29/1/13

ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΤΗΣ ΚΑΓΚΕΛΑΡΙΟΥ

Βασίλης Βιλιάρδος
Η χρησιμοποίηση της κρίσης για την επιβολή των νεοφιλελεύθερων αλλαγών στην ΕΕ, οι οποίες δεν είναι επιθυμητές ούτε από το λαό, ούτε από την πλειοψηφία των πολιτικών κομμάτων – με γρήγορο ρυθμό, πριν προλάβουν να συνέλθουν οι πολίτες από το σοκ

Μέσω των έντονων διαρθρωτικών επεμβάσεων στον ευρωπαϊκό Νότο, έχει τεθεί ουσιαστικά σε λειτουργία η διαδικασία της κατάλυσης του εναπομένοντος κοινωνικού κράτους της ΕΕ. Η «κατεδάφιση» αυτή έχει ήδη προηγηθεί στη δυτική, καθώς επίσης στην ανατολική Ευρώπη - μέσω της εκποίησης των κοινωφελών δημοσίων επιχειρήσεων, η οποία εξυπηρετεί κυρίως την «πάταξη» του συνδικαλισμού (η διαφθορά, καθώς επίσης η γενικότερη «αμετροέπεια» αρκετών συνδικαλιστών, μάλλον διευκολύνει την όλη διαδικασία).

Εάν η πολιτική λιτότητας συνεχισθεί έως το 2014/15, παρά τις λαϊκές αντιδράσεις, εκβάλλοντας νομοτελειακά σε μία αντιστροφή της τάσης, σε μία νέα ανάπτυξη δηλαδή, τότε ο θάνατος της σοσιαλδημοκρατίας, καθώς επίσης των εργατικών συνδικάτων, θα είναι τέλειος - ενδεχομένως ολοκληρωτικός”.

Ανάλυση

Θα επιθυμούσαμε να κάνουμε κριτική στην ελληνική πολιτική, στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση, εμπλουτισμένη με οικονομικές προτάσεις εξόδου της πατρίδας μας από την παγίδα του χρέους – κυρίως επειδή με τη βοήθεια της παγίδας αυτής πρόκειται να επιβληθεί στην Ελλάδα η νεοφιλελεύθερη πολιτική, να λεηλατηθεί ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας, να αποκρατικοποιηθεί η εξουσία, καθώς επίσης να μετατραπεί σε προτεκτοράτο των δανειστών της.

Εν τούτοις, οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται δυστυχώς από την πολιτική της χώρας μας – χωρίς να εξαιρούμε την αξιωματική αντιπολίτευση, την (δήθεν) «αριστερά» παράταξη δηλαδή, αφού είμαστε ουσιαστικά αντιμέτωποι με έναν «μονοδιάστατο δικομματισμό», ο οποίος υπηρετεί αφενός μεν ιδιοτελή κομματικά συμφέροντα, αφετέρου ατομικές φιλοδοξίες. 

Θεωρούμε προτιμότερο λοιπόν να επικεντρωθούμε στην κριτική της κυβέρνησης εκείνης της χώρας, η οποία «κινεί τα νήματα» στην Ευρώπη – με τη βοήθεια πληροφοριών Γερμανών συναδέλφων μας, οι οποίοι έχουν καλύτερη εικόνα της πολιτικής που ακολουθείται στην πατρίδα τους, από την καγκελάριο τους (η κ.Merkel φαίνεται πως, μεταξύ άλλων, «χειραγωγεί» αρκετά ΜΜΕ - αφού τα εκλογικά αποτελέσματα είναι συνήθως αντίθετα από τις δημοσκοπήσεις, στις οποίες θριαμβεύει).    

Σύμφωνα λοιπόν με τις «αντιλήψεις» που επικρατούν σήμερα στη Γερμανία, όλοι οι ηγέτες είναι υπέρ τη ανάπτυξης. Εν τούτοις, οφείλουμε να είμαστε πολύ προσεκτικοί, όταν οι νεοφιλελεύθεροι πολιτικοί τεκμηριώνουν τις αποφάσεις τους, με στόχο τη μεγαλύτερη ανάπτυξη – επειδή, για τους ίδιους, η ανάπτυξη είναι συνώνυμη με την «καθαίρεση» του κοινωνικού κράτους, ενώ δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την ευημερία των ανθρώπων. 

Ειδικά όσον αφορά την καγκελάριο, τη φημισμένη πλέον «βερολινέζα νοικοκυρά», σπάνια αναφέρεται δημόσια ή/και καθαρά σε αυτά που πραγματικά πιστεύει, σχετικά με την οικονομία. Αναγκαστικά λοιπόν οι επικριτές της αναζητούν την ιδεολογική βάση, επάνω στην οποία στηρίζει τις αποφάσεις της – αποφάσεις που αφορούν καταρχήν τη Γερμανία και στη συνέχεια ολόκληρη την Ευρώπη.

