21/11/10

Θρησκευτική ελευθερία στην Τουρκία

ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΖΑΧΑΡΑΚΗ
Σε κάθε κοινωνία και πολιτικό σύστημα, το πραγματικό επίπεδο της δημοκρατίας και της ανοχής μετριέται με τη συμπεριφορά και τη στάση απέναντι στις μειονότητες. Κι όταν πρόκειται για την Τουρκία, αυτό αποκτά έναν πήχη παραπάνω.
Τα τελευταία 100 χρόνια οι μη μουσουλμάνοι της Τουρκίας ζούσαν υπό ένα συνεχή και ατέλειωτο φόβο. Πολλές φορές σφαγιάστηκαν, περιθωριοποιήθηκαν, εκδιώχθηκαν και έχασαν τα υπάρχοντά τους. Το τουρκικό οικοδόμημα άλλωστε στηρίχθηκε σε αυτούς τους διωγμούς και τις απελάσεις, προκειμένου να δημιουργήσει τη δική του ταυτότητα. Η νοοτροπία -το αρχέτυπο δηλαδή που δημιούργησε όλη αυτή την αρνητική στάση απέναντι στους μη μουσουλμάνους της Τουρκίας- δεν είναι εύκολο να εξαλειφθεί. Ακόμη είναι νωπές οι μνήμες από τις δολοφονίες των 3 καθολικών ιεραπόστολων στη Μαλάτια και του Αρμένιου δημοσιογράφου Χραντ Ντινκ στην Κωνσταντινούπολη.

Η σημερινή κυβέρνηση στην Τουρκία, όταν ανέλαβε την εξουσία, πραγματοποίησε μία στροφή απέναντι στις μειονότητες. Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν σταδιακά από το 2002. Πολλοί χριστιανοί άρχισαν να διεκδικούν και να παίρνουν πίσω τις περιουσίες τους, με την αναθεώρηση των νόμων περί βακουφίων, τα μέλη των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων απέκτησαν εμπράγματα δικαιώματα και πολλοί περιορισμοί άρχισαν να καταργούνται μέσω νέων νόμων και πρακτικών, που υιοθετήθηκαν εις το όνομα της εναρμόνισης με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σημαντική τομή καταγράφηκε, επίσης, και με την εξάρθρωση της Εργκενεκόν. Για κάποιους, ο στόχος ήταν η αποδυνάμωση του τουρκικού στρατού, αλλά η υπόθεση αυτή επέφερε οφέλη και στις μειονότητες. Η εξάρθρωση της Εργκενεκόν έδιωξε κατά μεγάλο ποσοστό τον τρόμο που βίωναν οι μειονότητες, καθώς έδωσε ένα ισχυρό χτύπημα στο βαθύ κράτος της Τουρκίας, το οποίο ήταν βασικά εκείνο που βρισκόταν πίσω από την άσκηση πίεσης στους μη μουσουλμάνους. Το Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης δημιούργησε, επομένως, ένα πιο φιλικά προσκείμενο περιβάλλον απέναντι στις μειονότητες, σε σχέση με τις προηγούμενες πολιτικές εξουσίες, οι οποίες διέπονταν από τη νοοτροπία της εκδίωξης των «ξένων» Τούρκων πολιτών.

