22/7/09

Από τα αρχεία του Φόρεϊν Όφις.Ο ρόλος της Βρετανίας στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο

Η Βρετανία έδωσε, ως τρίτη εγγυήτρια χώρα της Κυπριακής ανεξαρτησίας, ελευθερία κίνησης στην Τουρκία για να εισβάλει στην Κύπρο υποσχόμενη ότι δεν θα την παρεμπόδιζε στην εφαρμογή των σχεδίων της. Αυτό αποκαλύπτεται από τα απόρρητα έγγραφα της βρετανικής κυβέρνησης για το 1974 που δόθηκαν στη δημοσιότητα από το Σάββατο 1η Ιανουαρίου.

Οι απαιτήσεις Ετζεβίτ από το Λονδίνο

Έγγραφο που αναφέρεται στις κρίσιμες συνομιλίες του Τούρκου πρωθυπουργού, Μπουλέντ Ετζεβίτ, με τον Βρετανό ομόλογο του, Χάρολντ Ουίλσον, στο πρωθυπουργικό γραφείο στη Ντάουνιγκ Στριτ, τη νύκτα της 17ης Ιουλίου, που διήρκεσαν τρεισήμισι ώρες και σε αυτές συμμετείχαν οι υπουργοί Εξωτερικών και Αμυνας των δυο χωρών, παρουσιάζει τον Ετζεβίτ να ζητεί από τη βρετανική πλευρά να επιτρέψει την έλευση τουρκικών στρατευμάτων μέσω των βρετανικών βάσεων για να αποφευχθεί, όπως είπε, η αιματοχυσία.

Σε μια στιγμή ο Βρετανός πρωθυπουργός παρατήρησε ότι κατανοεί την έννοια των όσων είχε πει ο ομόλογος του ότι δηλαδή «αν η κατάσταση για την τουρκοκυπριακή κοινότητα επιδεινωθεί η Τουρκία θα αισθανόταν την ανάγκη να παρέμβει». Αλλά, συνέχισε ο Ουίλσον, «δεν νομίζω ότι οι βάσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τέτοιου είδους επέμβαση».

Ο Μπουλέντ Ετζεβίτ, αναφέρει σε συνέχεια το έγγραφο, απάντησε ότι δεν μπορούσε να επιμείνει στο σημείο για χρησιμοποίηση των βάσεων, άλλωστε, παρατήρησε, οι βάσεις δεν ήταν αναγκαίες για τον σκοπό που είχε υπόψη του. «Ελπίζω -συνέχισε- ότι η βρετανική κυβέρνηση θα μπορούσε να βρει άλλα μέσα να βοηθήσει την Τουρκία». Ο υπουργός Εξωτερικών, Τζέιμς Κάλαχαν, ρώτησε τι είδους βοήθεια. Ελπίζω, εξήγησε ο Τούρκος πρωθυπουργός, ότι «η Βρετανία δεν θα παρεμβάλει εμπόδια και ότι θα πείσει τις ΗΠΑ να κάνουν το ίδιο». Ο Χάρολντ Ουίλσον είπε ότι η επιδίωξη του ομολόγου του είναι να μην παρέμβει η Βρετανία για να αποκλείσει ότι σκέπτεται να κάνει η Τουρκία προς αποκλεισμό των Ελλήνων. Οπότε ο Ετζεβίτ ρώτησε «μπορεί η Βρετανία να το αναλάβει αυτό». Ο Κάλαχαν απάντησε ότι «αυτό δεν είναι αδύνατο».

Πόσο ηθελημένη ήταν αυτή η στάση της Βρετανίας και πόσο δύσκολο θα ήταν για την Τουρκία να προχωρήσει στην εισβολή χωρίς μια τέτοια έμμεση υποστήριξη, φαίνεται και από μια τηλεφωνική συνομιλία μεταξύ Ουίλσον και Ετζεβίτ στις 24 Ιουλίου, τέσσερις μέρες μετά απ' αυτή, οπότε ο πρώτος με αυστηρό ύφος προειδοποίησε τον δεύτερο ότι θα είχε συνέπειες αν οι τουρκικές δυνάμεις δοκίμαζαν να καταλάβουν το αεροδρόμιο. Ο Τούρκος πρωθυπουργός ήταν όλο απολογίες. Να σημειωθεί ότι ενώ κατά τις καθοριστικές, για τα όσα ακολούθησαν, συνομιλίες της 17ης Ιουλίου, η Βρετανία έδωσε στον Ετζεβίτ περίπου ό,τι ήθελε, σαν επίσημη πολιτική της πρόβαλλε, και πριν από την εισβολή και, περισσότερο, μετά απ΄αυτή, την ανάγκη τριμερών συνομιλιών γι΄ αντιμετώπιση της κατάστασης.