Μία πρώτη απάντηση εδώ, σε σχέση με την ιδεολογική της βάση, θα μπορούσε να δώσει το παρακάτω απόσπασμα της κυβερνητικής της ανακοίνωσης, κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας του συμφώνου δημοσιονομικής σταθερότητας και του ESM. Λέει λοιπόν η κ. Merkel:

Κοιτάξτε – εάν μου επιτρέπετε να το αναφέρω ξανά: Ο πλανήτης έχει πλέον 7 δισεκατομμύρια κατοίκους. Όλοι επιθυμούν να ζήσουν όσο το δυνατόν καλύτερα. Όταν ο Adenauer αγόρευε στη Βουλή, ο παγκόσμιος πληθυσμός ήταν μόλις 2,5 δισεκατομμύρια – ενώ εμείς οι Ευρωπαίοι 500 εκατομμύρια. Σήμερα, εμείς οι Ευρωπαίοι είμαστε ακόμη 500 εκατομμύρια, ενώ αποτελούμε το 8,7% του συνολικού πληθυσμού του πλανήτη. Παράγουμε το 25% του παγκόσμιου ΑΕΠ και δαπανάμε το 50% περίπου, από όσο ξοδεύει ολόκληρος ο πλανήτης για κοινωνικές παροχές.

Εάν θέλουμε να διατηρήσουμε αυτό το κοινωνικό μοντέλο, το κράτος πρόνοιας δηλαδή, στο οποίο πιστεύουμε όλοι, περισσότερο ή λιγότερο, με διάφορες παραλλαγές, εάν θέλουμε να πολεμήσουμε για την ελεύθερη οικονομία με κοινωνικό πρόσωπο, τότε θα πρέπει να καταλάβουμε το εξής: Δεν πρόκειται να εξασφαλίσουμε την ευημερία της χώρας μας και της Ευρώπης, χωρίς την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας.

Η ανταγωνιστικότητα δεν είναι αυτοσκοπός. Η ανταγωνιστικότητα δεν σημαίνει τίποτα άλλο από το ότι, οι επιχειρήσεις μας πρέπει να είναι σε θέση να πουλούν τα εμπορεύματα τους στο εξωτερικό: αυτοκίνητα της VW ή άλλων βιομηχανιών, χημικά προϊόντα και πολλά άλλα. Αυτό σημαίνει ανταγωνιστικότητα”.

ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΕΠΙΚΡΙΤΕΣ ΤΗΣ ΚΑΓΚΕΛΑΡΙΟΥ

Σύμφωνα τώρα με τους επικριτές της κυρίας Merkel (είναι μεγάλο λάθος να ταυτίζουμε τη χώρα με τη νεοφιλελεύθερη, μερκαντιλίστρια καγκελάριο, μάλλον πρωσικών και εξτρεμιστικά «προτεσταντικών» αντιλήψεων ή/και να κατηγορούμε «συλλήβδην» τους Γερμανούς), στην εποχή του Adenauer, το 1950, ο μέσος μισθός ενός Γερμανού εργαζόμενου ήταν 1,24 ΓΜ την ώρα – με τα οποία μπορούσε να αγοράσει τότε λιγότερα από μισή δωδεκάδα μήλα ή αυγά.

Το γεγονός ότι, ο πληθυσμός της Ευρώπης από τότε δεν έχει αυξηθεί σημαντικά, δεν έχει κανένα ιδιαίτερα αρνητικό αντίκτυπο - όσον αφορά τουλάχιστον τη σημερινή μας ευημερία. Αντίθετα, ο μέσος μισθός των εργαζομένων στη Γερμανία, μεταξύ των ετών 1950 και 1990, έχει υπερτετραπλασιαστεί – με αποπληθωρισμένα μεγέθη. Η αιτία αυτής της εξέλιξης ήταν η τεχνολογική πρόοδος, η υγιής ανάπτυξη, καθώς επίσης η ελεύθερη αγορά, με κοινωνικό πρόσωπο – το κράτος πρόνοιας, σαν ένα οικονομικοπολιτικό σύστημα.

Μόλις μετά το 1990, όταν δηλαδή επικράτησε ο μετασχηματισμός της κοινωνικής, φιλελεύθερης αγοράς, στη νεοφιλελεύθερη εκδοχή της, σταμάτησε να αυξάνεται το πραγματικό μέσο εργατικό εισόδημα στη Γερμανία – ενώ συνέχισε να αυξάνεται σε ορισμένες άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Για παράδειγμα, εάν είχαν αυξηθεί οι μισθοί στη Γερμανία ανάλογα με αυτούς στη Δανία, η αμοιβή του μέσου Γερμανού εργαζόμενου θα ήταν σήμερα κατά 380 € υψηλότερη. 

Περαιτέρω, δεν τεκμηριώνεται σε καμία περίπτωση ο ισχυρισμός ότι, η αύξηση του βιοτικού επιπέδου μίας χώρας έχει σχέση με το μέγεθος της εκάστοτε Οικονομίας ή/και με δημογραφικές εξελίξεις – με την αύξηση ή με τη μείωση του πληθυσμού δηλαδή.

Αντίθετα, είναι αποδεδειγμένο από τη επιστήμη το ότι, η αύξηση του βιοτικού επιπέδου προκαλεί μείωση των γεννήσεων. Εάν λοιπόν η συνολική παγκόσμια οικονομία είχε την εποχή του Adenauer το βιοτικό και εκπαιδευτικό επίπεδο, καθώς επίσης το κοινωνικό σύστημα της Ευρώπης, ο πληθυσμός του πλανήτη μας δεν θα είχε πιθανότατα αυξηθεί – θα παρέμενε στα 2,5 δις.

