21/12/17

Ανάλυση για την πορεία της τουρκικής οικονομίας - Πολιτική οικονομία στο όνομα του Ερντογάν

Του Yaniv Avraham
Μετάφραση: Στέργιος Σεβαστιάν 
Τον Ιούλιο του 2017, μια σημαντική εκδήλωση χρηματοδοτήθηκε από την τουρκική κυβέρνηση, στην Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη, για να σηματοδοτήσει την πρώτη επέτειο της αποτυχημένης απόπειρας πραξικοπήματος κατά του προέδρου Erdoğan. Η απόπειρα πραξικοπήματος, η οποία χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση για να ενισχύσει το καθεστώς και την εικόνα του Ερντογάν στο τουρκικό κοινό, έγινε εργαλείο για να διώξει τους Τούρκους πολιτικούς αντιπάλους της, τους πολίτες, τις κοινωνικές οργανώσεις και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Επιπλέον, η απόπειρα πραξικοπήματος προκάλεσε σημαντικό πλήγμα στην τουρκική οικονομία και στην εικόνα της Τουρκίας στα μάτια των δυτικών αγορών.

Η τουρκική οικονομία σημείωσε σημάδια ανάκαμψης, καθώς υποχώρησε το άμεσο σοκ της προσπάθειας πραξικοπήματος, με αύξηση του ΑΕΠ κατά 4% το τέταρτο τρίμηνο του 2016 και σταθεροποίηση της κεντρικής χρηματιστηριακής αγοράς της Κωνσταντινούπολης. Ωστόσο, η πολιτική αστάθεια και η στρατιωτική συμμετοχή της Τουρκίας στις γεωπολιτικές συγκρούσεις ενίσχυαν τους φόβους των ξένων επενδυτών για μακροπρόθεσμους οικονομικούς κινδύνους. Η αξία της λίρας μειώθηκε έναντι του δολαρίου, με αποτέλεσμα τον υψηλό πληθωρισμό (περίπου 12%, ο υψηλότερος σε εννέα χρόνια).
Η κεντρική τράπεζα κατέφυγε στο πιο κοινό εργαλείο για τον περιορισμό του πληθωρισμού: την αύξηση των επιτοκίων. Αυτό ήταν ενάντια στο πλαίσιο της επεκτατικής νομισματικής πολιτικής, με μείωση του επιτοκίου πέντε φορές από το 2014. Από την άποψη των ανώτερων αξιωματούχων στην τουρκική οικονομία, αυτό το βήμα ήταν αναπόφευκτο, αν και οδήγησε σε προσωρινή επιβράδυνση της ανάπτυξης.
Ο Ερντογάν και ο κύκλος των συνεργατών του, οι οποίοι δεν είχαν επικρίνει τους επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας επί χρόνια, επιτέθηκαν έντονα στην πολιτική της τράπεζας και καταδίκαζαν όσους υποστήριζαν την ανεξαρτησία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Η κεντρική τράπεζα αναγκάστηκε να λάβει τραπεζικά δάνεια για να στηρίξει την τιμή της λίρας, πράγμα που αύξησε το επιτόκιο στο 12,25%.
Οι διαφωνίες μεταξύ της κεντρικής τράπεζας και των πολιτικών διέρρευσαν προς το κοινό αίσθημα για το τοπικό νόμισμα. Η δημόσια ανησυχία για την αξία της τουρκικής λίρας μπορεί να διαπιστωθεί στη μεταβολή των καταθέσεων σε λογαριασμούς σε ξένο νόμισμα, που αυξήθηκε από 170 δισεκατομμύρια δολάρια το 2016, σε 190,4 δισεκατομμύρια δολάρια στις αρχές Νοεμβρίου.
Η αυξανόμενη ένταση στις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση και ειδικά με τις ΗΠΑ θα μπορούσε να βλάψει περαιτέρω την οικονομία και να εκτρέψει τους ξένους επενδυτές από την Τουρκία. Ένα σοβαρό διπλωματικό συμβάν έλαβε χώρα τον Οκτώβριο, όταν η Τουρκία συνέλαβε τους αξιωματούχους της αμερικανικής πρεσβείας με την κατηγορία ότι ορισμένοι από αυτούς συνδέονταν με τρομοκρατικές ενέργειες εναντίον τουρκικών στόχων. Στη συνέχεια, οι ΗΠΑ διέκοψαν τις θεωρήσεις βίζας για τους Τούρκους πολίτες. Σε αυτές τις εξελίξεις μπορεί να προστεθεί και η υπόθεση του ιρανο-τούρκου επιχειρηματία Reza Zarab, ο οποίος αναμένεται να καταθέσει εναντίον τριών πρώην Τούρκων υπουργών, οι οποίοι είναι ύποπτοι για συμμετοχή σε σειρά εμπορικών συμφωνιών πετρελαίου με το Ιράν, παρακάμπτοντας τις κυρώσεις των ΗΠΑ. Η υπόθεση αυτή προκαλεί μεγάλη ανησυχία στους ξένους επενδυτές και εγείρει ερωτήματα σχετικά με το μέλλον των σχέσεων της Τουρκίας με τις ΗΠΑ.
Τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ έχουν καταδικάσει κατηγορηματικά το κύμα συλλήψεων στην Τουρκία. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ανακοίνωσε πρόσφατα, στο πλαίσιο της «επιδείνωσης του κράτους δικαίου, της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα», ότι σχεδιάζει να μειώσει τη χρηματοδότηση στην Τουρκία κατά 105 εκατ. ευρώ από ένα συνολικό πακέτο βοήθειας ύψους 4,4 δισ. ευρώ που έχει λαμβάνειν μέχρι το 2020.
