15/7/19

15 Ιουλίου 1974: Το άφρον χουντικό πραξικόπημα κατά του Μακαρίου


Του Λεωνίδα Μπλαβέρη

Το ημερολόγιο έγραφε 15 Απριλίου 1974 όταν στην Αθήνα η «χούντα του Ιωαννίδη», όπως έμεινε στην ιστορία, έδωσε το «πράσινο φως» για να ξεκινήσει στην Κύπρο το άφρον πραξικόπημα κατά του τότε Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Μακαρίου Γ’, που – ως γνωστό – οδήγησε στην τουρκική εισβολή του «Αττίλα-1» στις 20 Ιουλίου 1974 με τα γνωστά σε όλους μας και ως σήμερα αποτελέσματα.

Τον Μάρτιο του 1974, περιήλθαν στην κατοχή της Κυπριακής ΚΥΠ έγγραφα της τρομοκρατικής οργανώσεως «ΕΟΚΑ Β’», που φανέρωναν σχέδια για διενέργεια πραξικοπήματος στη Μεγαλόνησο από δυνάμεις της Εθνικής Φρουράς (Ε.Φ.), υποβοηθούμενο από την Αθήνα.
Στις 2 Ιουλίου 1974, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, με έγγραφό του απαίτησε την παραίτηση των Ελλήνων αξιωματικών, οι οποίοι ήταν μέλη της Ε.Φ., και σε «απάντησή» της η Χούντα, διέταξε την διενέργεια του πραξικοπήματος, για ανατροπή του Μακαρίου. Ο λόγος; Η χούντα πίστευε ότι ο Μακάριος με την πολιτική που ακολουθούσε απομακρυνόταν από τον στόχο της Ενώσεως Κύπρου-Ελλάδος.

Το πρωί της 15 Ιουλίου 1974 εκδηλώθηκε το πραξικόπημα.

Μονάδες της Ε.Φ. βομβάρδισαν το Προεδρικό Μέγαρο, το οποίο υπερασπίστηκαν δυνάμεις της Αστυνομίας, απολύτως έμπιστες στον Μακάριο, το λεγόμενο «Εφεδρικό». Ο Μακάριος διέφυγε και μέσω ραδιοφώνου ανακοίνωσε προς τον Κυπριακό λαό ότι είναι ζωντανός, ενώ οι πραξικοπηματίες τοποθετούν ως νέο «πρόεδρο» της νέας κυβερνήσεως το γνωστό «πιστόλι» της ΕΟΚΑ και βουλευτή, δημοσιογράφο Νίκο Σαμψών, ο οποίος προέβη στην άμεση ανακήρυξη την «Ελληνικής Δημοκρατίας της Κύπρου».

Αμέσως η Τουρκία, η οποία ήταν η μία εκ των τριών «Εγγυητριών Δυνάμεων» της Κύπρου (Ελλάδα, Τουρκία και Ηνωμένο Βασίλειο) κατάλαβε ότι το προαναφερθέν πραξικόπημα αφενός μεν στόχευε στην ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και αφετέρου ότι αποτελούσε μία χρυσή ευκαιρία σε αυτήν, για να επέμβη επιβάλλοντας τις δικές της επιθυμίες στο νησί. Αυτό «μεταφραζόταν» σε εισβολή στο βόρειο τμήμα του νησιού με το πρόσχημα της προστασίας της Τουρκοκυπριακής μειονότητος, αλλά και των δικών της γεωπολιτικών συμφερόντων στην περιοχή.

Περιγραφή της εκδηλώσεως του πραξικοπήματος

Στις 08:15 της 15 Ιουλίου 1974, δύο φάλαγγες αρμάτων T-34 και οχημάτων μεταφοράς προσωπικού της Ε.Φ., εξήλθαν από τα στρατόπεδά τους και εμφανίστηκαν στους δρόμους.
Η πρώτη φάλαγγα από το στρατόπεδο Κοκκινοτριμυθιάς και αποτελείτο από όλα τα άρματα μάχης της Ε.Φ., περίπου 35 T-34 ρωσικής προελεύσεως, από την εποχή του Β’Παγκοσμίου Πολέμου, με δύναμη 300 ανδρών, και βασική αποστολή την εξουδετέρωση των Μακαριακών του «Εφεδρικού», που είχε δύναμη 150 ανδρών και καταυλιζόταν – για προφανείς λόγους – δίπλα από το Προεδρικό Μέγαρο.