Συνεχίζοντας, είναι αναπόφευκτο από μαθηματικής πλευράς το γεγονός ότι σε έναν πλανήτη, στον οποίο το βιοτικό επίπεδο οφείλει να εξισωθεί, υπαγόμενο στον κανόνα των συγκοινωνούντων δοχείων, εκείνα τα κράτη, τα οποία υστερούν, θα έχουν μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης από τα υπόλοιπα – τα ήδη ανεπτυγμένα. Αυτό οφείλουν να το γνωρίζουν οι Γερμανοί πολίτες περισσότερο από κάθε άλλο λαό.

Ειδικότερα, μόνο μεταξύ των ετών 1951 και 1958 (όπου διαγράφηκε μεγάλο μέρος των χρεών της Γερμανίας, μειώθηκαν τα επιτόκια και συνδέθηκε η πληρωμή των υπολοίπων οφειλών της με την αύξηση των εξαγωγών), η χώρα πέτυχε καθαρούς (αποπληθωρισμένους) ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 8,26% - με αποτέλεσμα να μειώσει τη διαφορά του βιοτικού επιπέδου της (το οποίο κατέρρευσε μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο), από τους γείτονες της.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 λοιπόν το βιοτικό επίπεδο της Γερμανίας έφτασε το αντίστοιχο της Μ. Βρετανίας – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι, οι Βρετανοί ζούσαν χειρότερα, αφού και εκεί αυξανόταν το μέσο εισόδημα των εργαζομένων (αν και με χαμηλότερο ρυθμό).

Η εξέλιξη αυτή στη Βρετανία διακόπηκε μετά την άνοδο της κυρίας Thatcher και του νεοφιλελευθερισμού στην εξουσία – όπως συνέβη και στις Η.Π.Α., υποχρεώνοντας τους εργαζομένους να υπερχρεωθούν, για να καλύψουν τη διαφορά (γεγονός που μας οδήγησε στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007). Ο Πίνακας Ι που ακολουθεί είναι χαρακτηριστικός:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Εξέλιξη δημοσίου χρέους των Η.Π.Α. σε τρις $, Δημόσιο χρέος σε ποσοστά του ΑΕΠ, έλλειμμα (πλεόνασμα) σε τρις $

Έτος
Δημόσιο Χρέος
Δημόσιο Χρέος/ΑΕΠ
Έλλειμμα




1981
1,0
32,5%
-0,08
1985
1,8
43,8%
-0,21
1990
3,2
55,9%
-0,22
1995
4,9
67,0%
-0,16
2000
5,6
57,3%
+0,24
2005
7,9
63,5%
-0,32
2009
11,9
83,4%
-1,41
2010*
13,8
94,0%
-1,42
2011*
15,1
100,0%
-1,27
* Πρόβλεψη της αμερικανικής κυβέρνησης
Πηγή: Spiegel
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Σημείωση: Το χρέος των νοικοκυριών στη χώρα πλησιάζει τα 14 τρις $ (100% του ΑΕΠ), ενώ έχει 20πλασιασθεί, σε σχέση με τη δεκαετία του ’70. 

Από τον Πίνακα Ι τεκμηριώνονται, μεταξύ άλλων, τα καταστροφικά αποτελέσματα της εφαρμογής του νεοφιλελευθερισμού, του κυρίαρχου δόγματος καλύτερα του μονοπωλιακού καπιταλισμού, στις Η.Π.Α. - από τον τότε πρόεδρο Ronald Reagan, για τον οποίο το κράτος δεν αποτελούσε τη λύση για τα προβλήματα, αλλά ήταν το ίδιο πρόβλημα (ως γνωστό, «απελευθέρωσε» τις αγορές, άνοιξε τα κλειστά επαγγέλματα, αποκρατικοποίησε ακόμη και τις κοινωφελείς επιχειρήσεις, ενίσχυσε τα μέγιστα το Κεφάλαιο, το οποίο σήμερα προσπαθεί να διαφύγει στην Ασία από την «έξοδο κινδύνου», μείωσε τους ανώτατους φορολογικούς συντελεστές από το 70% στο 28% κλπ.).

Στην εποχή του δόθηκε τεράστια σημασία στον τραπεζικό κλάδο, ο οποίος διπλασίασε έκτοτε την κερδοφορία του – ενώ πριν τη χρηματοπιστωτική κρίση, το 40% των κερδών όλων των αμερικανικών επιχειρήσεων προερχόταν από τον τραπεζικό τομέα.

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ

Επιστρέφοντας στην καγκελάριο, όπως φαίνεται, δεν έχει ακόμη κατανοήσει την παγκοσμιοποίηση. Ειδικότερα, εάν κανείς συμπεράνει πως οι διαφορές του βιοτικού επιπέδου σε παγκόσμια βάση θα εξισωθούν, είναι προφανώς αναπόφευκτο το ότι, οι πιο αδύναμες περιοχές του πλανήτη θα έχουν μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης, σε σχέση με τις πιο πλούσιες.

Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι αρνητικό για τη Γερμανία, δεν αποτελεί δηλαδή μειονέκτημα για την ίδια, η προοπτική αύξησης του ρυθμού ανάπτυξης των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης ή της Ασίας – εκτός εάν η κυρία Merkel διακατέχεται από συναισθήματα κακεντρέχειας, φθόνου ή μισαλλοδοξίας ή εάν επιθυμεί να αναπτύσσεται εις βάρος των άλλων, απολαμβάνοντας «σαδιστικά» όχι την ευημερία της πατρίδας της, αλλά την οδύνη και τα βάσανα των υπολοίπων.