Πέραν των ζημιών που αυτό προκαλεί στην Άγκυρα, όσον αφορά τις σχέσεις της με τις χώρες της ΕΕ, η δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα μπορούσε να έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις, καθώς αυξάνει την εξάρτηση της Τουρκίας από εξωτερικές πιστώσεις και εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης. Στο πλαίσιο αυτό, επανεμφανίστηκαν οι εντάσεις μεταξύ της Τουρκίας και των συμμάχων της στο ΝΑΤΟ. Κατα τη διάρκεια συμμαχικής άσκησης στη Νορβηγία, υπήρξαν εικόνες του Ερντογάν και του ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας, Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, με τις περιγραφές τους ως "εχθρούς, από μία εχθρική χώρα".
Επί του παρόντος, η υποτίμηση της τουρκικής λίρας και η άνοδος των παγκόσμιων τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου επηρεάζουν αρνητικά το ενεργειακό ισοζύγιο πληρωμών της χώρας. Η Τουρκία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ενέργεια, με έμφαση στον τομέα του φυσικού αερίου από τη Ρωσία και το Ιράν και φαίνεται ότι η αύξηση των παγκόσμιων τιμών πετρελαίου θα αυξήσει την επιρροή που έχουν αυτές οι χώρες στην Τουρκία. Οι κρατικές εισαγωγές πετρελαίου αυξήθηκαν κατά 36,5% τους πρώτους δέκα μήνες του 2017, από 22 σε 30 δισεκατομμύρια δολάρια. Η αύξηση αυτή έχει επηρεάσει τους καταναλωτές, οι οποίοι αναγκάστηκαν να αντιμετωπίσουν τις τελευταίες εβδομάδες συχνές αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η Άγκυρα, η οποία εντάχθηκε σε μια τακτική συμμαχία με το Ιράκ και το Ιράν για να περιορίσει τις κουρδικές φιλοδοξίες στο βόρειο Ιράκ, απέφυγε να επιβάλει οικονομικές κυρώσεις στην κουρδική κυβέρνηση, λόγω των εσόδων της από την εξαγωγή κουρδικού πετρελαίου στην επικράτειά της και το έκανε με την ακύρωση στρατιωτικών ελιγμών των δυνάμεων των Κούρδων Peshmerga.
Η περιφερειακή αστάθεια και τα αδιάλειπτα προβλήματα της Τουρκίας με εγχώριες και διεθνείς τρομοκρατικές απειλές θα επηρεάσουν τον προϋπολογισμό το 2018, με μεγαλύτερη έμφαση στον τομέα της στρατιωτικής ασφάλειας. Σύμφωνα με πρόσφατες συζητήσεις στο τουρκικό κοινοβούλιο, αναμαένεται μία αύξηση στον προυπολογισμό κατά 30% στις βιομηχανίες ασφάλειας και άμυνας (5,2 δισεκατομμύρια δολάρια), προφανώς αυξάνοντας τους φόρους επί των προϊόντων. Αυτά τα στοιχεία εγείρουν ερωτήματα σχετικά με τη χρήση αυξημένων προϋπολογισμών και την ανάλυση της αναπτυξιακής διαδικασίας των αμυντικών βιομηχανιών, καθώς η Τουρκία επενδύει περίπου το 70% του αμυντικού προϋπολογισμού της στο στρατιωτικό της προσωπικό, το δεύτερο μεγαλύτερο στο ΝΑΤΟ.
Τα οικονομικά προβλήματα της Τουρκίας και οι κρίσεις στις σχέσεις της με τη Δύση, υπονομεύουν την εικόνα του Ερντογάν πριν από τις τριπλές εκλογές που αναμένονται το 2019 (κοινοβουλευτικές, τοπικές και προεδρικές). Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία τα τελευταία χρόνια απέτυχαν να παρουσιαστούν ως αντάξιοι αντίπαλοι του Ερντογάν, ελπίζουν ότι οι οικονομικές διακυμάνσεις, σε συνδυασμό με το προβληματικό καθεστώς της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή και τις επίμονες εσωτερικές προκλήσεις, θα υπονομεύσουν την υποστήριξη στον Ερντογάν. Την ίδια στιγμή, ο Ερντογάν ελπίζει να εδραιώσει τη θέση του ως ο πιο σημαίνοντος ηγέτης της σύγχρονης Τουρκίας, στην εκατονταετηρίδα της ίδρυσής της.
Είναι αδύνατο να αγνοηθεί το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια, ο ισχυρότερος μηχανισμός ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας ήταν η εσωτερική κατανάλωση, η οποία συνεισφέρει το μερίδιο του λέοντος στο ΑΕΠ. Η συνιστώσα αυτή ενισχύθηκε σημαντικά στις αρχές του 2016 με 30% αύξηση του κατώτατου μισθού. Είναι πιθανό να αποτελέσει βασικό χαρτί για τον Ερντογάν, ενώ θα μετριάσει την ευαισθησία της Τουρκίας σε εξωτερικές πιέσεις. Ταυτόχρονα, οι τουρκικές εξαγωγές κατέγραψαν εντυπωσιακά στοιχεία. Αυτοί οι παράγοντες, μαζί με μια υποστηρικτική δημοσιονομική πολιτική, διαγράφουν μια καλή οικονομική εικόνα, αν και γεμάτη προκλήσεις. Η θέση του Ερντογάν είναι απίθανο να επηρεαστεί σημαντικά από οικονομικά θέματα.

Ο Yaniv Avraham είναι πρώην ερευνητής στην Τουρκία στο Κέντρο Πολιτικής Έρευνας του Ισραηλινού Υπουργείου Εξωτερικών και είναι ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας στη σύγχρονη Τουρκία.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.