5/1/19

Λογοδοτούμε στις επόμενες γενιές


Η βαθιά κρίση που έχει ξεσπάσει εδώ και μία δεκαετία σαρώνοντας οριζοντίως τη συλλογική μας ζωή, λογικά θα έπρεπε να είχε σηματοδοτήσει την είσοδο σε μία μεταβατική εποχή. Πολλές φορές στο δημόσιο διάλογο έγινε κουβέντα για την έλευση ενός «τέλους εποχής»∙ το τέλος τής εποχής τής μεταπολίτευσης. Δέκα ολόκληρα χρόνια πέρασαν αλλά η διαπίστωση είναι πως αυτό το τέλος έμεινε μόνο ως περιεχόμενο θεωρητικών συζητήσεων που δεν αποκρυσταλλώθηκε στη πραγματική συλλογική μας ζωή.
Το φαύλων χαρακτηριστικών πρόσωπο τής μεταπολιτευτικής περιόδου, το οποίο όταν ξέσπασε η κρίση ήταν ήδη σαράντα ετών, όχι μόνο δεν εξυγιάνθηκε αλλά μεταλλάχτηκε, ανέπτυξε ισχυρότερα αντισώματα και, παρέμεινε ολοζώντανο μεταμορφωμένο και πανίσχυρο. Είναι μάλιστα πλέον ισχυροποιημένο και ακόμα πιο άσχημο από πριν -για όσους βέβαια έχουν την ερευνητική διάθεση να το κοιτάξουν στα μάτια να το διαπιστώσουν. Μέσα στην αναμπουμπούλα και το σάστισμα, το απαίδευτο ιδεοληπτικό και λούμπεν βρήκε την ευκαιρία να αναδυθεί από τον πάτο στην επιφάνεια και από εκεί να σαρώσει τη δημόσια ζωή και να αποδιαλύσει τις διεξόδους προς ένα φωτεινό παραγωγικό μέλλον.

Θα περίμενε κανείς η ευρέος φάσματος χρεοκοπία να είχε ενεργοποιήσει τα ναρκωμένα υγιή αντανακλαστικά της κοινωνίας, έχοντας αναδείξει -και καταδείξει- τις παθογένειες και τις υπνώσεις από τις οποίες υπέφερε κατά τη πρότερο περίοδο τής σταδιακής καταστροφής. Να καταστήσει φανερό ότι η περίοδος εκείνη ήταν η αποθέωση του ατομικού συμφέροντος και η αποξένωσή του από το συλλογικό, κάτι που τελικά αποσάθρωσε την κοινωνική συνοχή και απαξίωσε περιγελαστικά τους θεσμούς και το κράτος δικαίου που είναι οι στυλοβάτες μίας σύγχρονης αναπτυξιακής Πολιτείας . Εάν αυτή η φανέρωση πράγματι είχε συντελεστεί -όπως θα ήταν το «λογικά αναμενόμενο», θα αναθέρμανε και ενέτεινε τη διάθεση του πολίτη να ταυτιστεί με την πολιτεία του, να προαγάγει τις συλλογικές αξίες και τις έννοιες τής συλλογικής και ηθικής ευθύνης.
Εις μάτην∙ τίποτα από όλα αυτά δεν συνέβη -τουλάχιστον σε αξιοσημείωτο, αισιόδοξα μετρήσιμο, βαθμό. Μέσω του φτηνού λαϊκισμού -ο οποίος γνώρισε πρωτοφανείς για την εποχή δόξες- οι καμουφλαρισμένες δυνάμεις τής παρακμής και του θρασέως ιδιωφελούς ψεύδους επιβλήθηκαν κατά κράτος κυριεύοντας με ευκολία τα δημόσια πράγματα. Ο συγκροτημένος ηθικοπολιτικός λόγος, που βρήκε και εκείνος κάποια πατήματα για να -επιτέλους- αρθρωθεί και ακουστεί, όχι μόνο τελικά ηττήθηκε σε αυτή τη μάχη, αλλά πετροβολημένος και λοιδορημένος περιπετάχτηκε ακυρωμένος στο περιθώριο. Και αν αυτά ήδη συνιστούν συνθήκες διπλής ήττας για τον τόπο και το μέλλον του, η συντελούμενη εμβάθυνση και οχύρωση τού κομματικού πελατειακού κράτους, τείνει να γίνει η χαριστική βολή .