Αυτό που είναι σημαντικό, αποφασιστικό καλύτερα για τη Γερμανία, είναι η σταθερή αύξηση του δικού της βιοτικού επιπέδου, σε απόλυτα και όχι σε σχετικά μεγέθη – ποσοτικά και όχι ποσοστιαία. Για παράδειγμα, εάν οι ρυθμοί ανάπτυξης της Κίνας είναι πολύ πιο υψηλοί από αυτούς της Γερμανίας, δεν σημαίνει ότι μειώνεται το βιοτικό επίπεδο των Γερμανών – όπως φαίνεται ότι θέλει να πιστέψουμε η καγκελάριος. Αντίθετα, εάν κανείς παρατηρήσει τους αριθμούς σε απόλυτα μεγέθη, θα διαπιστώσει ότι η αύξηση της παγκόσμιας οικονομίας ωφελεί, αργά ή γρήγορα, όλα τα επί μέρους κράτη.

Ειδικότερα, για τους ανθρώπους είναι εντελώς αδιάφορο το σχετικό, το συγκριτικό μέγεθος του «κομματιού της πίτας» - αυτό δηλαδή που κατέχει το κράτος τους, η οικονομία της χώρας τους, στην «παγκόσμια πίτα». Αποφασιστικό για τους ανθρώπους είναι το απόλυτο μέγεθος του - το πόσο μεγάλο είναι καλύτερα και σε πόσους μοιράζεται.

Μελλοντικά, το ευρωπαϊκό «κομμάτι της πίτας» θα είναι πιθανότατα μεγαλύτερο σε απόλυτα μεγέθη, αλλά συγκριτικά μικρότερο σε σχέση με το «παγκόσμιο κομμάτι της πίτας» - αφού η πίτα θα μεγαλώνει συνολικά. Το 1950, το μερίδιο της δυτικής Ευρώπης στην παγκόσμια οικονομία ήταν 26,3% - το 1998 μόλις 20,6%. Εν τούτοις, κανένας δεν συμπεραίνει ανόητα από τα νούμερα αυτά πως το βιοτικό μας επίπεδο ήταν χαμηλότερο το 1998, σε σχέση με το 1950 – ότι ζούμε δηλαδή σήμερα χειρότερα από το 1950. 

Ασφαλώς, το μερίδιο του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, σε σχέση με το παγκόσμιο, είναι σήμερα μικρότερο. Εν τούτοις, επειδή το μέγεθος της «παγκόσμιας πίτας» είναι σημαντικά μεγαλύτερο, το μερίδιο μας σε απόλυτα νούμερα, το ευρωπαϊκό «κομμάτι της πίτας» δηλαδή, είναι πολύ πιο υψηλό.

Το ότι αρκετοί Ευρωπαίοι, κυρίως δε οι Γερμανοί πολίτες, έλαβαν δυστυχώς μικρότερο «κομμάτι της ευρωπαϊκής ή της γερμανικής πίτας» τις δύο τελευταίες δεκαετίες, δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης των αδύναμων οικονομιών της περιφέρειας. Αντίθετα, έχει άμεση σχέση με την λιγότερο δίκαια αναδιανομή των εισοδημάτων – με το μοίρασμα λοιπόν του δικού μας «κομματιού πίτας», μεταξύ μας.

Η επέλαση του νεοφιλελευθερισμού ήταν ουσιαστικά η αιτία, σύμφωνα με την οποία οι πλούσιοι λάμβαναν όλο και μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας, ενώ οι φτωχοί όλο και μικρότερο – γεγονός που σημαίνει ότι, το πρόβλημα οφείλεται σε εμάς, είναι εθνικό και προέρχεται από τους δικούς μας μηχανισμούς αναδιανομής.

Εάν η κυρία Merkel βρίσκει προβληματικό το ότι, η Ευρώπη έχει σχετικά μικρότερο μερίδιο (όχι απόλυτα) στην παγκόσμια οικονομία, τότε σημαίνει πως αυτό που την ενδιαφέρει δεν είναι οι άνθρωποι στην ήπειρο μας αλλά, αποκλειστικά και μόνο, η «συγκριτική» ισχύς των εθνικών κρατών και της «εθνικιστικής» Ευρώπης – γεγονός που κινεί τη υποψία ότι, η καγκελάριος θέλει να μετατρέψει το σύστημα της Ευρώπης σε έναν κρατικό καπιταλισμό, αντίστοιχο ενδεχομένως του κινεζικού ή του «εθνικοσοσιαλιστικού» παρελθόντος. 

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ MERKEL

Χωρίς καμία αμφιβολία, σε έναν πλανήτη που (ευχόμαστε να) ευημερεί συνεχώς περισσότερο και στον οποίο οι υπόλοιπες περιοχές, από την Ασία έως την Αφρική, μειώνουν την απόσταση τους από το δικό μας βιοτικό επίπεδο, περιορίζεται το προβάδισμα, καθώς επίσης η πολιτική ισχύς της Ευρώπης.

Εάν λοιπόν κάποια στιγμή τόσο η Κίνα, όσο και η Ινδία φτάσουν το δικό μας επίπεδο, εάν καταφέρουν δηλαδή να έχουν το ίδιο κατά κεφαλή ΑΕΠ (κάτι μάλλον απίθανο), η Ευρώπη θα πάψει να έχει τη σημερινή πολιτική ισχύ – αφού ο πληθυσμός των δύο αυτών χωρών είναι κατά πολύ μεγαλύτερος.

