Οι «νεοναζί» μαχητές εισέβαλαν με ορμή στη νέα πολιτική ζωή της Ουκρανίας. Ειδικά η «προστασία του ρωσικού πληθυσμού από τους τραμπούκους φασίστες», αποτέλεσε για τις ρωσικές αρχές η κύρια δικαιολογία για την «Επιχείρηση Κριμαία». Η μέχρι χτές ουκρανική αντιπολίτευση και σήμερα νέα «κυβέρνηση» της χώρας και οι Δυτικοί υποστηρικτές της, απορρίπτουν με ειρωνεία τις κατηγορίες, θεωρώντας όλα όσα κυκλοφορούν στα Μέσα Ενημέρωσης σαν «ένα ακόμα ψέμα των προπαγανδιστών του Κρεμλίνου».
Τι πραγματικά συνέβη στο Κίεβο τον Φεβρουάριο; Είναι σωστό και δίκαιο να ονομάζουμε όλες τις «πατριωτικές» και «φιλοευρωπαϊκές» δυνάμεις που συμμετείχαν στο πραξικόπημα «Βanderovtsi» ή «Βanderistas»; Ποιός είναι ο ρόλος τους στη νέα ουκρανική «επανάσταση»; Είναι αλήθεια ότι διαδραμάτισαν έναν πολύ σημαντικό ρόλο στην ανατροπή του Γιανουκόβιτς και ότι συνεχίζουν να ασκούν επιρροή στην τωρινή κυβερνητική πολιτική;
Η Μαϊντάν και οι δύο Ουκρανίες
Το ουκρανικό κράτος δεν προέκυψε σαν αποτέλεσμα μιας ιστορικής διαδικασίας για την αυτοδιάθεση των Ουκρανών. Η κρατική οντότητα που δημιουργήθηκε από τους μπολσεβίκους, συνετέθη από κομμάτια πολύ διαφορετικών μεταξύ τους περιοχών. Η ουκρανική πολιτική ζωή για πολλά χρόνια καθορίζονταν από την αντιπαράθεση των δύο περίπου ισοδύναμων εδαφικά και εκλεκτορικά (εκλογικό σώμα) τμημάτων της χώρας: Των δυτικών και των περιστρεφόμενων ιδεολογικά γύρω από αυτές κεντρικών περιφερειών της Ουκρανίας από τη μια πλευρά, και της νοτιοανατολικής περιοχής από την άλλη. Ο πληθυσμός των περιοχών αυτών είναι πολιτισμικά διαφορετικός. Στο ανατολικό τμήμα κυριαρχεί η ρωσική γλώσσα, ενώ στα δυτικά η ουκρανική. Οι περιοχές διαφέρουν επίσης και στη διάρθρωση της οικονομίας τους. Η Ανατολική Ουκρανία, είναι κυρίως βιομηχανική περιοχή, ενώ η Δυτική Ουκρανία, βασίζεται στην αγροτική παραγωγή.
Το σημερινό «Ευρωμαϊντάν» στο Κίεβο διαμορφώθηκε –με όλη τη σημασία της λέξης- κυρίως από τους εκπροσώπους των δυτικών περιοχών. Η ιδεολογία τους, δεν προέβλεπε καμία κοινωνική συναίνεση με τους εκπροσώπους της ανατολικής περιοχής, όπως και η ιδεολογία του ουκρανικού εθνικισμού, που είναι ενιαία, αρκετά συμπαγής και σταθερή στην ιδεολογία της.
Ακραίος εθνικισμός
Μνημείο του Στεπάν Μπαντέρα στο Λβιβ (Δυτική Ουκρανία). Φωτογραφία από την ελεύθερη πηγή.
Ο ουκρανικός εθνικισμός διαμορφώθηκε σαν ιδεολογία στο πρώτο τρίτο του εικοστού αιώνα και έχει την ίδια φύση με το γερμανικό ναζισμό και μια σειρά από άλλες ακροδεξιές ιδεολογίες της εποχής. Αυτή η φύση του ουκρανικού εθνικισμού εξηγεί την ακραία μισαλλοδοξία του, που επιδεικνύεται από μια τάση για άμεση πολιτική δράση, τη χρήση βίας και την άρνηση των δικαιωμάτων στις μειονότητες. Οι ουκρανοί εθνικιστές θεωρούν απαραίτητη την οικοδόμηση του έθνους με «σιδηρά πυγμή» και με την επίδειξη της μέγιστης σε σκληρότητα καταπίεσης των μη  ουκρανικών στοιχείων της κοινωνίας. Το πρόβλημα είναι ότι αυτά τα μη ουκρανικά στοιχεία στην Ουκρανία είναι η πλειοψηφία. Ένα σημαντικό ποσοστό τους βρίσκεται ακόμη και στον «εδαφικό πυρήνα» που γλωσσικά κυριαρχεί η ουκρανική, στην περιοχή της Γαλικίας στη Δυτική Ουκρανία, ενώ στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας, το μη ουκρανικό στοιχείο αποτελεί την απόλυτη πλειοψηφία .
