29/12/17

Τι ήταν τα ματωμένα Χριστούγεννα του ΄63 στην Κύπρο

Οι συνθήκες για τις διακοινοτικές ταραχές, που ξέσπασαν τον Δεκέμβριο του 1963, είχαν διαμορφωθεί από τις πρώτες μέρες της ανεξαρτησίας, ενώ οι προϋποθέσεις είχαν δημιουργηθεί ήδη από τον καιρό της αποικιοκρατίας. Τότε οι Βρετανοί φρόντιζαν να φέρνουν σε αντιπαράθεση Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους.
Η τουρκοκυπριακή ηγεσία προσπαθούσε να προκαλέσει εμπλοκή στη λειτουργία του νέου κράτους, της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το κλίμα ήταν τεταμένο, λόγω των πληροφοριών ότι εξοπλίζονταν ομάδες Τουρκοκυπρίων. Οι πληροφορίες είχαν αποδειχθεί βάσιμες τον Οκτώβριο του 1959, όταν συνελήφθη το τουρκικό σκάφος «Ντενίζ» να μεταφέρει παράνομα οπλισμό στην Κύπρο.
Τον Μάρτιο του 1962 σημειώθηκαν εκρήξεις βομβών στα τουρκικά τεμένη Μπαϊρακτάρη και Ομεριέ στη Λευκωσία. Όλοι καταδίκασαν τις εκρήξεις, ενώ οι πρώτες ενδείξεις οδηγούσαν στο συμπέρασμα, σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Εσωτερικών, Πολύκαρπου Γιωρκάτζη, ότι οι βόμβες είχαν τοποθετηθεί από Τούρκους
Οι εκρήξεις προκάλεσαν ένταση και διαδηλώσεις Τούρκων εθνικιστών.
Δύο Τουρκοκύπριοι δημοσιογράφοι, ο Αϊχάν Χικμέτ και ο Αχμέτ Γκιουρκάν, εκδότες της εφημερίδας «Τζιουμχουριέτ» («Δημοκρατία») προειδοποίησαν ότι θα αποκάλυπταν ποιοι ευθύνονταν για την προβοκάτσια, η οποία αποσκοπούσε στο να προκαλέσει προστριβές ανάμεσα σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους και να παρεμποδίσει τη λειτουργία του κοινού νέου κράτους, της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι δύο δημοσιογράφοι ήταν ένθερμοι υποστηρικτές της ειρηνικής συμβίωσης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στο κοινό κράτος.
Λίγο αργότερα οι δύο δημοσιογράφοι, Αϊχάν Χικμέτ και Αχμέτ Γκιουρκάν, δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ, στις 24 Απριλίου 1962. Ο «Φιλελεύθερος» κάλυψε εκτενώς το έγκλημα αυτό, όπως επίσης και την κηδεία των θυμάτων: «Στίγμα κατά της ελευθερίας της σκέψεως και των δημοκρατικών δικαιωμάτων των πολιτών. Αισθήματα φρίκης και αποτροπιασμού συνέχουν όλον τον Κυπριακόν Λαόν κατά της στυγεράς δολοφονίας των Τούρκων δημοσιογράφων» («Φιλελεύθερος», 25.4.1962). Κάποιοι θέλησαν να τους κλείσουν το στόμα για να μην αποκαλύψουν την προβοκάτσια, που δεν ήταν η πρώτη που σημειωνόταν.
Τις επόμενες μέρες ο «Φιλελεύθερος» δημοσίευσε πληροφορίες για τις έρευνες της Αστυνομίας, που είχαν ως στόχο τον εντοπισμό και τη σύλληψη των δραστών. Ο πατέρας του Αϊχάν Χικμέτ απέστειλε τηλεγράφημα προς τον Τούρκο πρωθυπουργό Ισμέτ Ινονού, στο οποίο αναφερόταν ότι: «Μία δραξ δολοφόνων εφόνευσαν αγρίως τον υιόν μου Χικμέτ καθ’ όν χρόνον ηγωνίζετο διά την ελευθερίαν της σκέψεως και του λόγου» (Βλ. «Φιλελεύθερος», 27.4.1962). Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η δολοφονία πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης, ενώ η Κύπρος ετοιμαζόταν να εορτάσει το Άγιο Πάσχα. Η δολοφονία των δύο υπέρμαχων της ειρηνικής συμβίωσης των δύο κοινοτή- των ήταν ο κακός οιωνός για νέα δεινά, τα οποία δεν άργησαν να φανούν στον ορίζοντα.