Θα ήταν όμως τόσο προβληματικό για εμάς τους Ευρωπαίους; Ο άνθρωπος, το άτομο καλύτερα, καθορίζεται από τη δική του ευημερία – σε καμία περίπτωση από το κατά πόσον το δικό του βιοτικό επίπεδο είναι υψηλότερο, από αυτό του γείτονα του. Όπως φαίνεται όμως, η καγκελάριος επιθυμεί να διατηρήσει η Ευρώπη το προβάδισμα της, σε σχέση με όλους τους άλλους λαούς – ενώ αδιαφορεί για τις ανθρώπινες θυσίες που απαιτούνται, με στόχο να διατηρηθεί η ηγεμονία της στον πλανήτη.

Για να το πετύχει λοιπόν είναι πρόθυμη να επιβάλει μία οικονομική πολιτική, η οποία δεν στηρίζεται στην αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης, αλλά στη μείωση του. Διαφορετικά δεν είναι δυνατόν να εξηγηθεί η (εγκληματική) πολιτική λιτότητας, την οποία υποστηρίζει με όλες τις δυνάμεις της.

Ουσιαστικά δε η καγκελάριος, με αυτήν την μερκαντιλιστική πολιτική, θέλει να μειώσει τις εισαγωγές μας και να αυξήσει τις εξαγωγές – αφενός μεν εις βάρος των πολιτών της Γερμανίας και της Ευρώπης (αφού η μείωση των εισαγωγών απαιτεί περιορισμό των μισθών - γεγονός που προϋποθέτει με τη σειρά του την αύξηση της ανεργίας, αφού διαφορετικά δεν μειώνονται οι μισθοί), αφετέρου εναντίον των χωρών του υπολοίπου πλανήτη. 

Για την κ.Merkel η ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης είναι απόλυτα συνδεδεμένη με τους μισθούς των εργαζομένων της – οι οποίοι πρέπει να μειωθούν σε επίπεδα ανάλογα με τις υπόλοιπες περιοχές του πλανήτη (κατά προτίμηση δε να είναι χαμηλότεροι από τους μισθούς στην Κίνα). Από οικονομικής πλευράς όμως, η συγκεκριμένη επιδίωξη είναι εντελώς παρανοϊκή.

Ειδικότερα, ποιος θα αγοράζει τότε τα προϊόντα μας, καθώς επίσης τα εμπορεύματα άλλων χωρών, όταν η ζήτηση καταρρεύσει, σαν αποτέλεσμα την κατακόρυφης πτώσης των εισοδημάτων; Φυσικά η καγκελάριος επιθυμεί να αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό η ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, κυρίως βέβαια των γερμανικών, έτσι ώστε να μπορούν να πωλούνται τα προϊόντα τους στο εξωτερικό – όπως ακριβώς πρεσβεύει ο οικονομικός μερκαντιλισμός των προηγουμένων αιώνων, καθώς επίσης ο σύγχρονος γερμανικός. Είναι όμως λογικό κάτι τέτοιο;

Είναι σε θέση μία ήπειρος, όπως η δική μας, να ζήσει εις βάρος όλων των άλλων, περιορίζοντας τις εισαγωγές και αυξάνοντας τις εξαγωγές της; Θα ήταν κάτι τέτοιο ανεκτό από άλλες ισχυρές χώρες, όπως οι Η.Π.Α., η Κίνα, η Ρωσία, η Βραζιλία και οι υπόλοιπες; Δεν μπορεί να καταλάβει αλήθεια το αυτονόητο η κ. Merkel; Πως είναι δυνατόν να τοποθετείται φραστικά (δήθεν) υπέρ της εθνικής ανταγωνιστικότητας και να εφαρμόζει πρακτικά την εθνικιστική «παραλλαγή» της;

Εντελώς ανόητες είναι φυσικά και οι αναφορές της, σύμφωνα με τις οποίες ”Η Ευρώπη κατέχει το 50% των συνολικών κοινωνικών δαπανών στον πλανήτη”. Τι θέλει να μας πει και τι επιδιώκει αλήθεια με αυτή τη σύγκριση; Οι κοινωνικές δαπάνες, το κράτος πρόνοιας δηλαδή που οικοδομήσαμε, δεν είναι σε καμία περίπτωση ανταγωνιστικό μειονέκτημα. Καθαρά από οικονομικής πλευράς, πρόκειται για ένα σύστημα αναδιανομής εισοδημάτων με το οποίο, μεταξύ άλλων, επιτυγχάνεται η αύξηση της ζήτησης.

Όταν λοιπόν η καγκελάριος αναφέρεται σε αυτούς τους αριθμούς, ισχυριζόμενη ότι πρέπει να γίνουμε ανταγωνιστικότεροι, έτσι ώστε να προστατεύσουμε την οικονομία της αγοράς με κοινωνικό πρόσωπο (σοσιαλδημοκρατία), έχει κάτι κοινό με το γνωστό μας «1984» του Orwell, σύμφωνα με το οποίο: ο πόλεμος είναι ειρήνη, η ελευθερία είναι σκλαβιά, η άγνοια είναι δύναμη – στην περίπτωση της καγκελαρίου, «το κοινωνικό κράτος πρέπει να καταστραφεί, για να μπορέσει να επιβιώσει, να διατηρηθεί»!    

