεχή πρακτική εκ μέρους των Σκοπίων στην χρήση του συνταγματικού τους ονόματος, αλλά ισχυρίστηκε πως η Ελληνική Κυβέρνηση διαμαρτυρήθηκε πριν και μετά την υπογραφή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας για το γεγονός αυτό. Προς απόδειξη αυτού του ισχυρισμού η ελληνική αντιπροσωπεία κατέθεσε στοιχεία για οκτώ περιπτώσεις, την περίοδο από την υιοθεσία του Ψηφίσματος 817 ως την Ενδιάμεση Συμφωνία, στις οποίες η χρήση από τα Σκόπια του συνταγματικού τους ονόματος ήταν αντίθετη με το Ψήφισμα 817.
Επιπροσθέτως, υποστηρίχθηκε ότι η φράση “… is to be referred to in such organization or institution…” σημαίνει όχι μόνο πως θα αναφέρονται τα Σκόπια από τον διεθνή οργανισμό αλλά και πως θα αναφέρονται εντός του διεθνούς αυτού οργανισμού. Προς υποστήριξη αυτού του ισχυρισμού η ελληνική πλευρά δίνει έμφαση σε μια φράση του άρθρου 11 παρ. 1. Προς κατανόηση του ελληνικού επιχειρήματος θα γίνει χρήση της αγγλικής διατύπωσης του δεύτερου μέρους του άρθρου 11 παρ1 :“ …howeverthe Party of the First Part [ Ελλάςreserves the right to object to any membership referred to above if and to the extent the Party of the Second Part [ Σκόπιαis to be referred to in such an organization or institution differently than in paragraph 2 of United Nations Security Council resolution 817 (1993)”. Η ελληνική πλευρά θεώρησε ότι η φράση ‘to the extent’( στο βαθμό που), δίνει το δικαίωμα στην Αθήνα  να φέρει αντιρρήσεις όχι μόνο στην χρήση ονόματος από τον διεθνή οργανισμό ως σώμα, αλλά και σε περιπτώσεις περιορισμένης ή περιστασιακής χρήσης από τρίτα κράτη-μέλη, ονόματος διαφορετικού από το προσωρινό, δηλαδή χρήση του συνταγματικού ονόματος ‘Δημοκρατία της Μακεδονίας’.
Τέλος, στην απόφαση γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι αφού η Ελλάς δε συσχέτισε την αντίρρηση της στη Σύνοδο Κορυφής  με λόγους άλλους από την διαφορά του ονόματος, τότε το Δικαστήριο δεν χρειάζεται να αποφασίσει αν η Ελληνική Δημοκρατία έχει το δικαίωμα να εκφράσει αντιρρήσεις στην είσοδο των Σκοπίων σε ένα διεθνή οργανισμό εξαιτίας αυτών των άλλων λόγων. Με λίγα λόγια, από την στιγμή κατά την οποία η Ελλάδα δήλωσε ότι ο πιο σημαντικός λόγος για την αντίρρηση της στη Σύνοδο Κορυφής ήταν η διαφορά του ονόματος και όχι η μη εκπλήρωση βασικών κριτηρίων εισδοχής στο ΝΑΤΟ από τα Σκόπια καθώς και την εύθραυστη εσωτερική κατάσταση του γειτονικού κρατιδίου, τότε το Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με αυτό το ζήτημα. Αποτελεί ενδιαφέρον θέμα προς συζήτηση, αν η ελληνική πλευρά όφειλε να θίξει την ακαταλληλότητα των Σκοπίων προς ένταξη στο ΝΑΤΟ και να μη βασίσει την άρνηση της, στη Σύνοδο Κορυφής, εξ’ ολοκλήρου στη διαφορά του ονόματος.
