23/12/15

Η ανάκληση του πρέσβη από την Πράγα και οι παραλείψεις της Αθήνας

Αθανασόπουλος Αλ. Άγγελος
Η απόφαση της Αθήνας να προχωρήσει στην ανάκληση του έλληνα πρέσβη από την Πράγα ως απάντηση στις προκλητικές, πέραν πάσης αμφιβολίας, δηλώσεις του Προέδρου της Τσεχίας Μίλος Ζέμαν ήταν μία κίνηση που τυπικά ήταν δικαιολογημένη, αλλά τουλάχιστον ασυνήθιστη μεταξύ ευρωπαίων εταίρων. Τους τελευταίους μήνες άλλωστε έχουν εκτοξευθεί από διάφορες πλευρές πολύ σκληρές δηλώσεις με αφορμή την προσφυγική κρίση. Αρκεί να θυμηθεί κανείς τα όσα έχει πει εναντίον της Άνγκελα Μέρκελ ο Πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν. Το Βερολίνο δεν διανοήθηκε όμως να ανακαλέσει τον πρέσβη του από τη Βουδαπέστη.

Η ελληνική κυβέρνηση έχει βέβαια σοβαρούς λόγους να αισθάνεται ενοχλημένη από τις συνεχιζόμενες ρητορικές κορώνες αξιωματούχων από χώρες του άλλοτε ανατολικού μπλοκ που χρωστούν, μεταξύ άλλων και στην Ελλάδα την ένταξή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Διπλωματικές πηγές έλεγαν λίγο μετά την ανακοίνωση της ανάκλησης ότι επρόκειτο και για ένα μήνυμα προς την ομάδα των χωρών αυτών (κυρίως των χωρών του Βίζεγκραντ) ότι άλλες τέτοιες δηλώσεις δεν θα γίνουν ανεκτές.

Η ανάκληση του πρέσβη Παναγιώτη Σαρρή ακολούθησε το αυστηρό διάβημα του ίδιου του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά προς τον πρέσβη της Τσεχίας στην Αθήνα, ενώ αναμένεται και επικοινωνία με τον τσέχο ομόλογό του. Δεν αποκλείεται να υπάρξει κάποιου είδους ανασκευή των δηλώσεων Ζέμαν και το θέμα να τελειώσει εκεί – έστω προσωρινά.

Το πρόβλημα όμως είναι βαθύτερο. Έμπειροι διπλωματικοί παράγοντες σημειώνουν ότι η Αθήνα έχει πάψει εδώ και χρόνια να καλλιεργεί τις επαφές της με τις χώρες αυτές – και όχι μόνο. Το φαινόμενο είναι μάλλον διαχρονικό, αλλά μοιάζει να έχει κορυφωθεί επί διακυβέρνησης της χώρας από τον συνασπισμό ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της δύσκολης διαπραγμάτευσης Ιανουαρίου – Ιουλίου, η Ελλάδα βρέθηκε επανειλημμένως στο στόχαστρο χωρών όπως η Σλοβακία, η Λιθουανία, η Λετονία, η Εσθονία, ενώ η προσφυγική κρίση πρόσθεσε στο εκρηκτικό μίγμα την Τσεχία, την Ουγγαρία και την Πολωνία. Σε διάφορες περιόδους, σκληρές δηλώσεις εναντίον της Ελλάδος έκαναν αξιωματούχοι από τη Φινλανδία ή την Ολλανδία. Αναμφίβολα, με τις χώρες του άλλοτε ανατολικού μπλοκ το κλίμα επιβαρύνθηκε και από το φλερτ Αθήνας – Μόσχας κατά την πρώτη κυβέρνηση Τσίπρα, αν και αυτό δεν πρέπει να υπερεκτιμάται διότι τα βιώματα των χωρών αυτών από την κομμουνιστική περίοδο ίσως τις οδηγούν σε υπερβολική αντιρωσική ρητορική.

Η Αθήνα όμως δεν κατέβαλε καμία ουσιαστική προσπάθεια να διασπάσει αυτό το μέτωπο. Τόσο ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας όσο και ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς δεν έδωσαν σημασία στη βελτίωση της ελληνικής εικόνας και στην προβολή των ελληνικών θέσεων, ενώ δεν χρειάζεται να αναφερθούμε στις μηδαμινές προσπάθειες που έκαναν οι υπουργοί Οικονομικών με τους ομολόγους τους. Το λάθος της υπερβολικής επικέντρωσης στον γαλλογερμανικό άξονα το πλήρωσαν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις της μνημονιακής περιόδου.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από όλες αυτές τις χώρες υπήρξαν δύο συναντήσεις του κ. Κοτζιά με τον ούγγρο ομόλογό του και τίποτα περισσότερο. Όσο για τις επαφές που γίνονγται με τους πρέσβεις αυτών των χωρών στην Αθήνα (τις έχει αναλάβει ο αρμόδιος για ευρωπαϊκά θέματα Νίκος Ξυδάκης), μάλλον δεν έχουν αποδώσει τα αναμενόμενα.

Κατά ορισμένες πληροφορίες, ο κ. Κοτζιάς φέρεται να ήθελε να αξιοποιήσει τον ουγγρικό δίαυλο ως σύνδεσμο μεταξύ της Ομάδας του Βίζεγκραντ και μίας αντίστοιχης ομάδας των κρατών – μελών της ΕΕ από τα Βαλκάνια (Ελλάδα, Κροατία, Βουλγαρία, Ρουμανία) που επιδιώκει να διαμορφώσει αυτή την περίοδο η Αθήνα. Είναι όμως ακόμη πρόωρο να αξιολογηθεί αυτή η πρωτοβουλία...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.