Ολοκληρώνοντας, φαίνεται ότι ο κόσμος της Merkel είναι ο κόσμος της «άμετρης» ανταγωνιστικότητας – στον οποίο προηγείται και κερδίζει αυτός που παράγει όσο το δυνατόν φθηνότερα. Στον κόσμο της Merkel δεν υπάρχει ο όρος της Ζήτησης – της είναι αδιάφορο το ποιος θα αγοράζει τα εμπορεύματα που θα παράγονται φθηνά. Στον κόσμο της Merkel δεν έχει καμία σημασία η ευημερία των εργαζομένων – αντίθετα, επειδή οι μισθοί των εργαζομένων από τη μία πλευρά, είναι κόστος των εργοδοτών από τη άλλη, η συλλογική ευημερία είναι μάλλον προβληματική.

Στον κόσμο της Merkel πρέπει το εκάστοτε άτομο, σαν μονάδα, να περιορίζει το βιοτικό του επίπεδο, έτσι ώστε να αυξάνεται η πολιτική ισχύς του συνόλου. “Εσύ είσαι ένα μηδενικό, είσαι εντελώς αδιάφορος” λέει η καγκελάριος σε όλους τους Γερμανούς, καθώς επίσης στους Ευρωπαίους συνεχίζοντας “Το έθνος μας, η φυλή μας είναι το παν”. Δεν είναι εντελώς παρανοϊκός και δεν μας οδηγεί σε έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο ο κόσμος της Merkel; 

Η ΕΥΡΩΠΗ ΣΗΜΕΡΑ

Από ευρωπαϊκής πλευράς τώρα, κατά την άποψη μας και με δεδομένο το ότι, η επιστροφή στην ανάπτυξη πολλών χωρών το 2014/15 δεν θα είναι καθόλου δύσκολη, μετά από τόσα χρόνια ύφεσης, οι πιθανότητες να συμβεί πράγματι κάτι τέτοιο δεν είναι αμελητέες – επιβεβαιώνοντας τις προσδοκίες και επιβραβεύοντας άδικα την πολιτική της Γερμανίδας καγκελαρίου.

Από την άλλη πλευρά βέβαια, στα πλαίσια της όλης «διαδικασίας εξυγίανσης», οι ρωγμές που έχουν προκληθεί στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα είναι αρκετά επικίνδυνες - με αποτέλεσμα να είναι μάλλον αβέβαιο το μέλλον του. Η μεγαλύτερη απειλή δε είναι, χωρίς καμία αμφιβολία, η ανεργία - ειδικά η ανεργία των νέων. Παράλληλα, δεν έχουν καθόλου ομαλοποιηθεί οι ευρωπαϊκές ασυμμετρίες, ενώ η Ευρωζώνη συνεχίζει να είναι ένας μη άριστος νομισματικός χώρος.  

Επί πλέον, όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι, η Ευρώπη είναι «διαμελισμένη» σε πάρα πολλά «ασύμμετρα» κομμάτια, τα οποία επιδεινώνουν ακόμη περισσότερο τις προοπτικές της:

ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Οι επί μέρους περιοχές της Ευρώπης, ο ρυθμός ανάπτυξης (αύξησης ή μείωσης του ΑΕΠ) την περίοδο 2011-12 σε ποσοστά (%), το ποσοστό ανεργίας το Σεπτέμβρη του 2012 και η εξέλιξη, επίσης σε ποσοστά, των πραγματικών αμοιβών των εργαζομένων (2011-12)   

Περιοχή
Χώρα
Ρυθμός ανάπτυξης (%)
Ανεργία (%)
Εξέλιξη πραγ. Αμοιβών (%)






Ευρωζώνη (17)
-0,4
11,6
-0,1

ΕΕ (27)
-0,3
10,6
-0,1






Αυστρία
0,8
4,4
0,5

Βέλγιο
-0,2
7,4
0,5
Πυρήνας
Φιλανδία
0,1
7,9
0,2
της
Γαλλία
0,2
10,8
0,2
ΕΕ
Γερμανία
0,8
5,4
1,0

Λουξεμβούργο
0,4
5,2
-0,4

Ολλανδία
-0,3
5,4
-0,3











Ελλάδα
-6,0
25,4
-7,8
Περιφέρεια
Ιρλανδία
0,4
15,1
-1,2

Ιταλία
-2,3
10,8
-1,4

Πορτογαλία
-3,0
15,7
-5,1

Ισπανία
-1,4
25,8
-1,8











Κύπρος
-2,3
12,2
-3,7

Εσθονία
2,5
10,0
0,9
Νέες χώρες
Μάλτα
1,0
6,4
-1,3
Ευρωζώνης
Σλοβακία
2,6
13,9
-2,1

Σλοβενία
-2,3
8,4
-2,2










Βόρειες
Δανία
0,6
8,3
-0,5
χώρες
Σουηδία
1,1
7,8
1,9
εκτός
Μ. Βρετανία
-0,3
7,8
-0,2
Ευρωζώνης










Βουλγαρία
0,8
12,4
2,1

Κροατία
-1,9
15,2
-1,9
Ανατολικές
Τσεχία
-1,3
6,8
-0,5
χώρες
Ουγγαρία
-1,2
10,6
-1,2
εκτός
Λετονία
4,3
15,9
0,5
Ευρωζώνης
Λιθουανία
2,9
12,9
0,1

Πολωνία
2,4
10,1
0,3

Ρουμανία
0,8
7,1
0,9
Πηγή: Eurostat, Ameco (11/2012)
Πίνακας: Β.Βιλιάρδος

Από τον Πίνακα Ι συμπεραίνουμε πως η Ευρώπη είναι ήδη διαχωρισμένη σε πολλές περιοχές, με διαφορετικά οικονομικά μεγέθη και προοπτικές – ενώ φαίνεται καθαρά ότι, οι χώρες της περιφέρειας της Ευρωζώνης αντιμετωπίζουν τα μεγαλύτερα προβλήματα.