Το Δικαστήριο τόνισε πως η φράση “…if and to the extent the [Applicant=Σκόπια] is to referred todifferently than in…”, είναι γραμμένη στην παθητική φωνήΑυτό σημαίνει πως ο ελληνικός ισχυρισμός, ότι η φράση περιλαμβάνει όχι μόνο το πώς τα Σκόπια θα αποκαλούνται από τον εκάστοτε διεθνή οργανισμό αλλά και τον τρόπο με τον οποίο τα Σκόπια θα αυτοπροσδιορίζονται, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Επιπλέον, αναφορικά με τη φράση ‘to the extent’, φράση η οποία χρησιμοποιήθηκε από την ελληνική πλευρά για να αποδείξει  πως η Αθήνα έχει το δικαίωμα να φέρει αντιρρήσεις ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία ένα τρίτο κράτος μέλος του ΝΑΤΟ αποκαλέσει τα Σκόπια με όνομα διαφορετικό από αυτό του Ψηφίσματος 817 (προσωρινό όνομα), το Δικαστήριο δεν δέχθηκε την ερμηνεία της ελληνικής πλευράς και θεώρησε ότι κάλλιστα η φράση αυτή μπορεί να έχει το νόημα πως η Ελληνική Κυβέρνηση έχει το δικαίωμα να φέρει αντιρρήσεις στο βαθμό κατά τον οποίο ο διεθνής οργανισμός -και όχι τα μέλη του- δεν χρησιμοποιεί το προσωρινό όνομα όταν αναφέρεται στα Σκόπια, χρησιμοποιεί δηλαδή άλλο όνομα από το ‘Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας’. Τέλος, στην απόφαση γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι αφού η Ελλάς δε συσχέτισε την αντίρρηση της στη Σύνοδο Κορυφής  με λόγους άλλους από την διαφορά του ονόματος, τότε το Δικαστήριο δεν χρειάζεται να αποφασίσει αν η Ελληνική Δημοκρατία έχει το δικαίωμα να εκφράσει αντιρρήσεις στην είσοδο των Σκοπίων σε ένα διεθνή οργανισμό εξαιτίας αυτών των άλλων λόγων. Με λίγα λόγια, από την στιγμή κατά την οποία η Ελλάδα δήλωσε ότι ο πιο σημαντικός λόγος για την αντίρρηση της στη Σύνοδο Κορυφής ήταν η διαφορά του ονόματος και όχι η μη εκπλήρωση βασικών κριτηρίων εισδοχής στο ΝΑΤΟ από τα Σκόπια καθώς και την εύθραυστη εσωτερική κατάσταση του γειτονικού κρατιδίου, τότε το Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με αυτό το ζήτημα. Αποτελεί ενδιαφέρον θέμα προς συζήτηση, αν η ελληνική πλευρά όφειλε να θίξει την ακαταλληλότητα των Σκοπίων προς ένταξη στο ΝΑΤΟ και να μη βασίσει την άρνηση της, στη Σύνοδο Κορυφής, εξ’ ολοκλήρου στη διαφορά του ονόματος.
Εν συνεχεία, το Δικαστήριο προχώρησε στη μελέτη ολόκληρου του περιεχομένου της Ενδιάμεσης Συμφωνίας προσπαθώντας να κατανοήσει το νόημα των διατάξεων της έχοντας υπ’ όψιν τον σκοπό της συμφωνίας. Στο άρθρο 1 παρ. 1 της συμφωνίας αναφέρεται ότι η Ελλάδα αναγνωρίζει τα Σκόπια ως κυρίαρχο και ανεξάρτητο κράτος και πως θα αναφέρεται στα Σκόπια με το προσωρινό όνομα (ΠΓΔΜ). Δεν υπάρχει, όμως, σημειώνει το Δικαστήριο, πουθενά διάταξη η οποία να υποχρεώνει τα Σκόπια να χρησιμοποιούν αυτό το όνομα στις συναλλαγές τους με την Ελλάδα. Μάλιστα, σύμφωνα με το Υπόμνημα Πρακτικών Μέτρων, το οποίο συνομολογήθηκε μεταξύ των δύο κρατών την ίδια περίοδο με την Ενδιάμεση Συμφωνία, αναγνωρίζεται η δυνατότητα των Σκοπίων να χρησιμοποιούν τον όρο ‘Δημοκρατία της Μακεδονίας’ στις επαφές τους με την Ελλάδα. Άρα, από την πρώτη στιγμή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, η Ελλάδα δεν επέμεινε από τα Σκόπια να απόσχουν από την χρήση τους ως άνω όρου.
Προς επίρρωση  του παραπάνω συμπεράσματος το Δικαστήριο συγκρίνει το άρθρο 11  παρ.1 με το άρθρα 6 και 7. Το άρθρο 6 αναφέρει τις υποχρεώσεις των Σκοπίων αναφορικά με την Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Το άρθρο 7 παρ. 2 καλεί τα Σκόπια να σταματήσουν να χρησιμοποιούν τον Ήλιο της Βεργίνας στη σημαία τους. Τα δύο αυτά άρθρα, με τρόπο ο οποίος δεν επιδέχεται παρερμηνείες, επιβάλλουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις στα Σκόπια. Ειδικά το άρθρο 7 παρ. 2, απαιτεί από τα Σκόπια να αλλάξουν συμπεριφορά (αλλαγή συμβόλου στη σημαία).Το Δικαστήριο αντιπαραβάλλει τις σαφείς υποχρεώσεις των Σκοπίων στα δύο αυτά άρθρα με την δομή του άρθρου 11 παρ. 1. Αν και ήταν γνωστή πριν την υπογραφή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, σημειώνεται στην απόφαση, η πρακτική των Σκοπίων να κάνουν χρήση του όρου ‘Δημοκρατία της Μακεδονίας’ εντός των Ηνωμένων Εθνών, εν τούτοις, στο άρθρο 11 παρ. 1 δεν υπάρχει φράση η οποία να υποχρεώνει τα Σκόπια να αλλάξουν στάση. Εάν τα δύο μέρη, συνέχισε το Δικαστήριο, ήθελαν να καταγράψουν την ανάγκη αλλαγής συμπεριφοράς των Σκοπίων αναφορικά με την χρήση του συνταγματικού τους ονόματος, θα το είχαν συμπεριλάβει με σαφή τρόπο στην Ενδιάμεση Συμφωνία κατ’ αναλογίαν των άρθρων 6 και 7. Το Δικαστήριο προσθέτει πως ενώ συγκεκριμένα άρθρα της Ενδιάμεσης Συμφωνίας επιβάλλουν υποχρεώσεις στα Σκόπια ( 6 και 7), η διάταξη του άρθρου 11 παρ. 1 καθορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες η Ελλάδα θα θέσει τέλος στην πρακτική της να παρεμποδίζει την ένταξη των Σκοπίων σε διεθνείς οργανισμούς. Τα δύο μέρη, συνέχισε η απόφαση, δεν θα επέβαλλαν ένα νέο περιορισμό στα Σκόπια – να σταματήσει την χρήση του συνταγματικού τους ονόματος- απλά με την έμμεση αναφορά στο άρθρο 11 παρ. 1.