Η δεύτερη φάλαγγα από το στρατόπεδο «Καποτά» (Παλλουριώτισσα) με κάποια λίγα άρματα βρετανικής προελεύσεως, τύπου MarmonHarrington (MH), επίσης από την εποχή του Β’ΠΠ, ενώ άλλα 20 οχήματα μετέφεραν μία δύναμη Κύπριων Καταδρομέων (ΛΟΚατζήδων), αποτελούμενη από άνδρες των 31 και 32 Μοιρών Καταδρομών, συνολικώς περίπου 300 άνδρες, με σκοπό την εξουδετέρωση των Μακαριακών του «Εφεδρικού», που έδρευε σε μικρή απόσταση από το Προεδρικό Μέγαρο.

Τελικώς, οι δυνάμεις που συμμετείχαν στο πραξικόπημα ήταν οι ΛΟΚατζήδες των δύο Μοιρών Καταδρομών, η ίλη αρμάτων της 21ης ΕΜΑ (=Επιλαρχίας Μέσων Αρμάτων) και της 23ης ΕΑΝ (=Επιλαρχίας Αναγνωρίσεως), δύο τάγματα πεζικού από την Κερύνεια, η απουσία των οποίων ήταν καθοριστικής σημασίας λίγες μέρες αργότερα κατά την τουρκική εισβολή, καθώς και δύο λόχοι της Ελληνικής Δυνάμεων Κύπρου (ΕΛΔΥΚ). Διοικητής των αρμάτων της 21ης ΕΜΑ ήταν ο Επίλαρχος Κορκόντζελος, της 23ης ΕΑΝ ο Αντισυνταγματάρχης (ΤΘ) Λαμπρινός και της δυνάμεως των Καταδρομέων ο Ταγματάρχης Δαμασκηνός.

Τη στιγμή της εκδηλώσεως του πραξικοπήματος, ο Μακάριος δεχόταν μία σχολική αντιπροσωπεία παιδιών της ομογένειας από την Αίγυπτο, όταν ακούστηκαν πυροβολισμοί. Ο Μακάριος προέτρεψε τον συνοδό καθηγητή που εκφωνούσε ένα σύντομο λόγο να συνεχίσει αλλά όταν και οι πυροβολισμοί και οι κανονιοβολισμοί συνεχίστηκαν και μάλιστα με αυξανόμενη ένταξη από το γειτονικό στρατόπεδο του Εφεδρικού Σώματος, που υπερασπιζόταν ο Ταγματάρχης Πανταζής, όλοι έδειχναν εξαιρετικώς ανήσυχοι. Τότε εισήλθαν στην αίθουσα και διέκοψαν την εκδήλωση ο υπασπιστής του Μακαρίου με τον διοικητή της «Προεδρικής Φρουράς», ο οποίος ήταν ανεψιός του Μακαρίου, ενημερώνοντάς τον για τα συμβαίνοντα και προτρέποντάς τον να φύγει αμέσως.

Όπερ και εγένετο, καθώς ο Μακάριος κατέφυγε σε παρακείμενο δωμάτιο, ενεδύθη πολιτική περιβολή και τραγιάσκα και από τους συνοδούς του οδηγήθηκε στην πίσω έξοδο ασφαλείας του Μεγάρου, η οποία περιέργως πως είχε παραμείνει αφύλακτη από τους πραξικοπηματίες οι οποίοι είχαν περικυκλώσει το υπόλοιπο Μέγαρο, και μέσω ενός ξεροπόταμου, έφτασε στο δημόσιο δρόμο, ενώ οι μαθητές είχαν φυγαδευτεί κανονικώς από την κυρία είσοδο του κτιρίου.
Από το δρόμο, ο Μακάριος με τη συνοδεία του, ακολουθώντας αγροτικούς δρόμους έφτασε με ασφάλεια σε ένα μοναστήρι, στο Τρόοδος, όπου ο Μακάριος άκουσε από το ραδιόφωνο το ΡΙΚ στη Λευκωσία, που είχε καταληφθεί από τους πραξικοπηματίες, να υποστηρίζει ότι ο Μακάριος είναι νεκρός.