Μεταξύ αυτών, στην Ελλάδα διαπιστώνονται οι υψηλότερες μειώσεις των πραγματικών αμοιβών των εργαζομένων της, παράλληλα με τρομακτικά επίπεδα ανεργίας, ίσα με αυτά της Ισπανίας.

Με κριτήριο τώρα τα συγκεκριμένα μεγέθη, η επόμενη «αναζωπύρωση» της κρίσης (η οποία πιθανότατα θα συνοδευθεί από μεγάλες κοινωνικές αναταραχές, ενδεχομένως με αιματηρές εκρήξεις βίας), αφενός μεν θα συμβεί, αφετέρου θα προέλθει είτε από την Ελλάδα, είτε από την Ισπανία - με την Ελλάδα να έχει πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες, εάν δεν πάψει άμεσα να εφαρμόζεται η πολιτική που ακολουθείται.

Η ΚΑΓΚΕΛΑΡΙΟΣ ΣΤΟ ΝΤΑΒΟΣ

Κατά τη διάρκεια του φετινού Νταβός η καγκελάριος, θεωρώντας πως η Γερμανία είναι πλέον ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης της Ευρώπης, έχοντας καταφέρει να ανέλθει στην πρώτη θέση του βάθρου με τη βοήθεια της κρίσης, μίλησε πια ολοκάθαρα και χωρίς κανέναν ενδοιασμό.

Κρίνοντας από αυτά που είπε, θεωρεί χωρίς καμία αμφιβολία την κρίση χρέους της Ευρώπης, της Δύσης καλύτερα, σαν μία μεγάλη ευκαιρία – μία μοναδική συγκυρία, με τη βοήθεια της οποίας θα οδηγήσει ολόκληρη την Ευρώπη, όπως έχει ήδη συμβεί με τη Γερμανία, σε ένα «εξτρεμιστικά» νεοφιλελεύθερο καθεστώς. Ειδικότερα, είπε τα εξής:

Εμείς στην Ευρώπη θέλουμε να εξελίξουμε την οικονομική και νομισματική ένωση, σε μία ένωση σταθερότητας – ενώ είμαστε όλοι εντός της ΕΕ σύμφωνοι. Αυτό είναι το ακριβώς αντίθετο από μία βραχυπρόθεσμη εγχείρηση, στην οποία αναγκάζεται να υποβληθεί κανείς επειγόντως.

Πρόκειται ασφαλώς για έναν μακροπρόθεσμο δρόμο – έναν δρόμο, τα βασικά χαρακτηριστικά του οποίου είναι από τη μία πλευρά οι διαρθρωτικές αλλαγές, με στόχο την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, ενώ από την άλλη η εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών.

Θέλω να τονίσω ακόμη μία φορά εδώ το ότι, για εμένα είναι και τα δύο άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους. Η δημοσιονομική πειθαρχία και η ανάπτυξη είναι βασικά οι δύο όψεις του ενός και μοναδικού νομίσματος, όταν το ζητούμενο είναι η επανάκτηση της εμπιστοσύνης”.

Η ερώτηση που τίθεται αυτόματα εδώ είναι, ποιού ακριβώς την εμπιστοσύνη θέλει να επανακτήσει η κυρία Merkel; Πρόκειται για τη εμπιστοσύνη των ανθρώπων; Μήπως το ζητούμενο είναι η εμπιστοσύνη των αγορών, μία «συμβατή» με το «χρηματοπιστωτικό τέρας» παρωδία της δημοκρατίας;

Μία νέα τάξη πραγμάτων, στην οποία η ελίτ του παγκόσμιου καρτέλ και των τραπεζών θα έχει την απόλυτη εξουσία; Μήπως αυτοί είναι οι κρυφοί εργοδότες της καγκελαρίου και όχι ο γερμανικός λαός που την ψήφισε;

Ένας λαός που θα κληθεί πιθανότατα να πληρώσει ακόμη μία φορά τα τεράστια σφάλματα της ηγεσίας του; Ένας λαός που δεν εμπιστεύεται τον ίδιο τον εαυτό του, φοβούμενος την «αναζωπύρωση» του ναζιστικού παρελθόντος, εάν τυχόν εμφανισθεί ένας αντίστοιχος με το Χίτλερ ηγέτης;   

ΟΙ ΦΟΒΟΙ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

Χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, θεωρούμε πως το παρακάτω δημοσίευμα μίας σοβαρής γερμανικής ηλεκτρονικής εφημερίδας (NDS), από την οποία αντλήσαμε τις απαραίτητες πληροφορίες, σε ελεύθερη μετάφραση, δίνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις απαντήσεις που χρειαζόμαστε. Το δημοσίευμα γράφει, μεταξύ άλλων, τα παρακάτω:

"Όπως είχε πει ο B.Brecht, «Μόνο τα πιο ανόητα μοσχάρια επιλέγουν μόνα τους το χασάπη». Κατ' επέκταση, τα «γερμανικά μοσχάρια», εμείς δηλαδή, πρέπει να είμαστε αρκετά ανόητοι - αφού διαφορετικά δεν μπορούν να εξηγηθούν οι συνεχείς εκλογικές επιτυχίες της κυρίας Merkel, σε μία χώρα που οι άνθρωποι υποφέρουν όλο και πιο πολύ.

