27/10/18

Συγκρίνοντας Ελλάδα με Κύπρο: Σκέψεις και προβληματισμοί

Γιώργος Κωνσταντινίδης*
«Είναι αξιοσημείωτο ότι η Κύπρος βρίσκεται σε τροχιά εξόδου από το Μνημόνιο πριν από την αρχικά προβλεπόμενη προθεσμία του 2016», τόνισε ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, πριν από λίγες μέρες, προσθέτοντας ότι «δεν υπάρχει χρόνος για εφησυχασμό, καθώς η οικονομία της Κύπρου και, κυρίως, ο χρηματοπιστωτικός της τομέας παρουσιάζουν προβλήματα». 
Ο ίδιος υπογράμμισε ότι το πρόγραμμα που εφαρμόστηκε στην Κύπρο έχει επιτύχει και πως τα αποτελέσματά του κρίνονται θετικότερα απ’ όσα είχαν προβλεφθεί πριν από δύο χρόνια, ενώ ανέφερε ότι «όλα αυτά τα επιτεύγματα είναι εντυπωσιακά και πρέπει να έχουν το σεβασμό της υπόλοιπης Ευρώπης». Η Κύπρος απέδειξε ότι ήθελε και μπορούσε να βγει από το Μνημόνιο που υπέγραψε τον Μάρτιο του 2013, ασκώντας σοβαρή οικονομική πολιτική χωρίς μικροκομματικά συμφέροντα και αγκυλώσεις. Ο κυπριακός λαός επέδειξε ωριμότητα και ενότητα για να ορθοποδήσει η πατρίδα του και, τελικά, τα κατάφερε. Ο Κύπριος υπουργός Οικονομικών, Χάρης Γεωργιάδης, σημείωσε: «H Κύπρος βγήκε από την ύφεση, όμως δεν σκιαγραφώ μια ρόδινη εικόνα. Παρουσιάζω μια ιστορία ανάκαμψης, αισιοδοξίας και προοπτικής».
Πρόσφατα η κυπριακή κυβέρνηση δρομολόγησε τον τρίτο γύρο αδειοδότησης ερευνών για υδρογονάνθρακες στην ΑΟΖ της και έχουν ολοκληρωθεί τα απαραίτητα έγγραφα για να δημοσιευτεί ο διαγωνισμός. Ήδη, μάλιστα, οι εταιρείες Total, Eni, Noble και BG εκδήλωσαν μεγάλο ενδιαφέρον, ενώ ορισμένοι ενδιαφερόμενοι έχουν προμηθευτεί τα σεισμογραφικά και προετοιμάζουν τις προσφορές τους. Τα προαναφερθέντα σαφώς αποκαλύπτουν την κινητικότητα των ξένων επενδυτών για σημαντικές επιχειρηματικές δραστηριότητες στην Κύπρο.      
Αυτά έγραφα σε ένα προγενέστερο άρθρο μου με τίτλο «Πώς θα ξεφύγουμε από τη μέγγενη του ΔΝΤ» που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ΕΠΙΚΑΙΡΑ» πριν από περίπου ενάμιση χρόνο. Από τότε, βέβαια, «κύλισε πολύ νερό στο αυλάκι», σύμφωνα με τη γνωστή λαϊκή ρήση. Συγκεκριμένα, η κυπριακή οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμό 3,5% κατά το 2ο τρίμηνο του 2017, συγκριτικά με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2016. Το αξιοσημείωτο δε είναι ότι αυτός ο ιδιαίτερα υψηλός για τα διεθνή δεδομένα ρυθμός ανάπτυξης έχει επιτευχθεί χάρη και στους κλάδους των κατασκευών και της μεταποίησης, εκτός από τους κλάδους της εστίασης, των ξενοδοχείων, καθώς και του λιανικού και χονδρικού εμπορίου. Με άλλα λόγια το σύνολο πλέον των παραγωγικών κλάδων σημειώνει πραγματική ανάπτυξη, που δε βασίζεται στο δανεισμό ή στην αύξηση των δημόσιων δαπανών.
Επιπλέον, τα φορολογικά κίνητρα και οι διευκολύνσεις που δόθηκαν στοχευμένα σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά τόνωσαν την οικονομία της Κύπρου, την καινοτομία και την πανεπιστημιακή δραστηριότητα και την ερευνητική προσπάθεια που συντελείται κυρίως τα τελευταία χρόνια στη Μεγαλόνησο. Οι εγχώριες και οι ξένες επενδύσεις προωθούνται, στηρίζονται έμπρακτα από την κυβέρνηση και έτσι επωφελείται τόσο η οικονομία όσο και η κοινωνία με ποικίλες πολλαπλασιαστικές επιδράσεις του εισοδήματος που δημιουργείται τόσο από την παραγωγική διαδικασία των επιχειρήσεων όσο και από τον τριτογενή τομέα και ειδικότερα από τον τουρισμό, ο οποίος αποτελούσε ανέκαθεν έναν από τους σημαντικότερους κλάδους από πλευράς εσόδων και κερδών. Τέλος, η ενέργεια συνιστά έναν από τους πιο αναδυόμενους