Η ενημέρωση της Αθήνας

Στις 11:00, ο Ταξίαρχος Γεωργίτσης ενημερώνε στην Αθήνα τον Ιωαννίδη, ο οποίος βρισκόταν στην Αίθουσα Επιχειρήσεων του Αρχηγείου Ενόπλων Δυνάμεων στο Στρατόπεδο «Παπάγου» στην Αθήνα, παρακολουθώντας τις εξελίξεις στην Κύπρο, ότι η «επιχείρηση» (το πραξικόπημα) τελείωσε επιτυχώς, ενώ περίπου μία ώρα αργότερα ενημερώνεται για τη διαφυγή του Μακάριου.
Στις 13:00, ο Μακάριος έφυγε από το Τρόοδος και κατευθύνθηκε στην Πάφο, φορώντας πλέον τα ράσα του, όπου εισήλθε στον εκεί Καθεδρικό ναό, μέσα από ένα πλήθος οπαδών του που τον επεφημούσε και από τον τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό εκφώνησε το γνωστό μήνυμά του, που διαβεβαίωνε τον Κυπριακό λαό, ότι ήταν ζωντανός. Το μήνυμά του αυτό μπορεί να μην ακούστηκε σε όλη την Κύπρο, καθώς ο πομπός δεν ήταν πολύ ισχυρός, αλλά ακούστηκε στο Τελ-Αβίβ του Ισραήλ και από εκεί αναμεταδόθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο.

«Πρόεδρος» ο Σαμψών

Στις 15:00, οι πραξικοπηματίες στη Κύπρο, μη γνωρίζοντας τις εξελίξεις στην Πάφο, παρά τις επιταγές του ισχύοντος τότε Συντάγματος της Κύπρου, επιλέγουν (πιο συγκεκριμένα ο Συνταγματάρχης Καταδρομών Κομπόκης, αφού προηγουμένως αποτάθηκε ματαίως και σε άλλους υποψηφίους, οι οποίοι αρνήθηκαν) στον δημοσιογράφο και τότε βουλευτή Νίκο Σαμψών, ο οποίος και μετά από λίγη ώρα ορκίζεται Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αντί του Προέδρου της Βουλής Γλαύκου Κληρίδη, ο οποίος αναπλήρωνε τον Πρόεδρο όποτε ήταν απαραίτητο. Αμέσως μετά ο Σαμψών εκφωνεί το διάγγελμα επί τη αναλήψει των καθηκόντων του, κηρύσσοντας ταυτοχρόνως τον στρατιωτικό νόμο, χωρίς όμως να προβεί και σε διάλυση της Βουλής (!), ή σε δίωξη πολιτικών προσώπων.

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας (15 Ιουλίου) ήταν πλέον σαφές ότι το πραξικόπημα είχε επικρατήσει σε όλο το νησί. Επί της ουσίας. Το άφρον πραξικόπημα δεν πέτυχε, καθώς ο «Πρόεδρος» Ν.Σαμψών παρέμεινε στο προαναφερθέν δοτό του «αξίωμα» για 9 μέρες, και πιο συγκεκριμένα από τις 15 μέχρι και τις 23 Ιουλίου 1974. Αν κανείς αναλογιστεί ότι η Άγκυρα εισέβαλε στο νησί στις 20 Ιουλίου, τότε γίνεται εύκολα αντιληπτό πιστεύουμε η αποτυχία του πραξικοπήματος και εκ του αποτελέσματος «επί του πεδίου». Το πραξικόπημα άφησε πίσω του την πρώτη μέρα που εκδηλώθηκε συνολικώς 91 νεκρούς και 250 τραυματίες, καθώς και «ανοικτή την πόρτα» για την εισβολή των Τούρκων στο νησί, που οδήγησε στην ως σήμερα κατοχή του βορείου τμήματος του νησιού.

ΠΗΓΗ: lawandorder.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.