Μερικές φορές, κάποιοι προσπαθούν να κάνουν διάκριση ανάμεσα στον μετριοπαθή και στον ριζοσπαστικό ουκρανικό εθνικισμό, όπως γίνεται συνήθως με τον «εθνικισμό» σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο, στην περίπτωση της Ουκρανίας, αυτό δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Όλοι οι ευρωπαϊκοί «εθνικισμοί» ξεκίνησαν με την «μετριοπαθή» εκδοχή και μόνο αργότερα εξελίχθηκαν στις ακραίες μορφές τους. Στην Ουκρανία ήταν απ’ την αρχή σχεδιασμένος σαν μια ακραία ιδεολογία και ο ριζοσπαστισμός του τονίζεται από την απαίτηση για άρνηση της παραδοσιακής εθνικής και θρησκευτικής ταυτότητας. Δηλαδή, από την εμφάνιση του, ο ουκρανικός εθνικισμός υπήρξε ένας εθνικισμός που βασίστηκε την επικύρωση της ανάγκης διεξαγωγής μιας εθνοκτονίας του γηγενούς πληθυσμού σε μεγάλη κλίμακα, ένα ιδεολόγημα που δεν υπάρχει σε καμία άλλη εθνικιστική ιδεολογία. Όλες τους, με κάποιο τρόπο, βασίζονται σε κάποια υφιστάμενη εθνότητα. Οι εθνοκτονικές αρχές προκαλούν αναπόφευκτα και εθνοκτονικές πρακτικές, που δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για την ανάπτυξη του μετριοπαθούς εθνικισμού.
Με ναζί, Βρετανούς και Αμερικάνους
Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, στη Δυτική Ουκρανία δρούσε ο «Ουκρανικός Επαναστατικός Στρατός» (ΟΕΣ - UPA), με επικεφαλής τον Στεπάν Μπαντέρα (Stepan Bandera) και το πρωτοπαλίκαρό του, Ρομάν Σουχέβιτς. Και στους δύο απονεμήθηκε μετά θάνατον από τον πρόεδρο της«πορτοκαλί επανάστσης», Βίκτορ Γιούσενκο, ο τίτλος του Ήρωα της Ουκρανίας. Ο τίτλος τους ακυρώθηκε το 2010 με διάταγμα του πρώην -ανατραπέντος- προέδρου της Ουκρανίας, Βίκτορ Γιανουκόβιτς.
Οι «Βanderistas», λοιπόν, ενώ είχαν περίεργες και πολύπλοκες σχέσεις με τις γερμανικές δυνάμεις κατοχής, για ένα πράγμα ήταν σίγουροι. Πάντα προχωρούσαν με τη βασική αρχή, ότι ο κύριος εχθρός είναι η ΕΣΣΔ. Αυτή η προσέγγιση, τεκμηριώνεται από τη συνολική ιδεολογία του ουκρανικού εθνικισμού, σύμφωνα με την οποία ο βασικός εχθρός των Ουκρανών είναι οι «μοσκαλί» (υποτιμητική έκφραση για τους ρώσους –«μοσχοβίτες»), δηλαδή οι Ρώσοι.
Το Τρίτο Ράϊχ, μάλιστα, κατάλαβε πολύ καλά ότι ο ουκρανικός εθνικισμός μπορεί να του φανεί χρήσιμος. Έτσι, οι δυτικο-ουκρανοί χρησιμοποιήθηκαν για τη διεξαγωγή επιχειρήσεων που, ναι μεν εξυπηρετούσαν άμεσα του ναζί, αλλά ταυτόχρονα πίστευαν ότι κατ' αυτό τον τρόπο θα εκπληρώσουν τα δικά τους εθνικά όνειρα και αλυτρωτισμούς: «Να καθαρίσει η ουκρανική γη από τα ανεπιθύμητα στοιχεία», που είναι μεταξύ άλλων, οι Εβραίοι και οι κομμουνιστές.
Η εντονότερη πολεμική δραστηριότητα των «Μπαντέροβτσι» ήταν στο διάστημα 1944-1945 και στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, όταν στις συνθήκες του πρώιμου Ψυχρού Πολέμου, συνδέθηκαν μαζί τους οι βρετανικές και αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες. Ωστόσο, από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, η δραστηριότητα των σαμποτάζ εξασθένησε, όταν αρκετοί «αντάρτες», συμφώνησαν να επανέλθουν στην ειρηνική ζωή. Ο ίδιος ο Στεπάν Μπαντέρα, μετά τον πόλεμο έζησε στο Μόναχο υπό την προστασία της βρετανικής υπηρεσίας πληροφοριών και εργάστηκε για τη βρετανική κατασκοπεία μέχρι το 1959 που «εκτελέστηκε» από τον πράκτορα της KGB, Μπογκντάν Στασίνσκι, με βολή σύριγγας που περιείχε δηλητήριο (κυανιούχο κάλιο) από ειδικό πιστόλι.