Η άλλη πλευρά του νομίσματος
Μέχρι στιγμής, έχουν παρουσιαστεί τα θετικά, τα οποία φυσικά είναι σπουδαία και σημαντικά. Ωστόσο, υπάρχει και η άλλη πλευρά του νομίσματος για τις μειονότητες στην Τουρκία, η οποία δεν είναι και τόσο λαμπερή. Παρ' όλες τις θετικές αλλαγές, η πολιτική για τις μειονότητες στην Τουρκία δεν άλλαξε κατά τρόπο ριζικό και ρηξικέλευθο, όπως απαιτούνταν. Αυτή η κυβέρνηση, για παράδειγμα, δεν έχει κάνει κανένα βήμα προκειμένου να αναγνωρίσει την αρμενική ή τις άλλες τραγωδίες που βίωσαν οι μη μουσουλμάνοι στην Τουρκία. Παρά τις σποραδικές ενθαρρυντικές δηλώσεις του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δεν έχει υπάρξει καμία επίσημη καταδίκη των εγκλημάτων του παρελθόντος. «Η αναγνώριση των κτηνωδιών και η αντιμετώπιση της ιστορίας είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για μία ουσιαστική αλλαγή στην Τουρκία, όχι μόνο για τις μειονότητες, αλλά και για την εν γένει πολιτική ατμόσφαιρα», γράφει ο Ορχάν Κεμάλ Τζενγκίζ, πολιτικός αναλυτής της εφημερίδας «Ζαμάν». Η μη αναγνώριση ή η αποτυχία να δοθούν τα δικαιώματα που έχουν διεθνώς οι μειονότητες, αποδεικνύει ότι η πολιτική τους Τουρκίας δεν έχει ακόμη αλλάξει. Παρά τη σαφή αναφορά σε μη μουσουλμάνους στη Συνθήκη της Λωζάννης, η Τουρκία έχει επισήμως αναγνωρίσει μόνο την ελληνική, την εβραϊκή και την αρμενική ως μειονότητες. Οι άλλες μη μουσουλμανικές μειονότητες δεν αναγνωρίζονται από το νομικό σύστημα της Τουρκίας. Αλλά ακόμη και οι αναγνωρισμένες δεν διαθέτουν νομική προσωπικότητα και δεν υπάρχει κανένας νόμος που να ρυθμίζει τις υποθέσεις τους ή να αναγνωρίζει τους οργανισμούς τους.

Αντί, επομένως, για τη δημιουργία νέων νομικών μηχανισμών που να αναγνωρίζουν τους θρησκευτικούς θεσμούς των μειονοτήτων, η κυβέρνηση Ερντογάν προσπαθεί να λύσει κάποια προβλήματα με ντε φάκτο και προσωρινά μέτρα. Το τουρκικό κράτος, για παράδειγμα, συνεχίζει να επεμβαίνει στις εκλογές των Πατριαρχών ή να καθορίζει ποιες ευρωπαϊκές δικαστικές αποφάσεις θα εφαρμόζει και ποιες όχι. Όπως και οι προκάτοχοί της, έτσι και η κυβέρνηση Ερντογάν φαίνεται λοιπόν να προτιμά να διατηρήσει το καθεστώς, από το οποίο έχουν υποφέρει οι μη μουσουλμανικές μειονότητες, παρέχοντας περιστασιακά και κατ’ επιλογήν «παυσίπονα» μόνο σε προβλήματα που ανακύπτουν.

Άτυπες συμφωνίες αντί για νόμους
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η μυστική συμφωνία μεταξύ τουρκικής κυβέρνησης και Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία ήρθε στο φως μέσω ελληνικής εφημερίδας. Μπορούν άραγε τέτοια μέτρα να προάγουν τη θρησκευτική ελευθερία στην Τουρκία;

Ο Τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος κατέληξαν -σύμφωνα με την εφημερίδα «Το Βήμα»- σε μία «μυστική συμφωνία». Αν και η πληροφορία θα πρέπει να διασταυρωθεί, ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη την πολιτική δομή στην Τουρκία και τη γνωστή πρακτική απέναντι στις μειονότητες, δεν αποτελεί καθόλου έκπληξη μία πιθανή άγραφη και μη ανακοινώσιμη συμφωνία. Η λεγόμενη «μυστική συμφωνία» περιλαμβάνει τα εξής:
1) Το Πατριαρχείο θα χρησιμοποιεί τον όρο «οικουμενικό» και η κυβέρνηση δεν θα επεμβαίνει.
2) Η κυβέρνηση Ερντογάν θα αναγνωρίσει εμμέσως «νομική προσωπικότητα» στο Πατριαρχείο, με την εφαρμογή της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για την επιστροφή στο Φανάρι του Ορφανοτροφείου της Πριγκίπου.
3) Η ίδια κυβέρνηση θα δώσει την τουρκική υπηκοότητα σε μέλη της Ιεράς Συνόδου, προκειμένου να διευκολύνει την εκλογή νέου Πατριάρχη, όταν θα χρειαστεί.
4) Θα επαναλειτουργήσει η Σχολή της Χάλκης.

Πρώτα απ' όλα, ας επισημανθεί, ότι δεν υπάρχει η παραμική καχυποψία σχετικά με τη βούληση των δύο μερών για τη συμφωνία. Και οι δύο επιζητούν να λύσουν υπάρχοντα προβλήματα. Ωστόσο, μία τέτοια συμφωνία μόνο παροδική ανακούφιση μπορεί να δώσει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και τα χρόνια προβλήματά του.