Αργότερα ο υπουργός Εσωτερικών Πολύκαρπος Γιωρκάτζης ανέφερε ότι οι δύο δημοσιογράφοι είχαν δώσει πληροφορίες στον ίδιο για τους δράστες των βομβιστικών επιθέσεων στα τεμένη. Αυτό έδω- σε αφορμή να σπιλωθούν οι δύο Τουρκοκύπριοι δημοκρατικοί ότι ήταν πληροφοριοδότες του Γιωρκάτζη.
Ενόψει των δυσλειτουργιών του κράτους, ο Μακάριος αποφάσισε να προχωρήσει στην υποβολή προτάσεων για τροποποίηση του Συντάγματος.
Τις πρώτες νύξεις για την ανάγκη τροποποίησης του Συντάγματος ο Μακάριος τις έκανε σε συνέντευξή του στον «Φιλελεύθερο», στις 6 Αυγούστου 1963.
Η εφημερίδα πρόβαλε τη συνέντευξη του Μακαρίου στον συνεργάτη της Κώστα Χατζηαργύρη με τους ακόλουθους τίτλους:
«Αι περί Κύπρου συμφωνίαι δεν θεωρούνται ως τετελεσμένα γεγονότα. Ο Μακάριος δηλοί απεριφράστως ότι αποφασιστικόν θα είναι το έτος 1964 διά την αναληφθείσαν ήδη προσπάθειαν προς αναθεώρησιν του Συντάγματος. Μελετάται τώρα λήψις αποφάσεων συγκεκριμένων. ‘Θα επωμισθώ τας ευθύνας δι’ αποφασιστικάς πρωτοβουλίας. – Θα φανώ συνεπής προς τας υποχρεώσεις μου προς την Κυπριακήν Δημοκρατίαν’» (Βλ. «Φιλελεύθερος», 6.8.1963). Ο Μακάριος υπέβαλε επίσημα στις αρχές Δεκεμβρίου τις προτάσεις για την τροποποίηση του Συντάγματος, τα οποία έμειναν γνωστά στην Ιστορία ως τα «13 σημεία».
Ακριβώς εκείνες τις μέρες ήταν που η κοινή γνώμη συγκλονίστηκε από την είδηση ότι είχε τοποθετηθεί βόμβα στο άγαλμα του Μάρκου Δράκου στη Λευκωσία. Οι εκρήξεις σημειώθηκαν νωρίς το βράδυ, στις 7.45 της 3ης Δεκεμβρίου 1963. Ο «Φιλελεύθερος» πληροφορούσε στους τίτλους της πρώτης σελίδας κατά την επόμενη μέρα: «Άνανδρος και βάρβαρος πράξις καταδικαστέα υφ’ όλων.
Βόμβα κατά του ανδριάντος του Μάρκου Δράκου. Σοβαρά η ζημία που υπέστη το βάθρον του αγάλματος. Η Αστυνομία ευρίσκεται εν επιφυλακή.
Πολ. Γεωρκάτζης: Καλώ τον λαόν να παραμείνη ήρεμος και ψύχραιμος ενώπιον της απολιτίστου αυτής πράξεως - ΕΑΛ Η βόμβα που εμόλυνε το άγαλμα του Αγωνιστού Μάρκου Δράκου αποτελεί βάρβαρον πρόκλησιν της Τουρκικής μειονότητος» (Βλ. «Φιλελεύθερος», 4.12.1963).
Η δημιουργία του αγάλματος αποτελούσε πρωτοβουλία της Συνομοσπονδίας Εργατών Κύπρου (ΣΕΚ). Τα εγκαίνια είχαν τελεστεί από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο μόλις ένα χρόνο προηγουμένως, στις 28 Οκτωβρίου 1962. Είχε τοποθετηθεί στον κυκλικό κόμβο παρά την Πύλη Πάφου και το Τηλε- γραφείο (γραφεία της ΑΤΗΚ).