τομείς όχι μόνο για την Κύπρο, αλλά για όλες τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, λόγω των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων (πετρελαίου και φυσικού αερίου, του «μαύρου» και του «γαλάζιου» χρυσού αντίστοιχα όπως ονομάζονται χαρακτηριστικά) που έχουν εντοπισθεί με βάση τις σχετικές γεωλογικές μελέτες και έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί και συνεχίζουν να δρομολογούνται. Η συνέχεια θα είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και το μέλλον κερδοφόρο για τις εμπλεκόμενες εταιρείες και τα συμμετέχοντα κράτη.     
          Στη σημερινή Ελλάδα της οικονομικής κρίσης και επενδυτικής καχεξίας το παράδειγμα της Κύπρου θα μπορούσε να αποτελέσει «φάρο» αισιοδοξίας και ελπίδας. Το ανησυχητικό, όμως, είναι ότι οποιαδήποτε σύγκριση γίνει μεταξύ των δύο χωρών σε οποιοδήποτε τομέα της οικονομικής δραστηριότητας το αποτέλεσμα καταλήγει υπέρ της Κύπρου. Στη χώρα μας τα πρωτογενή πλεονάσματα δημιουργήθηκαν από την υπερφορολόγηση των φυσικών και νομικών προσώπων, η ρευστότητα έχει εκμηδενιστεί, οι τράπεζες δανείζουν με το σταγονόμετρο, οι επενδύσεις έχουν περιοριστεί δραματικά, το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών συρρικνώνεται διαρκώς, η ανεργία κυμαίνεται σταθερά πάνω από το 20% ειδικά στους νέους ανθρώπους, η κοινωνική πολιτική βάλλεται πανταχόθεν, το κράτος πρόνοιας (υγεία, παιδεία κτλ.) αιμορραγεί και τα φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας (εγκληματικότητα, πορνεία, παράνομο εμπόριο, αυτοκτονίες κ.ά.) θέτουν νέα εμπόδια στην καθημερινότητα των Ελλήνων πολιτών.
          Ουσιαστικά κανένα από τα φλέγοντα ζητήματα οικονομικής, κοινωνικής ή πολιτικής υφής δεν έχει επιλυθεί. Η αγορά έχει στεγνώσει και ασφυκτιά. Χρειάζεται «οξυγόνο», το οποίο μόνο ο τουριστικός κλάδος δείχνει να μπορεί να προσφέρει στη χειμαζόμενη οικονομία και στην απασχόληση, αλλά με προσωρινές λύσεις και συγκυριακές πρακτικές δεν φαίνεται φως στο τούνελ της ύφεσης και της κοινωνικής αποδόμησης και αποτελμάτωσης. Το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών βαθαίνει χωρίς ενδείξεις βελτίωσης, ούτε καν μακροχρόνια, με βάση οικονομικές και οικονομετρικές μελέτες που διενεργούνται.
          Τέλος, τόσο το μεταναστευτικό (πρόσφυγες και οικονομικοί μετανάστες που καταφθάνουν στην Ελλάδα από διάφορες χώρες) και, παράλληλα, η «διαρροή εγκεφάλων» (Έλληνες επιστήμονες που ξενιτεύονται επειδή αναζητούν θέσεις εργασίας, προοπτικές καριέρας και ποιότητα ζωής στο εξωτερικό), όσο και το διογκούμενο δημογραφικό πρόβλημα (υποχώρηση δεικτών γεννητικότητας και αυξανόμενη γήρανση του πληθυσμού) διαμορφώνουν διαλυτικές τάσεις στα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα της Ελλάδας. Τα προαναφερθέντα σε συνδυασμό με την επταετή οικονομική κρίση «ανοίγουν την όρεξη» σε γειτονικές χώρες που εποφθαλμιούν τα ποικίλα «φιλέτα» που διαθέτει η Ελλάδα. Επιπρόσθετα, προκαλούν το λαϊκό αίσθημα με εμπρηστικές και αλυτρωτικές δηλώσεις των επίσημων αξιωματούχων τους ή και με προκλητικές ενέργειες, διπλωματικές ή στρατιωτικές, αποσκοπώντας στην πολιτική απομόνωση ακόμη και στην εδαφική συρρίκνωση της πατρίδας μας…

*Γιώργος Κωνσταντινίδης, οικονομολόγος, Διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου, συγγραφέας του βιβλίου “Συσσώρευση Κεφαλαίου και Παγκοσμιοποίηση στην Τουρκία Διαχρονικά”, εκδόσεις Παπαζήση, 2009.

            


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.