.
.
Σε όλη αυτή τη περίοδο τής κρίσης ουσιαστικά λογοδοτούμε στις επόμενες γενιές για τον τρόπο με τον οποίο τη διαχειριζόμαστε. Αυτό θα ίσχυε ως κανονικότητα μόνο εάν είμασταν μία «κανονική» δυτικο-διαφωτισμένη χώρα με «κανονικούς» πολίτες και «κανονικούς» πολιτικούς αντιπροσώπους. Ατυχώς όμως, στη χώρα τού << κάνω ό,τι εγώ γουστάρω και λογαριασμό δεν δίνω διότι έχουμε… «δημοκρατία» >>, η έννοια τής λογοδοσίας -ως ευθύνη και υποχρέωση- είναι μία πεθαμένη, εντελώς άγνωστη πια, έννοια. Ποιος, πότε, λογοδότησε; και σε ποιον; Ποιος κατανοεί σε βάθος την έννοια τής ηθικής λογοδοσίας και συναισθάνεται την ευθύνη που ενσωματώνει; και, πού την είδαμε να εφαρμόζεται στο δημόσιο -πολιτικό, συλλογικό, κοινωνικό- βίο; Οι λίγες εξαιρέσεις απλώς επιβεβαιώνουν τον καταθλιπτικό κανόνα.
.
.
Λογοδοτούμε στις επόμενες γενιές.
Αλλά ποιος όμως νοιάζεται για την επαύριο∙ πότε νοιαστήκαμε σε αυτή τη χώρα για τους επόμενους; Είμαστε ένα έθνος που σκορπά και φθίνει, μία χώρα που αφήνεται να γίνεται λάφυρο των ευτελών και των ολίγιστων. Η οραματική Ελλάδα εκδιώχνεται προοδευτικά από τον τόπο της και οι υπαίτιοι ευτελείς κατσαπλιάδες τρίβουν τα χέρια τους για αυτό. Όσο περισσότεροι φεύγουν, τόσο πιο εύκολα τα πράγματα για εκείνους. Όσοι αναμασούσαν αφελώς το σύνθημα ότι η Ελλάδα έγινε τάχα προτεκτοράτο των ιμπεριαλιστών και άλλες τέτοιες απαίδευτες ρηχότητες, δεν έβλεπαν το αυτονόητο που συνέβαινε μπροστά στη μύτη τους: ‘Οτι η Ελλάδα ναι μεν εξελίσσεται σε προτεκτοράτο, αλλά όχι κάποιων ξένων δυνάμεων.
Οι δυνάμεις κατοχής και εξανδραποδισμού της είναι εγχώριες. Κύριος φορέας τους είναι ο κακός μας εθνικός εαυτός που δεν λέμε με τίποτα να απαρνηθούμε και που μάλιστα αυτο-αγκιστρωνόμαστε σε αυτόν, τάχα για να μας σώσει. Είναι η ψυχολογική μας ανημπόρια να αλλάξουμε οτιδήποτε, να αναπροσδιορίσουμε συνήθειες και θέλω μας, να συμμορφωθούμε ευφυώς με τις επιταγές τής ζωντανής πραγματικότητας. Είναι η αδυναμία μας να διδαχτούμε εμπειρικά, να προβληματιστούμε, να θέτουμε γόνιμα ερωτήματα. Μιας και δεν μας αρέσουν τα ερωτήματα, διότι μας παραπέμπουν υποχρεωτικά στην πραγματικότητα για απαντήσεις ∙ και ως γνωστόν, η Ελλάδα έχει πάρει διαζύγιο από τη πραγματικότητα και την αποστρέφεται.
.