Το Δικαστήριο στη συνέχεια καταγράφει την πρακτική των Σκοπίων αναφορικά με την συμπεριφορά τους εντός των διεθνών οργανισμών. Το Δικαστήριο σημειώνει  πως από την υπογραφή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας μέχρι την Σύνοδο Κορυφής του Βουκουεστίου, τον Απρίλιο του 2008, τα Σκόπια έγιναν μέλος σε 15 τουλάχιστον διεθνείς οργανισμούς βάσει του προσωρινού ονόματος τους, 'Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας'. Παράλληλα, τα Σκόπια συνέχισαν να χρησιμοποιούν τον όρο 'Δημοκρατία της Μακεδονίας' εντός των διεθνών αυτών οργανισμών. Επίσης, το Δικαστήριο παρατηρεί τον ισχυρισμό των Σκοπίων ότι η Ελλάδα δεν έφερε αντιρρήσεις στη συμμετοχή των Σκοπίων σε κάποιους από αυτούς τους διεθνείς οργανισμούς, ισχυρισμός ο οποίος δεν αντικρούστηκε από την ελληνική πλευρά. Η Ελληνική Κυβέρνηση,  αναφέρει η απόφαση, μόνο σε μια φορά, στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, το Δεκέμβριο του 2004, εξέφρασε παράπονα για την χρήση του όρου 'Δημοκρατία της Μακεδονίας' από τα Σκόπια, με τα τελευταία να ήταν ήδη μέλος του διεθνούς οργανισμού. Το Δικαστήριο τονίζει ότι η πρώτη αντίδραση των Αθηνών εντός του Συμβουλίου της Ευρώπης, για την πρακτική των Σκοπίων, έλαβε χώρα εννέα χρόνια από την στιγμή κατά την οποία τα Σκόπια έγιναν μέλος του διεθνούς αυτού οργανισμού.
Η αβελτηρία των Αθηνών καταδεικνύεται και από την ελληνική στάση εντός του ΝΑΤΟ. Η απόφαση αναφέρει τη συνεχή πρακτική των Σκοπίων να κάνουν χρήση του συνταγματικού τους ονόματος στο πλαίσιο δύο προγραμμάτων του ΝΑΤΟ,  του Συνεταιρισμού για την Ειρήνη και του  Σχεδίου Δράσης Ένταξης και την απουσία ελληνικής διαμαρτυρίας αναφορικά με την πρακτική αυτή. Επίσης, η Ελληνική Κυβέρνηση δεν εξεδήλωσε  πρόθεση να φέρει αντιρρήσεις στην ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ λόγω της πρακτικής των Σκοπίων να χρησιμοποιούν το συνταγματικό τους όνομα μετά την ένταξη. Αντίθετα, τονίζει η απόφαση, ο βασικός λόγος της αντίρρησης της Ελληνικής Κυβέρνησης ήταν η αποτυχία των συνομιλιών για την επίλυση του ζητήματος του ονόματος.
Το Δικαστήριο καταλήγει πως η διάταξη του άρθρου 11 παρ. 1 δεν επιτρέπει στην Ελληνική Κυβέρνηση να φέρει αντιρρήσεις στην ένταξη των Σκοπίων σε ένα διεθνή οργανισμό βάσει των προθέσεων της σκοπιανής πλευράς να χρησιμοποιεί τον όρο 'Δημοκρατία της Μακεδονίας' μετά την ένταξη στο διεθνή αυτό οργανισμό. Σύμφωνα με την απόφαση, η εξαίρεση του άρθρου 11 παρ. 2, εξαίρεση η οποία επέτρεπε στην Ελληνική Κυβέρνηση να φέρει αντιρρήσεις στην ένταξη των Σκοπίων σε ένα διεθνή οργανισμό με όνομα διαφορετικό από το προσωρινό, δεν έχει εφαρμογή σε αυτή την περίπτωση και ως εκ τούτου κακώς η Ελληνική Κυβέρνηση έφερε αντιρρήσεις στην ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ. ( Συνεχίζεται) 
Ιωάννης Σ. Λάμπρου, Πολιτικός Επιστήμων-Διεθνολόγος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.