16/1/12

Η κρίση βγάζει πρόεδρο στις Ηνωμένες Πολιτείες

Ρόμνεϊ εναντίον Ομπάμα σε μια αναμέτρηση που θα κριθεί στο πεδίο της οικονομίας

Του Πετρου Παπακωνσταντινου

Εννέα μήνες πριν από τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, το τοπίο ξεκαθάρισε αρκετά με τις προκριματικές αναμετρήσεις για το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στις πολιτείες της Αϊόβα και του Νιου Χαμσάιρ. Το πρώτο πράγμα που μάθαμε είναι ότι κατά πάσα πιθανότητα αντίπαλος του Μπαράκ Ομπάμα θα είναι ο Μιτ Ρόμνεϊ. Ο πρώην κυβερνήτης της Μασαχουσέτης κέρδισε την υποστήριξη του ρεπουμπλικανικού κατεστημένου ως ο μόνος σοβαρός διεκδικητής της προεδρίας, απέναντι σε εξτρεμιστές ή και γραφικούς υποψηφίους.
Θα ήταν πραγματικά αλλόκοτο να διεκδικήσει την προεδρία κοτζάμ Αμερικής ο κύριος Ρον Πολ, που προτείνει σοβαρά να διαλυθεί η κεντρική τράπεζα και να αποχωρήσουν οι ΗΠΑ από τον ΟΗΕ, κάποιος Ρικ Σαντόρουμ, που αυτοπροσδιορίζεται ως «ο υποψήφιος του Ιησού Χριστού», ή ο κυβερνήτης του Τέξας Ρικ Πέρι, ο οποίος απείλησε την Ουάσιγκτον με απόσχιση από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το δεύτερο σημαντικό στοιχείο που ξεκαθαρίστηκε είναι το πεδίο πάνω στο οποίο θα κριθεί η αναμέτρηση. Σε αντίθεση με τις δύο προηγούμενες εκλογές, που επηρεάστηκαν σοβαρά από το εθνικό τραύμα της 11ης Σεπτεμβρίου και τους πολέμους της υπερδύναμης σε Ιράκ και Αφγανιστάν, αυτήν τη φορά η εξωτερική πολιτική περνάει σε δεύτερο πλάνο. Αισθητά μειωμένο διαγράφεται και το ειδικό βάρος των προσφιλών στη Δεξιά «πολιτιστικών ζητημάτων» (αμβλώσεις, γάμοι ομοφυλοφίλων, οπλοκατοχή, μετανάστευση και εθνική ταυτότητα). Φέτος, οι δύο υποψήφιοι θα αναμετρηθούν πρωτίστως στο πεδίο της οικονομίας, κάτι που επιβάλλεται με αδυσώπητη αναγκαιότητα από την κρίση. Είναι χαρακτηριστική η απάντηση του Ρόμνεϊ στους ανθυποψηφίους του, που τον κατηγορούσαν ότι υπήρξε «κυβερνήτης των αμβλώσεων»: «Διεκδικώ το αξίωμα του ηγέτη της χώρας και όχι του αρχιεπισκόπου».

Μια τρίτη, ενδιαφέρουσα τάση είναι η απαξίωση της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας, που ξεκίνησε από την Αμερική και εξελίχθηκε σε παγκόσμια οικονομική θρησκεία τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Ανεργία και έκρηξη των ανισοτήτων έφεραν την έννοια «καπιταλισμός» στο ίδιο επίπεδο με την έννοια «σοσιαλισμός», στη συνείδηση των πολιτών, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις.

Η πίεση του «θυμωμένου κοινού» δεν ήταν δυνατόν να αγνοηθεί ούτε από τους υποψηφίους των Ρεπουμπλικανών. Αίφνης, οι Αμερικανοί άκουσαν τον Νιουτ Γκίνγκριτς, έναν πολιτικό βαρέων βαρών, να κατηγορεί τον ανθυποψήφιό του Ρόμνεϊ ως εκπρόσωπο του «αρπακτικού καπιταλισμού», παραπέμποντας στη θητεία του ως διευθυντή της εταιρείας Bain Capital. Ο Ρικ Σαντόρουμ, πάλι, κάλεσε τους βιομηχανικούς εργάτες να τον ψηφίσουν, υπενθυμίζοντας ότι ο παππούς του ήταν ανθρακωρύχος.