Διότι, αν δεν υπάρχει καμία νομική ή ανοιχτή αναγνώριση των δικαιωμάτων και της οντότητας του Πατριαρχείου, αυτού του είδους οι «συμφωνίες» είναι πολύ εύκολο να καταρρεύσουν, όπως ένας πύργος στην άμμο, με την πρώτη πολιτική ένταση στην Τουρκία. Κάνοντας τα στραβά μάτια στη χρήση του όρου «οικουμενικός», δεν σημαίνει κι ότι τον αναγνωρίζει. Ο όρος «οικουμενικός» δεν είναι μόνο ένας τίτλος, αλλά ένα φερώνυμο του θεσμού που τον χρησιμοποιεί.

Επιστρέφοντας το ορφανοτροφείο, δεν αναγνωρίζεται άμεσα νομική προσωπικότητα στο Πατριαρχείο, καθότι η απόφαση του ΕΔΑΔ από μόνη της δεν καλύπτει το νομικό κενό που υπάρχει και αρνείται τη «νομική προσωπικότητα» σε θρησκευτικούς θεσμούς στην Τουρκία. Επιστρέφει μεν το κτίριο, αλλά αυτό δεν σημαίνει αυτόματα ότι παρέχεται και νομική προσωπικότητα, εκτός αν γίνουν αλλαγές.
Αν επαναλειτουργήσει η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, γιατί η κυβέρνηση περίμενε 8 χρόνια και δεν το έκανε από την ανάληψη της εξουσίας; Κι αν ανοίξει η Χάλκη, αυτόματα θα πρέπει η κυβέρνηση να επιτρέψει και σε άλλες μειονότητες να εκπαιδεύουν τον κλήρο τους σε παρόμοιες σχολές.

Η εκλογή θρησκευτικών ηγετών
ΕΝΑ άλλο παράδειγμα προσέγγισης των προβλημάτων με «παυσίπονα» ήταν και η πρόσφατη εκλογή Αρμένιου Πατριάρχη. Ο Μεσρόμπ Μουταφιάν ο Β’, ο οποίος είχε εκλεγεί από την αρμενική κοινότητα το 1998, αρρώστησε και κρίθηκε ακατάλληλος για την εκτέλεση των καθηκόντων του. Η ασθένειά του δημιούργησε ένα κενό εξουσίας, το οποίο δημιούργησε σύγκρουση. Το νομικό πλαίσιο που διέπει την εκλογή Πατριάρχη, είτε πρόκειται για Αρμένιο, είτε για Ορθόδοξο κλπ., στην Τουρκία είναι ανύπαρκτο. Δεν υπάρχει κανένας νόμος, ούτε κανονισμός. Το μόνο νομικό κείμενο που ρυθμίζει το «καθεστώς» του Αρμένιου Πατριάρχη είναι ο Κανονισμός του 1863, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Αρμένιοι ακολουθούν τον κανονισμό, αλλά η απουσία σύγχρονου νόμου για περιπτώσεις που δεν καλύπτει ο κανονισμός του 1863, όπως ασθένεια Πατριάρχη, επέτρεψε την παρέμβαση της τουρκικής κυβέρνησης.

Η πρόσφατη κρίση ήταν, βέβαια, σταγόνα στον ωκεανό. Κατέδειξε πώς οι μειονότητες παίζουν το ρόλο του αβοήθητου, πώς στηρίζουν τη νομιμότητά τους μέσω της έγκρισης της εκάστοτε τουρκικής κυβέρνησης, από το να χρησιμοποιούν τα νομικά εργαλεία για να λύσουν το κάθε θέμα. Η παρέμβαση της τουρκικής κυβέρνησης στη διαμάχη διαδοχής του Αρμένιου Πατριάρχη μάλλον έκανε τα πράγματα χειρότερα, αφού παίρνοντας θέση κατέλυσε την υπόσταση του Αρμένικου Πατριαρχείου και την εξουσία να αποφασίζει το ίδιο για τα θέματά του.