Αυτή η τακτική χαρακτήριζε τη βρετανική στάση, σε μεγαλύτερο ακόμη βαθμό, εκείνες τις μέρες.

Η στάση έναντι Μακαρίου

Κατά τη συνάντηση με τον Μακάριο στις 17 Ιουλίου, την πρώτη μετά το πραξικόπημα, στη Ντάουνιγκ Στριτ εκεί που το βράδυ έγινε η συνάντηση με τον Ετζεβίτ, ο Βρετανός πρωθυπουργός διερμήνευσε με πολύ θερμά λόγια όχι μόνο τη συμπάθεια του για τη δοκιμασία του Κυπρίου ηγέτη αλλά και την υποστήριξη της κυβέρνησης του στον «εκλεγμένον Πρόεδρο της Κύπρου».

Την ίδια εκείνη μέρα ο υπουργός Αμυνας, Ρόυ Μέισον, ετοίμασε , κατ' εντολή του επί των Εξωτερικών υπουργού, Τζέιμς Κάλαχαν, μελέτη για το τι θα χρειαζόταν, στο ενδεχόμενο απόφασης του Λονδίνου για επανεγκατάσταση, με στρατιωτικά μέσα, του Μακαρίου στην προεδρία, κάτι, βέβαια που όπως κρίνεται από άλλα δεδομένα, είχε μόνο θεωρητική σημασία.

Αυτά, πάντως, δεν εμπόδισαν τον Βρετανό πρωθυπουργό να συζητά έξι μέρες αργότερα, στις 25 Ιουλίου, με τον Τζέιμς Κάλαχαν και τον πρώην βασιλιά Κωνσταντίνο τρόπους παραμερισμού του Κυπρίου ηγέτη. Σ' εκείνη τη συνάντηση ο ίδιος ο Χάρολντ Ουίλσον είπε ότι αν ο Αρχιεπίσκοπος επέστρεφε στην Κύπρο θα μπορούσε να δεσμευθεί να μείνει στην προεδρία για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Ο Κάλαχαν είπε πως και αν ακόμη επείθετο ο Αρχιεπίσκοπος να παραιτηθεί - πράγμα αμφίβολο, όπως παρατήρησε και εκλεγόταν ο Γλαύκος Κληρίδης, η παρουσία του στην Κύπρο θα αποτελούσε απειλή για την πολιτική σταθερότητα.

Ο πρώην βασιλιάς προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει τους συνομιλητές του στην «εξεύρεση λύσης» γνωστοποιώντας, για πρώτη φορά, όπως είπε, ότι το 1966 ο Αρχιεπίσκοπος του ζήτησε να μεσολαβήσει προς τον τότε πρόεδρο της Αιγύπτου, Νάσερ, για τη δυνατότητα εκλογής του ως Πατριάρχη Αλεξανδρείας, αλλά όταν επρόκειτο να γίνει η συνάντηση ο Αρχιεπίσκοπος είπε στον πρώην βασιλιά να μην εγείρει το θέμα. Ουίλσον και Κάλαχαν είπαν ότι η καλύτερη λύση θα ήταν αν ο Αρχιεπίσκοπος επείθετο να φύγει από την Κύπρο. Ο πρώην βασιλιάς είπε ότι η μόνη δυνατότητα ήταν εκείνη της ανάδειξης του σε Αρχιεπίσκοπο Αθηνών.

Σε άλλο έγγραφο για συνάντηση του Βρετανού πρωθυπουργού με τον πρώην βασιλιά στις 18 Νοεμβρίου 1974, ο τελευταίος είπε ότι «ο Αρχιεπίσκοπος δεν φαίνεται τώρα ότι θα αναλάβει την προεδρία όταν θα επιστρέψει στην Κύπρο».

Φόβοι για ΑΚΕΛ και Μόσχα

Έγγραφο της 23ης Ιουλίου που αναλύει γενικότερα τις βρετανικές θέσεις, απορρίπτει την πλήρη δέσμευση έναντι του Μακαρίου «αν δεν μπορέσει να αποκατασταθεί μακροπρόθεσμα στην Κύπρο». Από την άλλη, αναφέρει το έγγραφο, ούτε και πρέπει να αποθαρρυνθεί ο Μακάριος διότι αυτό θα δημιουργούσε τον κίνδυνο «στενότερης συνεργασίας με το ΑΚΕΛ και μεγαλύτερης εμπλοκής της Σοβιετικής Ένωσης στην Ανατολική Μεσόγειο». Το πραξικοπηματικό καθεστώς, συνεχίζει το έγγραφο, «φαίνεται ότι είναι προέκταση του καθεστώτος των Ελλήνων συνταγματαρχών. Ο νεοανακηρυχθείς πρόεδρος είναι ιδιαίτερα απαίσιο πράγμα. Μπορεί να ανακηρύξει την Ένωση. Αλλά μπορεί να τα καταφέρει να επιβληθεί και στο τέλος μπορεί να υποχρεωθούμε να συνεργασθούμε μαζί του για να διατηρήσουμε τις κυρίαρχες βάσεις».