Επί τόπου έσπευσαν ο πρόεδρος της Βουλής, Γλαύκος Κληρίδης και ο υπουργός Εσωτερικών, Πολύκαρπος Γεωρκάτζης. Μάλιστα ο κ. Κληρίδης «φέρων ηλεκτρικόν φανόν υπεβοήθει το έργον της Αστυνομίας». Σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις «η βόμβα ερρίφθη κατά του ανδριάντος υπό διερχομένων αγνώστων προσώπων, τα οποία πιθανώς επέβαινον αυτοκινήτου». Στην ίδια έκδοση της εφημερίδας δημοσιευόταν και ανακοίνωση της Ένωσης Αγωνιστών Λευκωσίας, η οποία πρώτη, προ- καταλαμβάνοντας τις έρευνες της Αστυνομίας, ανέφερε ότι «η βόμβα που εμόλυνε το άγαλμα του Αγωνιστού Μάρκου Δράκου αποτελεί βάρβαρον πρόκλησιν της τουρκικής μειονότητος προς την ιδίαν την ελευθερίαν και το ιδεώδες της Δημοκρατίας»Το θέμα των «13 σημείων» ήρθε στην επιφάνεια μερικές μέρες αργότερα και ο «Φιλελεύθερος» επιδίωξε να πληροφορηθεί για λεπτομέρειες, αλλά ο Μακάριος απάντησε ότι δεν επιθυμεί να προβεί εις οιανδήποτε δήλωση (Βλ. «Φιλελεύθερος», 6.12.1963).
Οι δράστες και οι ηθικοί αυτουργοί
Η έκρηξη στο άγαλμα του Μάρκου Δράκου (πεσόντος αγωνιστή της ΕΟΚΑ) στη Λευκωσία, σαν τέτοιες μέρες του 1963, επανήλθε στην επικαιρότητα λόγω της αποκάλυψης ή της «αποκάλυψης» ότι Ελληνοκύπριοι τοποθέτησαν τη βόμβα.
Ποιοι προέβησαν σε αυτή την ομολογία, παραμένει άγνωστο, διότι θέλησαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους. Για ποιο λόγο προέβησαν σε αυτή την ενέργεια τη δε- δομένη στιγμή, με την παρότρυνση ή την κάλυψη ποιων; Και αυτό παραμένει άγνωστο. Με αυτά τα δεδομένα ο καθένας μπορεί να διατηρεί τις επιφυλάξεις του, αφού είναι δύσκολο να διερευνηθεί η σχετική μαρτυρία.
Παρά τις ελλιπείς και αμφισβητήσιμες μαρτυρίες, η βομβιστική ενέργεια αποδόθηκε στην οργάνωση Ακρίτας. Πρόκειται για μια μυστική ένοπλη οργάνωση, η οποία συγκροτήθηκε σε εκείνες τις έκρυθμες συνθήκες που επικρατούσαν ύστερα από την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Κύπρου το 1960. Τότε ήταν έντονες οι πληροφορίες ότι τουρκοκυπριακές ομάδες εξοπλίζονταν και εκπαιδεύονταν συνεχώς.
Αρχηγός της οργάνωσης ήταν ο υπουργός Εσωτερικών, Πολύκαρπος Γιωρκάτζης και επιτελάρχες ο πρόεδρος της Βουλής, Γλαύκος Κληρίδης, ο υπουργός Τάσσος Παπαδόπουλος και ο βουλευτής Νίκος Κόσιης.
Η αποκάλυψη αγνώστων ότι Ελληνοκύπριοι ήταν οι δράστες της βομβιστικής επίθεσης εναντίον του αγάλματος του Μάρκου Δράκου έδωσε το έναυσμα για νέο γύρο της αυτοκαταστροφικής ή και μαζοχιστικής συλλογιστικής, ότι «φταίμε κι εμείς και καλά να πάθουμε» με την τουρκική εισβολή, γι’ αυτό πρέπει να τιμωρηθούμε και να συμβιβαστούμε με τα τετελεσμένα της τουρκικής κατοχής. Γιατί όμως, πρέπει να τιμωρηθεί ο κυπριακός λαός, επειδή κάποιοι προβοκάτορες έκαναν ό,τι έκαναν; Κι αν ακόμη ευσταθούν οι «αποκαλύψεις» αγνώστων ότι πίσω από τη βομβιστική επίθεση εναντίον του αγάλματος του Μάρκου Δράκου κρύβεται ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης, γιατί δεν συνεχίζουν στην ίδια λογική για να εντοπίσουν και τους ηθικούς αυτουργούς, αφού πολλά λέχθηκαν και γράφτηκαν για διασυνδέσεις με ξένες μυστικές υπηρεσίες, βρετανικές και αμερικανικές; Σε τι αποσκοπούσε η βομβιστική πράξη, αν όχι στο να ρίξει περισσότερο λάδι στη φωτιά της διακοινοτικής διένεξης, να οδηγήσει σε περαιτέρω σύγκρουση Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους, να συντελέσει στα διχοτομικά σχέδια; Ποιοι απεργάζονταν τέτοια σχέδια; Τι σημασία έχει αν οι προβοκάτορες μιλούσαν τουρκικά, ελληνικά ή αγγλικά;
Η βομβιστική επίθεση ήταν μια προβοκάτσια κατά της Κύπρου και του λαού της, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Εν πάση περιπτώσει, στο παρόν σημείωμα θα εξετάσουμε πώς καλύφθηκαν τα γεγονότα εκείνης της εποχής από τον «Φιλελεύθερο», για να πάρουμε μια άποψη ως προς το κλίμα της εποχής.