Το περιστατικό αυτό έδειξε ότι ένας θρησκευτικός ηγέτης μιας μειονότητας εξαρτάται από την κυβέρνηση, η οποία δεν έχει καμία δουλειά, αφού δεν υπάρχει σχετικός νόμος, που να επιτρέπει την παρέμβασή της. Το χειρότερο, δε, είναι ότι έβγαλε στην επιφάνεια ένα «σχίσμα» στους κόλπους της αρμενικής μειονότητας.

Η τουρκική κυβέρνηση, αντί για «παυσίπονο», θα μπορούσε να καθορίσει με νόμο τα θέματα διαδοχής των Πατριαρχών. Αντί γι’ αυτό ακολούθησε την παλιά πρακτική, επεμβαίνοντας στην εκλογή Αρμένιου Πατριάρχη και προσπαθώντας να λύσει το πρόβλημα μέσω ντε φάκτο μέσων, χωρίς να δίνει στις κοινότητες δικαιώματα και νομική αναγνώριση. Το ερώτημα, ωστόσο, παραμένει. Πόσο αυτού του είδους οι συμφωνίες και τα μέτρα προάγουν την ελευθερία της θρησκείας στην Τουρκία κι αν παρέχουν ουσιαστικά οφέλη στις μειονότητες; Ούτε η κυβέρνηση, αλλά ούτε και τα Πατριαρχεία φαίνεται να θέλουν να παρατήσουν πραγματικά τις «ζώνες ασφαλείας» με τις οποίες λειτουργούν επί δεκαετίες. Η τουρκική κυβέρνηση θέλει να άρει κάποιους από τους περιορισμούς για τις μειονότητες, αλλά χωρίς κάποιο κόστος. Γι’ αυτό προσπαθεί να λύσει όλα τα προβλήματα με προσωρινά μέτρα, αλλά αυτά τα μέτρα μόνο πρόσκαιρη ανακούφιση δίνουν, από τη στιγμή που δεν οδηγούν σε νόμους και δεν συμβάλλουν στην αλλαγή της νοοτροπίας και της πολιτικής κουλτούρας, που είναι και η ρίζα των προβλημάτων των μειονοτήτων της Τουρκίας. Ακόμη και τα Πατριαρχεία δεν διεκδικούν τα δικαιώματά τους μέσω των νομικών οδών. Δεν προσφεύγουν εύκολα στα εσωτερικά δικαστήρια ή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Οι μόνες υποθέσεις για τις οποίες προσέφυγαν δικαστικά ήταν για την επιστροφή των καταπατημένων περιουσιών τους. Δεν διεκδικούν ή δεν προτείνουν την ψήφιση νόμων, που θα τους παρέχουν δικαιώματα και βιώσιμες λύσεις στα προβλήματά τους. Η λύση δεν είναι πύργοι στην άμμο, αλλά ένα νέο πολιτικό και νομικό πλαίσιο για τις μειονότητες, από τις οποίες και η τουρκική δημοκρατία μπορεί επίσης να επωφεληθεί.

3 σχόλια:

  1. ΣΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΟ ΝΑ ΚΑΤΑΠΙΕΖΟΝΤΑΙ Η ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΑΛΛΑ ΟΥΤΕ ΚΑΙ Η ΠΛΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΟΠΩΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ PUN

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ''ΣΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΟ ΝΑ ΚΑΤΑΠΙΕΖΟΝΤΑΙ Η ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΑΛΛΑ ΟΥΤΕ ΚΑΙ Η ΠΛΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΟΠΩΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ PUN''

    Αλα ιναι ακομμα χυρωταιρω να διαββαζζουμμαι τυς δεικαισ σου ανωρθωγραφφαις μ@λ@κιαις καθε μαιρα, αιλαιοσ ποια!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΙΘΕΛΑ ΝΑ ΓΡΑΨΩ ΤΩΡΑ ΒΓΑΛΕ ΤΟ ΣΩΣΤΟ ΝΟΗΜΑ 21 Νοεμβρίου 2010 8:03 μ.μ.ΘΑ ΣΟΥ ΑΠΑΝΤΉΣΩ ΜΕ ΜΙΑ ΠΑΡΟΙΜΙΑ ΣΗΜΕΡΑ ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΜΑΙ ΣΤΗΣ ΚΑΛΕΣ ΜΟΥ Η ΠΟΡΔΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΥ ΜΥΡΙΖΕΙ ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΚΑΙ Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ PUN.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.