Στο σημείο αυτό, όσον αφορά δηλαδή εμάς τους Γερμανούς που ανεχόμαστε από τόσα χρόνια τώρα την πολιτική λιτότητας, τις αμοιβές πείνας, τους φορολογικούς διωγμούς και την κατάλυση του κράτους πρόνοιας στην πατρίδα μας, δεν μπορούν να κάνουν δυστυχώς τίποτα οι Ευρωπαίοι γείτονες μας.

Η Ευρώπη όμως δεν είναι γερμανικό προτεκτοράτο, αλλά μία ένωση εθνικών κρατών, όπου η Γερμανίδα καγκελάριος δεν έχει κανένα θεσμοθετημένο δικαίωμα να επιβάλλει τη δική της πολιτική - όσο μεγάλη και αν είναι η κρίση χρέους.

Εάν, παρ' όλα αυτά, η καγκελάριος συνεχίσει να εγείρει την απαίτηση να διαδραματίσει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ευρώπη, όπως διαβάζουμε μεταξύ άλλων στην ιστοσελίδα της, τότε πρόκειται μάλλον για μία απίστευτη συνθηκολόγηση της λογικής.

Δηλαδή, η καγκελάριος δεν φαίνεται να έχει καταλάβει καθόλου τι σημαίνει Δημοκρατία, έχοντας χαθεί στο λαβύρινθο του «οίστρου» και της «λεκτικής ανισορροπίας» της. Για να μπορέσει να πετύχει τους στόχους της, παίζει το παιχνίδι χέρι-χέρι με την Κομισιόν. Ποιος μπορεί λοιπόν να απορήσει σχετικά με το ότι, όλοι οι Ευρωπαίοι έχουν κουραστεί ήδη από την Ευρώπη;

Μία Ευρώπη, η οποία έχει σαν αποκλειστικό στόχο την κατεδάφιση της Δημοκρατίας, της εθνικής κυριαρχίας και της ίσης συμμετοχής στις αποφάσεις, δεν έχει κανένα μέλλον και κανένα νόημα ύπαρξης.

Εάν λοιπόν επιθυμούν οι Ευρωπαίοι γείτονές μας να σώσουν την Ευρώπη και την ευρωπαϊκή ιδέα, τότε θα πρέπει να απελευθερωθούν από την «κακοποίηση» της καγκελαρίου. Πρέπει να ορθώσουν το ανάστημα τους απέναντι στην Merkel. Έχει φτάσει πλέον το πλήρωμα του χρόνου, η ύστατη στιγμή για να αντιδράσουν".

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Η στρατηγική της καγκελαρίου, την οποία αποκάλυψε ολοκάθαρα στο Νταβός, είναι παρόμοια με αυτήν που γνωρίζουμε από το «Δόγμα του Σοκ» - η χρησιμοποίηση δηλαδή μίας καταστροφής, για την επιβολή των νεοφιλελεύθερων διαρθρωτικών αλλαγών, οι οποίες δεν είναι επιθυμητές ούτε από το λαό, ούτε από την πλειοψηφία της πολιτικής του ηγεσίας. Όλα αυτά με γρήγορο ρυθμό, πριν προλάβουν να συνέλθουν οι άνθρωποι από το σοκ και πριν περάσει η κρίση.

Η ειρωνεία της μοίρας είναι το ότι, η πολιτική αυτή ξεκίνησε από τον σοσιαλιστή προκάτοχο της κ. Merkel – από τον κ. Schroeder ο οποίος, στην ίδια πόλη πριν από 8 χρόνια, στο Νταβός (28.01.2005), είχε πει τα εξής:

«Έπρεπε και καταφέραμε να απελευθερώσουμε την αγορά εργασίας στη χώρα μας, στη Γερμανία. Έχουμε οικοδομήσει μία από τις καλύτερες και τις πλέον χαμηλόμισθες οικονομικές ζώνες στην Ευρώπη».

Σειρά έχουν προφανώς οι υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, οι οποίες πρέπει να οικοδομήσουν τα δικά τους «κρεματόρια» – δηλαδή, ειδικές οικονομικές ζώνες μηδενικής κοινωνικής ασφάλισης και χαμηλού κόστους εργασίας.

Ταυτόχρονα, οι κυβερνήσεις των χωρών-προτεκτοράτων οφείλουν, μάλλον με τη συνδρομή της γερμανικής οικονομικής αστυνομίας, της μυστικής υπηρεσίας και άλλων, να εξαπολύσουν φορολογικούς και άλλους διωγμούς επί δικαίων και αδίκων - φροντίζοντας για τη βίαιη καταστολή των αντιδράσεων των πολιτών, οι οποίοι δεν αποδέχονται τα σχέδια της εξουσίας, επιμένοντας στις γνωστές «ανοησίες»: όπως για παράδειγμα στη δημοκρατία, στην ελευθερία, στη δικαιοσύνη και στην ισότητα.     

Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright)
Αθήνα, 29. Ιανουαρίου 2013
Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι, οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.