Οι επιπτώσεις της δολιοφθοράς σε πολιτικό επίπεδο
Δύο ώρες ύστερα από την έκρηξη, γύρω στις 10.30 το βράδυ, σημειώθηκαν επεισόδια στην περιοχή Τακτακαλά, κοντά στο οίκημα του «Ολυμπιακού» σημειώθηκε το αιματηρό επεισόδιο, που αποτέλεσε το έναυσμα για την έκρηξη των διακοινοτικών ταραχών. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του «Φ», περίπολος τεσσάρων Ελληνοκυπρίων αστυνομικών προέβαιναν σε έλεγχο της ταυτότητας των διερχομένων. Ένας νεαρός Τούρκος αντέδρασε, αρνήθηκε να επιδείξει το δελτίο ταυτότητάς του και άρχισε να συζητά έντονα με τους αστυνομικούς.
Τότε συγκεντρώθηκε πλήθος από 50 Τουρκοκύπριους, οι οποίοι άρχισαν να βρίζουν τους αστυνομικούς. Μέσω ασυρμάτου οι αστυνομικοί κάλεσαν ενισχύσεις. Αστυνομικές δυνάμεις από τον σταθμό της Πύλης Πάφου περικύκλωσαν την περιοχή και επέβαλαν την απόλυτη τάξη, χωρίς να προβούν σε συλλήψεις, όπως αναφέρεται στο ρεπορτάζ. Παρόμοια γεγονότα συνέβησαν ακριβώς στον ίδιο χώρο, δύο βδομάδες αργότερα, στις 21 Δεκεμβρίου 1963. Με τη διαφορά ότι προκλήθηκε ανταλλαγή πυροβολισμών, από τους οποίους σκοτώθηκε μία Τουρκοκύπρια ιερόδουλη. Αυτό ήταν που έδωσε το έναυσμα στην έκρηξη των διακοινοτικών ταραχών.
Την επόμενη μέρα διοργανώθηκαν μαθητικές διαδηλώσεις για την έκρηξη στο άγαλμα του Μάρκου Δράκου: «Η νεολαία απεδοκίμασεν εντόνως τους αποπειραθέντας να ανατινάξουν τον ανδριάντα του αθανάτου Κυπρίου ήρωος Μάρκου Δράκου. Απόλυτος η εμπιστοσύνη προς την ηγεσίαν του Μακαρίου. Θα επισκευασθή ο ανδριάς» (Βλ. «Φιλελεύθερος», 5.12.1963).
Ο ανταποκριτής του πρακτορείου «Ρέουτερ» στην Κύπρο πάντως μετέδωσε διεθνώς την είδηση για την έκρηξη στο άγαλμα του Μάρκου Δράκου, σημειώνοντας ότι «η ενέργεια αύτη δυνατόν να επιδεινώση την έντασιν μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, ήτις έχει οξυνθή λόγω της αρνήσεως των Τουρκοκυπρίων να αποδεχθούν πρότασιν των Ελληνοκυπρίων περί αναθεωρήσεως των συνταγματικών προνοιών, αίτινες αποτελούν πρόσκομμα εις την ομαλήν λειτουργίαν του κυβερνητικού μηχανιμού» (Βλ. «Φιλελεύθερος», 4.12.1963).
  Χρύσανθος Χρυσάνθου 
Φιλελεύθερος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υφίσταται μετριασμός των σχολίων.

- Παρακαλούμε στα σχόλια σας να χρησιμοποιείτε ένα όνομα ή ψευδώνυμο ( Σχόλια από Unknown θα διαγράφονται ).
- Παρακαλούμε να μη χρησιμοποιείτε κεφαλαία γράμματα στη σύνταξη των σχολίων σας.