Από την πρώτη μέρα της εισβολής, όμως, η βρετανική κυβέρνηση έδωσε την εντύπωση, όπως κρίνεται από τα έγγραφα, ότι ξαφνιάστηκε από την έκταση και τη βιαιότητα της. Από ενωρίς το πρωί της 20ης Ιουλίου ο Κάλαχαν κάλεσε τον Τούρκο πρεσβευτή από τον οποίο ζήτησε «άμεσο τερματισμό των εχθροπραξιών» και τον Έλληνα επιτετραμμένο στον οποίο είπε ότι «το ελληνικό καθεστώς φέρει ευθύνη για την όλη κατάσταση που οδήγησε στην εισβολή».

Επίσης, κάλεσε Αγκυρα και Αθήνα να στείλουν αντιπροσώπους τους για συνομιλίες στο Λονδίνο. Στις 3 το απόγευμα της ίδιας μέρας συνήλθε το μικρό Υπουργικό Συμβούλιο. Σε έκθεση του ο Κάλαχαν είπε ότι εξέφρασε την «έντονη αποδοκιμασία του για την επέμβαση». Ανάμεσα στα μέτρα που λήφθηκαν ήταν και η ενίσχυση των στρατευμάτων στην Κύπρο για προστασία των βάσεων.

Ο ρόλος της Ουάσινγκτον

Έγγραφο για τη διάσκεψη της Γενεύης αναφέρεται σε τηλεφωνική επικοινωνία του Κάλαχαν με τον Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ στις 13 Αυγούστου όπου ο Βρετανός υπουργός παρουσιάζεται εξοργισμένος με τη στάση του Τούρκου ομολόγου του, Γκιουνές, διότι δεν απεδέχθη πρόταση όπως ο Κληρίδης και ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών Γεώργιος Μαύρος διαβουλευθούν με τους συνεργάτες τους σχετικά με την εισήγηση του ιδίου, [του Κάλαχαν] για συμφωνία δυο ζωνών, μιας για τους Ελληνοκυπρίους και μιας για τους Τουρκοκυπρίους και επανέλθουν στη Γενεύη την επομένη. Ο Γκιουνές απαιτούσε όπως Κληρίδης και Μαύρος αποδεχθούν την πρόταση και μετά να διαβουλευθούν. Ο Κάλαχαν ζήτησε από τον Κίσινγκερ να επικοινωνήσει με τον Ετζεβίτ πράγμα που υπεσχέθη να κάνει ο Αμερικανός υπουργός αλλά, όπως είναι γνωστό, ακολούθησε ο δεύτερος γύρος της εισβολής.

Σε συνάντηση του Μακαρίου με τον Κάλαχαν στις 9 Σεπτεμβρίου ο Βρετανός υπουργός τάχθηκε αναφανδόν και με σκληρή γλώσσα υπέρ της γεωγραφικής ομοσπονδίας λέγοντας στον Αρχιεπίσκοπο ότι στόχος του στις νέες συνθήκες θα έπρεπε να είναι ο περιορισμός της υπό τον τουρκικό έλεγχο περιοχής.

Σε σχέση με το πραξικόπημα στην Κύπρο τα έγγραφα παρουσιάζουν τη βρετανική κυβέρνηση γνήσια ενοχλημένη με ανάλογες δηλώσεις αλλά σε κρίσιμα σημεία φαίνεται αιχμαλωτισμένη στην Ουάσινγκτον.

Όταν στις 18 Ιουλίου ο Κίσινγκερ με μήνυμα του επέκρινε με αυστηρές παρατηρήσεις τη βρετανική πλευρά για το ότι είχε ετοιμάσει ένα προσχέδιο ψηφίσματος για το Συμβούλιο Ασφαλείας υπέρ του Μακαρίου και εναντίον των Ελλήνων αξιωματικών, ο Κάλαχαν απάντησε σε απολογητικό ύφος φθάνοντας στο σημείο να πει ότι εγκαταλείπεται η προσπάθεια.

Εξάλλου έγγραφο της 16ης Αυγούστου αναφέρεται σε πληροφορίες ότι η ελληνική κυβέρνηση μελετούσε την αποστολή, σε σχηματισμό νηοπομπής, από την Κρήτη στην Κύπρο, μιας μεραρχίας και ότι το Λονδίνο και η Ουάσινγκτον προειδοποίησαν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή ότι ήταν εναντίον μιας τέτοιας ενέργειας και δεν ήσαν διατεθειμένοι να εγγυηθούν αεροπορική προστασία έναντι της τουρκικής αεροπορίας.

in.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.