Φυσικά, οι Ρεπουμπλικανοί παραμένουν το κατεξοχήν κόμμα των μεγάλων επιχειρήσεων και οι φιλολαϊκές κορώνες των υποψηφίων τους δεν θα μπορούσαν να ξεφύγουν από τα όρια της δημαγωγίας. Ολοι κατήγγειλαν τον Ομπάμα για «σοσιαλιστικές πολιτικές αναδιανομής», δεσμεύτηκαν να ακυρώσουν τη μεταρρύθμισή του στον τομέα της υγείας και πρότειναν λιγότερους φόρους για τις επιχειρήσεις. Στρατηγική τους ήταν να εκτρέψουν τη λαϊκή αγανάκτηση από τη Γουόλ Στριτ στην Ουάσιγκτον. Αυτή ήταν η μόνη ουσιώδης συνεισφορά του δεξιού, λαϊκιστικού ρεύματος του «Tea party», το οποίο κατά τα λοιπά αποδείχθηκε απλώς καταλύτης, που περιθωριοποιήθηκε αφού έκανε τη δουλειά του.

Περιμένοντας την επίσημη ανακήρυξη του αντιπάλου του, ο Μπαράκ Ομπάμα επενδύει σε μια κεϊνσιανής έμπνευσης (περισσότερο στη ρητορεία και λιγότερο στην πράξη) πολιτική για την αντιμετώπιση της κρίσης. Χαρακτηριστικές ήταν οι πρόσφατες παρεμβάσεις του για αυξήσεις στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και για φορολογικά μέτρα με στόχο την αύξηση της απασχόλησης στη βιομηχανία. Με αυτά τα δεδομένα, η φετινή εκλογική αναμέτρηση αναμένεται να έχει πιο έντονα ιδεολογικά χαρακτηριστικά και πιο σαφείς διαχωριστικές γραμμές από τις προηγούμενες. Κάτι που δεν είναι αφύσικο σε μια Αμερική, η οποία, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ινστιτούτου Pew, γνωρίζει τις πιο έντονες κοινωνικές συγκρούσεις από την εποχή του Ρέιγκαν.

Σε αναζήτηση νέας πορείας
Ενδεικτικό των έντονων αναζητήσεων που κυοφορούνται στους κόλπους των αμερικανικών ελίτ ήταν το κύριο άρθρο των New York Times την περασμένη Τετάρτη. Ιδού το καταληκτικό απόσπασμα του σημαντικού αυτού άρθρου:

«Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου απαιτεί πολιτικές που θα εγγυώνται συνεχείς αυξήσεις του κατώτατου μισθού, που έφτασε στο ζενίθ το 1968· μεγαλύτερες επενδύσεις για την κοινωνική ασφάλεια· κυβερνητική προτεραιότητα στην πλήρη απασχόληση· προοδευτική φορολογία· και αποτελεσματική ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Αυτού του είδους οι πολιτικές κυριάρχησαν από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 μέχρι τη δεκαετία του 1970. Στη συνέχεια, αναιρέθηκαν. Οι περικοπές φόρων για τους πλούσιους και οι επιθέσεις στα προγράμματα για τους φτωχούς επιδείνωσαν τις ανισότητες στα χρόνια του Τζορτζ Μπους. Η απάντηση δεν βρίσκεται σε ισχυρότερες δόσεις των ίδιων, αποτυχημένων πολιτικών. Η λύση είναι να ενισχυθούν οι επιτυχείς πολιτικές. Ο κ. Ομπάμα το αντιλαμβάνεται. Οι Ρεπουμπλικανοί υποψήφιοι εξαπατούν τον εαυτό τους και προσπαθούν να εξαπατήσουν τους ψηφοφόρους τους».

www.kathimerini.com.cy

1 σχόλιο:

  1. "εξτρεμιστές ή και γραφικούς υποψηφίους"

    ΟΠΩΣ ΑΣ ΠΟΥΜΕ Ο ΡΟΝ ΠΟΛ; ΤΙ ΛΕΕΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ

    ΟΙ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ Κε ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΑΝ ΔΕΝ ΘΕΛΕΤΕ ΕΣΕΙΣΝΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΗΤΕ ΩΣ ΤΕΤΟΙΟΣ ΚΙ ΕΠΙΠΛΕΟΝ "ΑΛΛΟΘΩΡΙΖΩΝ"...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.