Για τους περισσότερους, σκασίλα τους για τις επόμενες γενιές, σκασίλα τους για τον γείτονα, σκασίλα τους να αναζητήσουν τη νοηματοδότηση τής ατομικής τους ζωής μέσω της προαγωγής τού συλλογικού βίου, τής προσφοράς τους σε αυτόν. Όσοι όμως συναισθανόμαστε τη βαριά ευθύνη αυτής της λογοδοσίας θα παραμείνουμε στις επάλξεις, θα ορθώνουμε παράστημα έναντι στο παράλογο. Θα αντιστεκόμαστε με πράξεις, με αφυπνιστικό συνεγερτικό λόγο, με παραγωγικό διάλογο, με ανάληψη τού ρίσκου και αυταπάρνησης που ενέχει η διατύπωση τής κάθε άβολης χρήσιμης αλήθειας.
Χορτάσαμε από εύπεπτα συνθήματα, από υπερ-δήθεν-πατριωτισμό, από κοινότυπες αερολογίες προς χάριν φούντωσης του συναισθήματος που θολώνει την όραση προς το πραγματικό και δημιουργεί μυωπικές αγέλες.
Χορτάσαμε μεν από αυτά, αλλά τελικά απογίναμε ακόμα πιο πεινασμένοι για *χρήσιμα αποτελέσματα*, τα οποία μπορούν να τρέφουν παραγωγικά το σήμερα και θωρακίζουν ένα αληθινά υποχόμενο μέλλον.
.
.
Λογοδοτούμε στις επόμενες γενιές.
Όχι μόνο για τις πράξεις μας, αλλά και για τις παραλείψεις μας∙ για την απραξία μας, για την ανευθυνότητα της τυχόν στάσης: «ας περάσουμε αυτό το μήνα και για μετά έχει ο θεός»∙ ή τού, «εγώ θα σώσω τη χώρα;».
Αμοραλιστές κατσαπλιάδες λυμαίνονται τον τόπο. Από παλιά. Απλώς, σήμερα επήλθε ο ξεπεσμός. Και τέτοιοι είναι πάμπολοι και διαφόρων αποχρώσεων. Αυτούς τους τρέφει είτε η δική μας αδιαφορία, απάθεια, πολιτική αγραμματοσύνη, είτε στρατιές από ακόλουθους συμφεροντολόγους μικρο-κατσαπλιάδες.
.
Η λογοδοσία στις επόμενες γενιές είναι αμιγώς ηθικής βάσεως. Είναι κυρίως εσωτερική∙ συντελείται μέσα μας. Είναι η αναμέτρηση με τον ίδιο μας τον εαυτό. Κοιτάζουμε νοερά τα παιδιά μας, τα ανήψια μας, τα εγγόνια μας, στα μάτια και τους απολογούμαστε. Τους λέμε τι δράσεις κάναμε για να περισώσουμε πόρους για τη δική τους ζωή. Και πρέπει να είμαστε αρκούντως πειστικοί ότι μοχθήσαμε με αίσθημα ευθύνης για το τί ποιότητας και εύρους ζωτικό χώρο τούς παραδώσαμε στον τόπο τους, ώστε να μη μας ρίξουν μία ματιά οίκτου ή οργής και αποχωρήσουν περιφρονητικά.
_
Ο αληθινός επαναστάτης είναι ο εσωτερικός επαναστάτης. Εκείνος που επαναστατεί μέσα του, στριμώχνει τον εαυτό του, τον ρίχνει στα δύσκολα, τον αλλάζει. Όχι εκείνος, ο ψευτο-επαναστάτης που αρκείται να κραδαίνει υψωμένες τάχα γροθιές και εξακοντίζει άσφαιρα κούφια συνθήματα> Ένας τέτοιος αυτό που κάνει είναι να συγκαλύπτει το εσωτερικό του έλλειμα∙ απλώς χτίζει ένα άλλοθι λογοδοσίας. Μακάρι να το καταλάβει και να γίνει σαν τον πρώτο.
Καμία χρήσιμη εξωτερική αλλαγή δεν μπορούμε να επιφέρουμε, αν δεν αλλάξουμε σε κάτι πρώτα εμείς, μέσα μας.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.