Τον Απρίλιο του 2014, βγήκαν στην επιφάνεια περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη δραστηριότητα των «μπαντέροβτσι» του UPA, από αποχαρακτηρισμένα έγγραφα που έδωσε στη δημοσιότητα το ρωσικό υπουργείο Άμυνας. Με τα ντοκουμέντα ρίχθηκε νέο φως στη δράση των «Μπαντέροβτσι», στην υλικοτεχνική υποστήριξη από τις γερμανικές δυνάμεις κατοχής, στη συμμετοχή τους σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις και στην υλοποίηση των εγκληματικών σχεδίων εθνοκάθαρσης. Εκτός από τις σφαγές Εβραίων, οι «μαχητές» του Μπαντέρα εξόντωσαν επίσης Πολωνούς και ανθρώπους πολλών άλλων εθνικοτήτων, συμπεριλαμβανομένων και ρώσων.
Οι πολωνοί ιστορικοί μιλάνε για περίπου 150 χιλιάδες πολίτες πολωνικής υπηκοότητας που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της λεγόμενης «σφαγής του Βολίν», της μαζικής εξόντωσης Πολωνών από τους ουκρανούς εθνικιστές στη διάρκεια των ετών 1943-1944. Επιπλέον, ο τρόμος των «Μπαντέροβτσι» μεταφέρθηκε και στους ντόπιους Ουκρανούς που διαφωνούσαν με την ιδεολογία του ουκρανικού εθνικισμού.
Ηρωες στα σχολικά βιβλία οι εγκληματίες 
Σήμερα, 70 χρόνια μετά τα φρικιαστικά εγκλήματα, τα παιδιά στην Ουκρανία μαθαίνουν να θεωρούν αυτούς τους – να τους κάνει ο Θεός – ανθρώπους,  εθνικούς ήρωες. Η μετα-σοβιετική Νοτιοανατολική Ουκρανία διέφερε όλα αυτά τα χρόνια από τη Δυτική στο ότι δεν διέθετε τη δική της ιδιαίτερη ταυτότητα και εθνική ιδεολογία. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας αρκετά θλιβερής κατάστασης: Ακόμη και όταν στην εξουσία στο Κίεβο βρίσκονταν εκπρόσωποι της νοτιοανατολικής περιοχής, όλη η ανθρωπιστική – κοινωνική  σφαίρα της πολιτικής είχε αφεθεί στον έλεγχο των ουκρανών εθνικιστών από τη Γαλικία. Έτσι, στο επίπεδο της διαχείρισης του εκπαιδευτικού συστήματος και της πολιτικής απέναντι στα Μέσα Ενημέρωσης της χώρας, δεν υπήρχε περίπτωση να υπάρξει «διαχωρισμός».
Όλα προχωρούσαν σύμφωνα με την ενιαία εθνικιστική τάση. Στην πραγματικότητα, οι ουκρανοί εθνικιστές είχαν την απόλυτη εξουσία πάνω στο εκπαιδευτικό σύστημα, καθώς επίσης ασκούσαν την ισχυρότερη επιρροή στην πολιτική των ΜΜΕ. Ως εκ τούτου, η νέα γενιά των παιδιών της (μετα-σοβιετικής) Ουκρανίας, διδάχτηκε από σχολικά βιβλία μια υπερ-εθνικιστική αντίληψη της ουκρανικής ιστορίας. Στην τηλεόραση έπαιζαν τακτικά προπαγανδιστικά προγράμματα που προωθούσαν τις ιδέες του ουκρανικού ριζοσπαστικού εθνικισμού. Τους καρπούς αυτής της σχολικής και επικοινωνιακής εκπαίδευσης τρυγάει σήμερα η Ουκρανία. Και αυτό φαίνεται εντονότερα στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας, όπου υπάρχουν αρκετοί νέοι κάτω των 30 ετών που δηλώνουν «Ουκρανοί» απ’ τα γεννοφάσκια τους, τη στιγμή που οι γονείς τους δεν ξεχώριζαν και τόσο (δεν τους απασχολούσε) για την ουκρανική τους ταυτότητα.
Ο Ολέγκ Νεμένσκι, είναι διδάκτωρ ιστορικών επιστημών, επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Σλαβικών Σπουδών της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών, συνεργάτης του Κέντρου ουκρανικών και λευκορωσικών σπουδών του Κρατικού Πανεπιστημίου της Μόσχας, διακεκριμένος ερευνητής στο Ρωσικό Ινστιτούτο Στρατηγικών Ερευνών.
Η Ρωσία Τώρα